FreeCinema

Follow us

POWER RANGERS (2017)

  • ΕΙΔΟΣ: Περιπέτεια Επιστημονικής Φαντασίας
  • ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ: Ντιν Ίζραελιτ
  • ΚΑΣΤ: Ντέικρ Μοντγκόμερι, Νεϊόμι Σκοτ, Αρ Τζι Kάιλερ, Λούντι Λιν, Μπέκι Τζι, Ελίζαμπεθ Μπανκς, Μπράιαν Κράνστον, Τζον Χέιντερ
  • ΔΙΑΡΚΕΙΑ: 124'
  • ΔΙΑΝΟΜΗ: ODEON

Κουιντέτο teenagers με ζόρια συρρέει σε παλιό λατομείο, βιώνει διαστημική «επαφή», καρδαμώνει αφύσικα. Πρέπει να ενστερνιστούν το «ένας για όλους και όλοι για έναν» ώστε να σταματήσουν λάμια εντελώς ούφο πριν φύγει η Γη κάτω από τα πόδια τους. (Ποιος) το ‘χει;

Αν πω ότι οι Power Rangers είναι κάτι σαν τη live action Barbie και τις φίλες της του υπερηρωικού θεάματος, δεν θα μου την πέσει το fan club των μεν (των δε λόγω ηλικίας και χρωμοσωμάτων μπορώ να το αντιμετωπίσω, μάλλον) με καρατιές, νομίζω. Ορμητήριό τους είναι το χαζοκούτι, έχουν ιδιότητες πάνω και πέρα από το φυσιολογικό, διατρανώνουν αξίες και συχνά αλλάζουν ονόματα, μέλη, στολές και στιλάκι ώστε να γίνονται ανά κύκλο επεισοδίων από πειρατές έως μάγοι. Την ευχάριστη διαφορά με την ξανθιά κάνει το ότι τα κινηματογραφικά τους ντου μετριούνται ακόμα στα δάχτυλα του ενός χεριού. Δεν θα με εξέπληττε αν τα επόμενα χρόνια η κατάσταση άλλαζε, κρίνοντας από τις διαφαινόμενες δυνατότητες της επανεκκίνησης (μετά από δύο αποτυχημένες απόπειρες στα nineties) του franchise να μιλήσει στη σημερινή πιτσιρικαρία, αν όχι από νοσταλγική περιέργεια και στη μεταβαλλόμενη συν τω χρόνω παγκόσμια εφηβική βάση που την ανακήρυξε cult. Δυστυχώς, το καλλιτεχνικό… kick ass που συνοδεύει αυτό το reboot δείχνει αρκετά ασθενές για να του επιτρέψει ν’ αναπηδήσει σθεναρά έξω απ’ τον σωρό τού σιναφιού του, χρίζοντάς το κάτι σαν το (όχι marvel) Marvel παραμόρφωμα του «Χελωνονιντζάκια», σε μια σεζόν που, μετά από χρόνια του σχετικού entertainment trend, στερείται (και ζητάει ο οργανισμός της) το Young Adult κατιτίς της.

