Μπερλινάλε 65: Αναζητώντας ένα «μαργαριτάρι».
Στην καινούργια ταινία του Τέρενς Μάλικ, «Knight of Cups», ο Ριτς του Κρίστιαν Μπέιλ ψάχνει ένα «μαργαριτάρι», το οποίο όχι απλά θα δώσει σημασία στη ζωή του άλλα θα τοποθετήσει και ολόκληρη τη διαδρομή της σε νέα (ανοδική) κατεύθυνση. Ωστόσο, δεν είναι ο μόνος ήρωας του επίσημου προγράμματος με αυτές τις επιδιώξεις…
Μιλήσαμε ήδη για τη νέα ταινία του Τέρενς Μάλικ, «Knight of Cups», και θα πούμε πολύ περισσότερα όταν κυκλοφορήσει και επίσημα στις αίθουσες (όντας πιο προσβάσιμη από το «To the Wonder», θα καταφέρει σίγουρα να φτάσει μέχρι τη μεγάλη οθόνη). Παρά την έντονη δημοσιότητα, όμως, ο Ριτς του Κρίστιαν Μπέιλ δεν είναι ο μόνος ήρωας του επίσημου προγράμματος που φαίνεται να βρίσκεται σε αδιέξοδο, προσπαθώντας να επιλύσει τις εκκρεμότητες του παρελθόντος.
Ο Σέρλοκ Χολμς του «Mr. Holmes» δεν είναι ο Σέρλοκ που γνωρίζουμε. Όχι μόνο βρίσκεται στα βαθιά του γεράματα, ξεχνώντας ονόματα και γεγονότα (διατηρώντας πάντοτε την έντονη διάθεση για καυστικό σχολιασμό), αλλά αποκαλύπτει ότι η κοινώς αποδεκτή εικόνα του δαιμόνιου ντετέκτιβ ήταν ουσιαστικά η λογοτεχνική persona που δημιούργησε… ο Γουότσον! Στην ταινία του Μπιλ Κόντον (της φήμης των «Θεοί και Τέρατα», «Kinsey» και… εεε… των δύο parts του «Twilight: Breaking Dawn»), ο μεγαλύτερος ντετέκτιβ του κόσμου ασχολείται με τα μυστικά της μακροζωίας στον βασιλικό πολτό, μια παλιά του υπόθεση που τον πήγε μέχρι την Ιαπωνία και μια εκκρεμότητα η οποία, ενδεχομένως, να σήμανε και το τέλος της καριέρας του.
Αν και στο πρώτο μισό οι παράλληλες αφηγήσεις δεν έχουν ιδιαίτερη αιχμή, στο δεύτερο μέρος της ταινίας, με ανακούφιση, βλέπουμε τα πράγματα να λειτουργούν, να βγάζουν συναίσθημα, να αποκτούν μια ακαταμάχητη ζωντάνια που καταφέρνει, τελικά, να παρασύρει και να κερδίσει τον θεατή, προσφέροντας και μερικά καλοδεχούμενα δάκρυα συγκίνησης στην πορεία.
Ο Ίαν ΜακΚέλεν (υποδυόμενος για πρώτη φορά έναν άνδρα μεγαλύτερο από την πραγματική του ηλικία, καθώς ο Χολμς του έχει «πατήσει» τα 93) προσφέρει μια ερμηνευτική φλόγα που ποτέ δεν βαριέσαι να βλέπεις, αποδεικνύοντας για άλλη μια φορά γιατί θεωρείται από τους πιο σημαντικούς ηθοποιούς της παγκόσμιας βιομηχανίας θεάματος. Είναι διακριτικός και καυστικός και εκνευριστικός και αξιαγάπητος, και σε έναν ρόλο που, πιθανότατα, ανάλογα με το πώς θα χειριστεί η εταιρεία την ταινία, μπορεί να δημιουργήσει προοπτική βραβείων. Ως φιλμ, ο «Mr. Holmes» ίσως να μην έχει θέση στα βραβεία, όμως η περίπτωση αυτής της ταινίας φέρνει αναμνήσεις από… «Philomena» (ως ύφος, όχι θεματικά) και αυτό μπορεί να λειτουργήσει μόνο θετικά, καθώς θα μπορούσε να αγαπηθεί πολύ από το κοινό.
Μιλώντας για μαργαριτάρια, το ντοκιμαντέρ «El Botón de Nácar» του Πατρίσιο Γκουζμάν ήταν η πρώτη ταινία του διαγωνιστικού που κατάφερε να δημιουργήσει τις πρώτες έντονες συζητήσεις για ένα (σίγουρο) βραβείο στην τελετή λήξης. Συνεχίζοντας την (κατά δηλώσεις του) τριλογία που ξεκίνησε με το «Nostalgia for the Light», σχετικά με τη μνήμη της Χιλής ως χώρα και την ευθύνη που φέρει για τα ιστορικά της εγκλήματα, ο Γκουζμάν ξεκινά από το… νερό και την αχανή τοπογραφία της Χιλής για να οδηγηθεί σταδιακά στην εξαφάνιση την γηγενών φυλών, στα φαντάσματα της δικτατορίας και την επίδραση που έχουν όλα αυτά στην εθνική ταυτότητα.
Είναι μια προσέγγιση φιλόδοξη που ξεκινά διακριτικά αλλά οπτικά εντυπωσιακά (ο Γκουζμάν, εξάλλου, αρέσκεται να εξετάζει τα πολιτικά κοινωνικά θέματα μέσα από τον μανδύα της επιστήμης, όπως όταν συνδέει την αστρονομία με το θέμα της πίστης των ιθαγενών, καταλήγοντας ότι οι ψυχές τους μετατρέπονται σε αστέρια), για να εξελιχθεί σε μια ειλικρινή αφήγηση ενός εγκληματικού παρελθόντος που αναζητά δικαίωση. Η μεγαλύτερη επιτυχία του είναι ότι παρά τον τοπικό χαρακτήρα του θέματος, η αποτύπωση (μέσω της Γης, των αστερισμών και των «μυστικών», του νερού) καταφέρνει να το μετατρέψει σε κάτι πραγματικά οικουμενικό και (απλά) συγκλονιστικό.
Τα τελευταία χρόνια, τα ντοκιμαντέρ διεκδικούν δυναμικά τη θέση τους στο επίσημο διαγωνιστικό πρόγραμμα των μεγάλων Φεστιβάλ (ας θυμηθούμε και το, επίσης, εξαιρετικό «The Look of Silence» του Τζόσουα Οπενχάιμερ από την πρόσφατη Βενετία). Ήρθε άραγε η ώρα η Berlinale να βραβεύσει (δικαιωματικά) ένα από αυτά;