FreeCinema

Follow us

Ο ΜΑΥΡΟΣ ΠΥΡΓΟΣ (2017)

(THE DARK TOWER)

  • ΕΙΔΟΣ: Περιπέτεια Φαντασίας
  • ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ: Νίκολαϊ Αρσέλ
  • ΚΑΣΤ: Μάθιου ΜακΚόναχεϊ, Ίντρις Έλμπα, Τομ Τέιλορ
  • ΔΙΑΡΚΕΙΑ: 95'
  • ΔΙΑΝΟΜΗ: FEELGOOD

Ο ορφανός από μπαμπά Τζέικ ζωγραφίζει τα δυσοίωνα οράματά του, με φρικαλέα πλάσματα και αλλούτερα μέρη. Ο χαρισματικός Πιστολέρο ψάχνει νόημα κι εξιλέωση ξεστρατισμένος από τον σκοπό του. Ο σκοταδόψυχος Μαυροντυμένος Άντρας γυρεύει τον όλεθρο όλων μας. Ποιος το ‘χει;

«Κάπου στο κέντρο του κόσμου μας υπάρχει ένας πύργος που μας προστατεύει από το σκοτάδι. Λένε ότι το μυαλό ενός παιδιού μπορεί να τον γκρεμίσει». Σαν να ξορκίζει τους φόβους τής SONY για την αντίδραση του κυριότατου στόχου της, του εφηβικού κοινού, η προμετωπίδα της πολυκύμαντα δουλεμένης επί σχεδόν δεκαετία, πολυσυζητημένης ως πρώτης από την αποτυχημένη «Ονειροπαγίδα» του 2003 original μεταφοράς λογοτεχνήματος του Στίβεν Κινγκ σε μεγάλου μήκους (το «Carrie» και «Η Ομίχλη» του 2007 ήταν remake). Είναι βάσιμος ο… μικρός εφιάλτης της; Ναι και όχι. Ναι, επειδή αφενός τα σειριακά ταμειακά κατορθώματα ενός Χάρι Πότερ πολύ δύσκολα επαναλαμβάνονται και μάλιστα από ένα ανταγωνιστικό studio, αφετέρου μάλλον ζορίζεται ο μοντέρνος γυμνασιολυκειόπαις να (παρ)ακολουθήσει έναν Αμερικάνο διάδοχο του Αγγλακίου που αλλάζει μορφή πότε σε γουέστερν (ένας «Μοναχικός Καβαλάρης», εδώ χωρίς τα άλογα των βιβλίων, ο καταστατικός ήρωας της 8τομης saga), πότε στον «Εξολοθρευτή 2» (με την μπάλα να παίρνει ομοίως τη μανούλα τού kiddo και τα portal μεταφοράς στον χώρο να μετασχηματίζουν το κλου μπρος-πίσω στον χρόνο του Κάμερον), πότε στο «Το Σώμα» αν είχε κατοικηθεί συνειρμικά από ένα χωρίς εξωγήινους «Ζουν Ανάμεσά μας» (1988), και συνηθέστατα σ’ έναν λιγότερο φαιδρό «Υποψήφιο Μάγο» του 2010 (ο βετεράνος μαθαίνει τα κόλπα στον teenager εκλεκτό της τέχνης του κόντρα σε παντοδύναμο αντίπαλο που ευαγγελίζεται το αρχι-κακό). Όχι, επειδή το προϊόν ως ψυχαγωγικό fantasy θέαμα για θεατές χωρίς περαιτέρω απαιτήσεις, εκτός αν ανήκεις στο fan club του συγγραφέα οπότε θα γκρινιάξεις για το αναπόφευκτο προκρούστεια φρανκενσταϊνικό της σινεαναβίωσης, επιβιώνει στο δεύτερο μισό. Το αν θα στηρίξει ένα franchise όχι μόνο στο πανί αλλά και στο γυαλί (το πρώτο σενάριο για το τελευταίο γράφεται ήδη) ή αν θα κάνει το ενδεδειγμένο ποδαρικό για την αγγλόφωνη καριέρα του Ελληνοδανού δημιουργού του «Ο Έρωτας της Βασίλισσας», βέβαια, είναι μια άλλη, ενδεχομένως πικραμένη υπόθεση.