Είναι κρίμα, καθώς δεν υπάρχει κάτι που να αξίζει να φάει άγρια Χ (#diplhs) στην στο πιο techie αναδόμηση της πεντάδας (προς το παρόν, το τηλεοπτικό πρόγραμμα τούς πολλαπλασιάζει κατά βούληση) με τις spandex φόρμες, η οποία εδώ σε ξαναμπάζει στις τάξεις της α λα Τζον Χιούζ κι ως ένα μοντέρνο «Breakfast Club»! Μια τιμωρία θα τοποθετήσει κάποια στιγμή στον ίδιο χώρο, μιας αίθουσας διδασκαλίας, το whitey αθλητικό αστέρι που απογοήτευσε τη μικρή καλιφορνέζικη πόλη του σε ματσάρα, τον άνευ πατέρα και λειτουργικά αυτιστικό black φυτό της Φυσικής, τον Ασιάτη αλητήριο που φροντίζει κατάκοιτη μάνα, τη Λατίνα τσαούσα που δεν καταλαβαίνουν οι δικοί της ή ο σχολικός περίγυρος και την ινδικής φύτρας popular που εξέπεσε ως παρίας μετά από ηλεκτρονικό πλημμέλημα; Μία έκρηξη σε νταμάρι όπου έλκονται ανεξήγητα όλοι και η ανακάλυψη ενός διαφορετικού χρώματος νομίσματος για καθέναν τους (ούτε ο Ολιβιέρο Τοσκάνι σε sci-fi παράκρουση) και ανεξήγητα επαυξημένων σωματικών δυνάμεων για όλους, μετά από μία ανεπιθύμητη (σε κάποιον βαθμό και για το CGI της) συνάντηση της… κούρσας τους με διερχόμενη αμαξοστοιχία, θα τους φέρει αρχικά κοντά. Καθώς βουτώντας στο υδάτινο υπέδαφος του location θα ξετρυπώσουν ΑΤΙΑ και θα γκαζωθούν από απίκο robot παναρχαίου εξωγήινου, διασωσμένου ολογραμματικά μ’ ένα je ne sais quoi «Κυριαρχίας» και Max Headroom, να πραγματώσουν υψηλοφρόνως το πεπρωμένο τους ως εκλεκτών εκπληρώνοντας την κοσμοσωτήρια αποστολή που εξαιτίας ενός ανεξέλεγκτου κομήτη δεν μπόρεσε εκείνος: να εμποδίσουν την αηδώς μοχθηρή γαλαξιακή εχθρό του (που ψαρεμένη σαν απ’ τα «The Creature from the Black Lagoon» & «Η Γοργόνα» ταυτόχρονα και με την ισχύ της αφυπνισμένη αλαλιάζει την πολίχνη) να ανασύρει από τα έγκατά της καταστρεπτικά κρύσταλλο – πηγή της ζωής όλων.

Για να πετύχει η εξημμένη σιχαμένη, πρέπει κυριολεκτικά να φάει στο διάβα της περισσότερον χρυσό απ’ όσον έχουν μαζέψει όλα τα ελληνικά ενεχυροδανειστήρια στα οκτώ χρόνια της κρίσης, με τον οποίο θα φτιάξει το ανεκτίμητων καρατίων υπερενεργούμενό της, τον γιγαντιαίο Γκόλνταρ. Για να πετύχουν τα «different colour kids!», όπως τα παιανίζει ο alien μέντοράς τους (εννόησες την παιδιάστικη συμβολική τής πιο πανσπερμικής και φάτσα φόρα απ’ ό,τι σε οποιαδήποτε χολιγουντιανή ταινία ώς σήμερα diversity), πρέπει να μάθουν αφενός να «νιώθουν» αλλήλους καθείς κατεβάζοντας τη… μάσκα της άμυνάς του («this is your team!»), καθώς μόνο έτσι τα χαρίσματά τους υλοποιούνται morph-ικά εν είδει πανοπλίας, και αφετέρου να πολεμάνε σώμα με σώμα. Για την ακρίβεια, εξωσκελετό με πέτρινους γίγαντες, μιας κι είναι κλου ιδεών και design πρώτα του «Pacific Rim» και μετά του «Νώε» που στέλνουν στην ανακύκλωση αντίστοιχα τα Ζορντς και τους Πάτις του γυαλιού και προηγούνται του πατιρντί στο οποίο θα κριθούν όλα και όπου, πια, γίνεται του (déjà vu) «Transformers» μέσω των «Εκδικητών». Το παλιό «Ghostbusters» έχει μπουχήξει κι αυτό με τον τρόπο του τα τεκταινόμενα: ο Λουκουμάνθρωπός του έχει εμπνεύσει με το αζημίωτο την παραγωγό Lionsgate να εδράσει την κρύπτη τής απειλούμενης ζείδωρης εστίας σ’ ένα ντονατάδικο Krispy Kreme, η δομή ιστόρησης των παράλληλων πορειών των φυντανιών απ’ τη μία και της space bitch απ’ την άλλη θυμίζει τις αντίστοιχες των μαχητών του εκτοπλάσματος και των υπηρετών του Γκόζερ του Καταστροφέα, ενώ το στα όρια της schlock παρωδίας κλίμα θέλει ως νέο Ρικ Μοράνις-και-φαντάσματα-δύο-σ’-ένα την Ελίζαμπεθ Μπανκς.