Ουσιαστικά ένα sequel, αλλά με τη μορφή εισαγωγής στο σύμπαν του πολυμερούς έπους που μετέρχεται και αναμειγνύει στοιχεία κυρίως από τα τρία πρώτα μυθιστορήματά του επινοώντας και αρκετά καινούργια, «Ο Μαύρος Πύργος» φέρει το άχθος να αποτελεί τη διασκευή του τολκενικού… πεζού – κλειδιού για το oeuvre του Κινγκ, κατασκευασμένου απ’ τον ίδιο ως τέτοιο, με καταστάσεις, μοτίβα, ήρωες, διακόσμους και πιο-αναγνωρίσιμες-δε-γίνεται λέξεις του να κλείνουν το μάτι στον (ανα)γνώστη προηγούμενων βιβλίων του, από το «Salem’s Lot» μέχρι «Το Αυτό» (η έτερη πολυαναμενόμενη οσονούπω ανατύπωση στη μεγάλη οθόνη ενός κινγκ-ικού classic), στέκοντας και ως μια αλληγορία για την bigger than life διεργασία του μυθοπλάθειν, μα και για τους χάρτινους ή σάρκινους πατέρες ενός κονδυλοφόρου. Έπρεπε και μπορούσε η μεταγραφή απ’ τους Αρσέλ – Γένσεν (με «γιατρό» ξανά τον Ακίβα Γκόλντσμαν, και τον Τζεφ Πίνκνερ) να τα διατηρήσει αισθητά; Σίγουρα όχι. Τι έκανε έξυπνα αλλά όπως αποδεικνύεται απρόσφορα; Μετέβαλε δίκην φόρου τιμής σε «η λάμψη» «το άγγιγμα», τις ιδιαίτερες ψυχικές δυνάμεις τού πιτσιρίκου, και μοστράρει παρεμφερώς 2-3 φορές σε φλασιές το (παντελώς ανεξήγητο πέραν της tribute νύξης) graffiti «All Hail the Crimson King», περνώντας στο ντούκου έναν από τους κεφαλαιώδεις αντιήρωες της σειράς. Οι αλλότριες επιρροές που χωνεύονται στο εκδοτικό opus έχουν φάει ακόμα περισσότερο δρεπάνι (το πιάσατε «Children of the Corn», ε;) και περιορίζονται ουσιαστικά σε μια λειψή αναφορά στο Εξκάλιμπερ. Ναι, αν υπάρξουν συνέχειες, θα επεκταθούν. Το προσώρας αποτέλεσμα της δύο επεμβάσεων; Χάσαμε τον Κινγκ, θεία, στοπ. Οπαδοί του, αν θέλετε κι εσείς σταματάτε να… διαβάζετε εδώ, τα παρακάτω φοβάμαι ότι λίγο σας αφορούν.