Η κωμίκα σε ακόμη ένα μετά την Έφι Τρίνκετ του «Αγώνες Πείνας» καρναβάλι της, όπου αδυνατεί να ισορροπήσει (στο πρώτο μισό ειρωνεύεται αποτυχημένα τον ρόλο, στο δεύτερο μισό τον παίζει full μοχθηρά σωστότατα) τη απουσία έμπειρου σκηνοθέτη ηθοποιών, είναι ο πρώτος κρυπτωνίτης του φιλμ που στερείται κρίσιμα, ηθελημένα ή μη, του γυναικείου Λόκι της. Μια ακόμη αχίλλειος πτέρνα είναι οι ποτέ (το χειρότερο: στην κορύφωση της αναμέτρησης) αισθητές ως αληθινές διακινδυνεύσεις τού enfant gâté, με τη δικαιολογημένη ποικιλοτρόπως (ορφάνια, αρρώστια, βιοπάλη) αλλά επιεικώς πλημμελώς αμεριμνησία των κηδεμόνων, για το πού κοπανιούνται όλη μέρα τα βλαστάρια τους, να εκτίθεται περισσότερο από το ανώδυνο αλλά όχι σκιτζίδικο channelling ζητημάτων, που απασχολούν ανοιχτά όσο ποτέ στο παρελθόν τη σύγχρονη νεολαία. Η δυσφήμηση στα κοινωνικά δίκτυα, ο εκφοβισμός, οι ενδεχομένως μη straight σεξουαλικές αναζητήσεις (ναι, το πρώτο ομοφυλόφιλο superhero ατομάκι σε στουντιακό προϊόν είναι έστω με μισόλογα γεγονός), γίνονται η ευπρόσδεκτα μη κυματίζουσα αστερόεσσα στις ΗΠΑ του Τραμπ / μπέρτα στη στολή των ανθρώπινων ελαττωμάτων αυτής της παρέας, την οποία ο σεναριογράφος του «Real Steel» Τζον Γκέιτινς, προτού παραδώσει στα εφετζίδικα εχθροπραξιακά σιγουράκια, περνάει μεταξύ όλων των άλλων και δια πυρός (του σαμρεϊμικού «Spider-Man» όσον αφορά το fun αλλά και το «πακέτο» της ανακάλυψης του μέτρου και του χρέους τού αίφνης εξωπραγματικά ικανού στο διπλανό θρανίο) και σιδήρου (ο σαν πιο κοντόχοντρος και κιτρινιάρης Chappie στο «Star Wars: Η Δύναμη Ξυπνάει» Άλφα, που παραστέκεται χιουμοριστικά στην uploaded νοημοσύνη της φωνής τού… Γουόλτερ Γουάιτ και στα καμάρια).

Για τους αναζητούντες καινά είδωλα οι φατσούλες δεν είναι αδιάφορες («γράφει» πιο πολύ η Νεϊόμι Σκοτ), αλλά σκάβει τον λάκκο τής δυνάμει star-making παρουσίας εκάστου α) η απουσία ενός ξεχωριστού gimmick – ταυτότητας στο μεταλλαγμένο είναι του β) το ότι η σκιαγράφηση και μαζί της συχνά η δραματουργία μοιράζεται στα πέντε, παρότι ένας και καλά (μαντεύεις ποιας απόχρωσης και φυλής, πάπαλα ο πολυφυλετισμός…) πριμοδοτείται αστήρικτα, άνευ λόγου ως ο περιούσιος αρχηγός. Ούτε ο σύνολος ρυθμός χωλαίνει, σε αντίθεση με τις έξυπνες στιχομυθίες που σταδιακά υποχωρούν προς όφελος του τρεξίματος του στόρι, αλλά το chic ανατολικών πολεμικών τεχνών που διέκρινε ανέκαθεν τη σειρά στο γυαλί επιδαψιλεύοντας τον μείζονα fun factor της διακρίνεται μετά βίας. Πείτε με κακιά, όμως το μεγαλύτερο wham! απ’ οτιδήποτε εδώ μέσα μου το κατάφερε η διασκευή στο «Stand By Me» του Μπεν Ε. Κινγκ απ’ τους Bootstraps – κι αυτό εγκωμιαστικό δεν είναι. Τα ξαδελφάκια μου, αγοράκια και κοριτσάκια, μάλλον δεν θα πετάξουν το popcorn τους στην οθόνη, αλλά νέας γενιάς «φάση» δύσκολα θα τη… βρουν. Τα βλέπω να ξεροσταλιάζουν για το επόμενο εγγυημένο PG-13 κομίστικο. Συμπάσχω…