Η αναπόφευκτη επιλογή ο Τζέικ Τσέιμπερς να μετατραπεί σε κινητήρια δύναμη του μύθου ισάξια προς τον Πιστολέρο, εκτός του ότι έχει παγιδεύσει το φιλμ έστω πλαγίως στη δυνάμει Νεκρή (από τις αρπαχτές και τις αλληλοαρπαγές στο εσωτερικό της συνομοταξίας) Ζώνη του Young Adult, στην οποία τα εμφανή re-shoots βάζουν με το στανιό έναν μυστήριο καμπόη και το… χάσιμο στον πατρικό νταλκά του σαν από άλλο ανέκδοτο και χωροχρόνο, τον Μέσο Κόσμο, επί ώρα διασπάει το επιχειρούμενο momentum της δράσης και τη συνοχή της αφήγησης. Ώσπου να διασταυρωθούν κοσμοσωτήρια τα χαρισματικά πεπρωμένα του μαθητευόμενου και του μέντορά του, πρέπει και ο αγορίνας να έχει τραβήξει του λιναριού τα πάθη: πρώτα από τον γκόμενο της mom του που θέλει να τον στείλει σε κλινική, μετά από νταή συμμαθητή τον οποίο πλακώνει, ύστερα από τους Δερμάτινους, τα φέροντα κυριολεκτικώς προσωπεία τσιράκια του καταχθόνιου μεϊτριξικού δερβέναγα, που κι αυτός στον… κόσμο του ψάχνει ανεπιτυχώς μεταξύ κρατούμενων ανηλίκων εκείνον/η που θα κατεδαφίσει, με τις ικανότητες του σε cyber πρέσα μυαλού του, το φρούριο της συλλογικής ανθρώπινης ύπαρξης. Τι κάνει όταν δεν ταλαιπωρεί τα σκασμένα; Ό,τι ένας απλός νευρομάντης: την πέφτει ολογραμματικά στα θύματά του, πετάγεται μέσω των άνοιξε – κλείσε πυλών στη Θεμελιώδη Γη μας, σταματάει για… πλάκα με τα χέρια του τις σφαίρες από το Colt του ορκισμένου αντιπάλου του. Αν ψυλλιαστήκατε ότι αυτή πρέπει να είναι μια απρόθετα γελοία σεκάνς, που εκθέτει ερμηνευτικά τον απροστάτευτο ειδικά στο πρώτο μισάωρο (το to know us better με τον Αρσέλ δεν είχε τελεσφορήσει ακόμα ή ο star δεν είχε ανάψει ακόμα ή και τα δύο) ΜακΚόναχεϊ, πέσατε μέσα. Εκείνο που δεν μπορείτε να διανοηθείτε είναι ότι ο Έλμπα προβάλλει ακόμα πιο εξευτελισμένος: αυτός όμως όταν μορφάζει για τη φευγαλέα μελούρα του.

Στην πορεία, οσάκις το βουλώνει (καθώς ατάκες σαν το «Δεν σκοτώνω με τα χέρια μου. Σκοτώνω με την καρδιά μου», μπορεί κάλλιστα να γίνουν όπλο στη διάθεση για καζούρα όποιου δεν προτίθεται να καθήσει σαν καλό παιδάκι στην αίθουσα) πουλώντας μαγκιά βλοσυρά και δεν του ‘ρχεται ο ουρανός σφοντύλι από… καταστροφές των CGI εφέ (προσέξτε τη «Firestarter» φάση, σαν να το κάνουν επίτηδες εις βάρος της εργογραφίας του Κινγκ, ρε παιδί μου…), το ντουέτο γράφει πειστικότερα, όπως κι ο apt pupil τους Τομ Τέιλορ που φορτώνει δραματικά καλά τη στιγμή που πρέπει (όχι όταν μια θύμηση του χαμένου στο καθήκον τής 9/11 πυροσβέστη μπαμπά του περνάει και δεν ακουμπάει). Άσε ότι ο θα ‘θελε πρώτος μαύρος 007 μοιράζει καλά καυτό μολύβι σ’ ένα μόνος εναντίον όλων set-piece, ουσιαστικά αποκλειστική επίδειξη δεξιοτεχνίας του Αρσέλ που, εδώ ξανά σετάκι με τον συμπατριώτη του δ/ντη φωτογραφίας Ράσμους Βίντεμπεκ, καθότι στερούμενοι εμπειρίας στο είδος, καταλήγουν εν πολλοίς να κάνουν 2010’s serial. Η λιγότερο εκνευριστική μουσική του Junkie XL για το σινεμά εδώ και χρόνια, τα ημιανένταχτα και φτενά σε σχέση π.χ. μ’ έναν «Thor» οπτικολεκτικά γκαγκ τού παλαιοημερολογίτη alien στη μεγαλούπολη νταγλαρά με το Stetson και το σώσιμο της «Maximum Overdrive» κορύφωσης από την εμφανέστατα αρπαγμένη απ’ τους παραγωγούς (συμπεριλαμβανομένου του Ρον Χάουαρντ) μουβιόλα, εξαιτίας της οποίας η ταινία δίνει και την αίσθηση ότι «μπήκε» στο πλύσιμο της διάρκειας, παλεύουν κι αυτά μεταξύ τους αμφίρροπα. Σ’ αυτόν τον «πιλότο» που ξεφυλλίζει άστατα και για «Υπνοβάτες» του entertainment ένα ακόμα μακριά από «Το Πράσινο Μίλι» ή έστω την «Κριστίν», βρε αδελφέ, πόνημα του Στίβο. Αν νιώθεις ότι προορίζεσαι για έναν ανώτερο σκοπό, τo «Στάσου Πλάι μου» που σου λέει δύσκολα θα το ακούσεις. Το αρθρώνει και τηλεπαθητικά, π’ ανάθεμά τον. Το «δεν σκοπεύω με το μάτι, σκοπεύω με το μυαλό» τον μάρανε…

ΕΙΝΑΙ ΓΙΑ ΜΕΝΑ;

Μην τα λέμε πάλι. Όχι για σκότωμα από τους ποπκορνάδες («Η Ομίχλη» από ειδολογικής άποψης θα τους μπερδέψει κι αυτούς, ωστόσο),  οι διαβαστεροί της πηγής θα μεμψιμοιρήσουν για ένα κάρο απόντα «Needful Things» τύπου τραβάτε με κι ας κλαίω, στους art-houseάδες θα ‘ρθει να ξαμολήσουν τον «Κούτζο».


MORE REVIEWS

ΜΗΝ ΑΝΟΙΓΕΙΣ ΤΗΝ ΠΟΡΤΑ

Άνδρας που ζει μοναχικά σε ορεινή περιοχή, ανοίγει την πόρτα του σπιτιού του σε άγνωστη κοπέλα που, εν εξάλλω καταστάσει, του ζητά βοήθεια μέσα στη νύχτα, επικαλούμενη επίθεση πλάσματος (;) αγνώστου ταυτότητας και στοιχείων προς την ερευνητική ομάδα βιολόγων στην οποία ανήκει και είχε κατασκηνώσει στο παρακείμενο δάσος.

ΣΟΥΠΕΡ ΜΑΓΚΙ

H ζωή έχει γίνει λίγο πολύ απαιτητική για τη Σούπερ Μάγκι. Καθώς η εγκληματικότητα στην πόλη είναι σε ύφεση, περνά τον χρόνο της βοηθώντας στην απόφραξη αποχετεύσεων και στην υποβολή φορολογικών δηλώσεων, αντί να σώζει τον κόσμο. Σίγουρα δεν είχε επιλέξει κάτι τέτοιο! Όταν μια μοχθηρή ιδιοφυΐα της τεχνολογίας απειλεί να παγιδεύσει ολόκληρη την πόλη σε μια «τέλεια» προσομοίωση metaverse, η Μάγκι και ο Σουίτι πρέπει να συνεργαστούν για να σώσουν την κατάσταση για άλλη μια φορά. Μήπως είναι και η τελευταία περιπέτεια του δυναμικού ντουέτου;

Ο ΤΕΛΕΥΤΑΙΟΣ ΗΡΩΑΣ

Γερμανική πολυεθνική που επιθυμεί ν’ ανοίξει supermarket σε χωριό της Σλοβενίας στέλνει επιτόπου εκπρόσωπό της για αυτοψία. Εκείνη, όμως, πέφτει πάνω σε κάτι φευγάτους τύπους που για hobby τους έχουν… την αναπαράσταση μαχών του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου και ούτε ζωγραφιστούς δεν θέλουν να βλέπουν τους Γερμανούς!

ΟΙ ΑΝΤΙΠΑΛΟΙ

Ο Αρτ και ο Πάτρικ καψουρεύονται την Τάσι. Και οι τρεις τους παίζουν tennis επαγγελματικά. Και θέλουν να κερδίζουν. Αλλά στο… κρεβάτι τρίτος δε χωρεί.

ΖΩΝΤΑΝΟ ΠΝΕΥΜΑ

Κατά τη διάρκεια των καλοκαιρινών της διακοπών, η μικρή Σαλομέ βιώνει τον θάνατο της αγαπημένης της γιαγιάς. Εν μέσω οικογενειακών φιλονικιών περί των διαδικαστικών της κηδείας, το πνεύμα της μακαρίτισσας «στοιχειώνει» την αθώα πιτσιρίκα.