ΕΙΝΑΙ ΓΙΑ ΜΕΝΑ;

Η big bucks ενηλικίωση μιας αγαπητής στο πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας (λυκειόπαιδες… σκάρτα) εκπαίδευσης κοινό, classic σαχλαμαρίτσας των VHF προσβλέπει στο box-office επαγγελματικά αλλά αναδρά χλιαρά ως (γόνος πολύ πιο νταβραντισμένων, εδραιωμένων blockbuster) διασκέδαση. Οι αντίπαλοι του genre δεν την παλεύουν, εννοείται.


MORE REVIEWS

ΜΗΝ ΑΝΟΙΓΕΙΣ ΤΗΝ ΠΟΡΤΑ

Άνδρας που ζει μοναχικά σε ορεινή περιοχή, ανοίγει την πόρτα του σπιτιού του σε άγνωστη κοπέλα που, εν εξάλλω καταστάσει, του ζητά βοήθεια μέσα στη νύχτα, επικαλούμενη επίθεση πλάσματος (;) αγνώστου ταυτότητας και στοιχείων προς την ερευνητική ομάδα βιολόγων στην οποία ανήκει και είχε κατασκηνώσει στο παρακείμενο δάσος.

ΣΟΥΠΕΡ ΜΑΓΚΙ

H ζωή έχει γίνει λίγο πολύ απαιτητική για τη Σούπερ Μάγκι. Καθώς η εγκληματικότητα στην πόλη είναι σε ύφεση, περνά τον χρόνο της βοηθώντας στην απόφραξη αποχετεύσεων και στην υποβολή φορολογικών δηλώσεων, αντί να σώζει τον κόσμο. Σίγουρα δεν είχε επιλέξει κάτι τέτοιο! Όταν μια μοχθηρή ιδιοφυΐα της τεχνολογίας απειλεί να παγιδεύσει ολόκληρη την πόλη σε μια «τέλεια» προσομοίωση metaverse, η Μάγκι και ο Σουίτι πρέπει να συνεργαστούν για να σώσουν την κατάσταση για άλλη μια φορά. Μήπως είναι και η τελευταία περιπέτεια του δυναμικού ντουέτου;

Ο ΤΕΛΕΥΤΑΙΟΣ ΗΡΩΑΣ

Γερμανική πολυεθνική που επιθυμεί ν’ ανοίξει supermarket σε χωριό της Σλοβενίας στέλνει επιτόπου εκπρόσωπό της για αυτοψία. Εκείνη, όμως, πέφτει πάνω σε κάτι φευγάτους τύπους που για hobby τους έχουν… την αναπαράσταση μαχών του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου και ούτε ζωγραφιστούς δεν θέλουν να βλέπουν τους Γερμανούς!

ΟΙ ΑΝΤΙΠΑΛΟΙ

Ο Αρτ και ο Πάτρικ καψουρεύονται την Τάσι. Και οι τρεις τους παίζουν tennis επαγγελματικά. Και θέλουν να κερδίζουν. Αλλά στο… κρεβάτι τρίτος δε χωρεί.

ΖΩΝΤΑΝΟ ΠΝΕΥΜΑ

Κατά τη διάρκεια των καλοκαιρινών της διακοπών, η μικρή Σαλομέ βιώνει τον θάνατο της αγαπημένης της γιαγιάς. Εν μέσω οικογενειακών φιλονικιών περί των διαδικαστικών της κηδείας, το πνεύμα της μακαρίτισσας «στοιχειώνει» την αθώα πιτσιρίκα.