Μπερλινάλε 65: Η… επανάληψη του Μάλικ.
Η τέταρτη μέρα της Berlinale είχε ένα και μοναδικό γεγονός. Μάλικ, Μπέιλ, Πόρτμαν, «Knight of Cups» και, αναμενόμενο, πολύ… controversy. Όχι απαραίτητα λόγω της επανάληψης στη φόρμα του δημιουργού…
Ας το ξεκαθαρίσουμε από την αρχή. Με το «Knight of Cups», ο Τέρενς Μάλικ δεν πρόκειται να κερδίσει νέους θαυμαστές (νομίζω πως άκουσα τον Ηλία Φραγκούλη να ουρλιάζει από την Αθήνα…). Όσοι απέρριψαν το «Δέντρο της Ζωής» ως υπερφίαλο και βρήκαν ανούσιο το «To the Wonder», δεν πρόκειται να… αλλαξοπιστήσουν μετά και την πιο πρόσφατη απόπειρα του (εσχάτως πολυάσχολου) σκηνοθέτη.
Εξάλλου, οι ονειρικές εικόνες και η διαρκής κίνηση της κάμερας δηλώνουν και εδώ το «παρών», τα εκτενή voice-over μπλέκονται και πάλι με τη μουσική και τους υπόλοιπους διαλόγους, κόβοντας πολλές φορές ακόμη και τις όποιες προτάσεις, χαρακτήρες εμφανίζονται και εξαφανίζονται το ίδιο απότομα, όσο ο πρωταγωνιστής περιφέρεται εν μέσω υπαρξιακής κρίσης στο κάδρο και, ενίοτε, σκυλιά… βουτούν στην πισίνα για να πιάσουν μια μπάλα του tennis με τα δόντια.
Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι ο Μαλικ έχει βρει ασφάλεια σε αυτή την αφηγηματική γλώσσα, που, πλέον στην τρίτη χρήση της, μοιάζει να εκφράζει τις ανησυχίες του, τις παρατηρήσεις του για τον κόσμο και τους φόβους του. Γιατί στο «Knight of Cups», ο Μάλικ καταπιάνεται με το ίδιο το Χόλιγουντ, την αλαζονική αλλά και ξεπεσμένη φύση του, τις υπερβολές, τις θυσίες και, το κυριότερο, τη ματαιότητα. Για να κάνει, δε, πιο προσωπική τη ματιά του, ο κεντρικός του ήρωας είναι ένας σεναριογράφος (;) της βιομηχανίας που βλέπει την προσωπική και ερωτική ζωή του να βρίσκεται σε μια κατάσταση… αποσύνθεσης.
Πόσο, λοιπόν, νόημα έχει να περιγράψει κανείς μια ταινία, που λίγο ως πολύ, σχεδόν πριν ξεκινήσει, κάνει εμφανείς τις διαθέσεις της; Πόσο χρήσιμο είναι να κατακρίνει κάποιος τη φύση τού φιλμ, όταν στην τελική παραμένει έντιμο ως προς τη μορφή και τις προθέσεις του; Και στο τέλος, άραγε, υπάρχει κάποιος που πρόκειται να αλλάξει γνώμη για αυτό το είδος κινηματογράφησης, αν έχει ήδη αποδεχθεί και αγαπήσει τα προηγούμενα έργα του σκηνοθέτη;
Το «Knight of Cups» ανήκει στην κατηγορία των ταινιών που ένας υποψιασμένος θεατής γνωρίζει εκ των προτέρων αν απευθύνεται σε εκείνον και ο Μάλικ δεν κάνει καμία προσπάθεια για να το καμουφλάρει αυτό. Η ομορφιά των εικόνων του παραμένει εντυπωσιακή (εδώ, μάλιστα, χωρίζονται σε κεφάλαια που παίρνουν το όνομά τους από κάρτες Ταρώ – ο Κρεμασμένος, ο Πύργος, ο Θάνατος, η Ελευθερία κοκ) και ο βαθμός προσήλωσης των ηθοποιών του στο όραμά του είναι τουλάχιστον συγκινητικός (πληθώρα περνά μπροστά από την κάμερα, όπως η Νάταλι Πόρτμαν, η Κέιτ Μπλάνσετ, η Φρίντα Πίντο, η Ίμοτζεν Πουτς, ο Αντόνιο Μπαντέρας), όμως η φιλοσοφική θεώρηση του σεναρίου και η κριτική της κοινωνίας μέσα από τον φακό του έχουν, πλέον, χτίσει έναν δικό τους κλειστό κόσμο, που είτε είσαι μέρος του είτε ερμητικά κλεισμένος απέξω.
Βέβαια, με απόλυτη ψυχραιμία, οφείλουμε να παραδεχτούμε ότι μια τέτοια προσέγγιση ταιριάζει περισσότερο στην εξερεύνηση του κόσμου τού θεάματος και των σκοτεινών γωνιών τού «Knight of Cups» παρά στη μεμονωμένη προσωπική αναζήτηση του «To the Wonder». Ταυτόχρονα, δεν θα μπορούσαμε να παραβλέψουμε και τη μονόπλευρη, έως και κλισέ, αποτύπωση του γυναικείου φύλου στην ταινία, η οποία, δικαιολογημένα, θα προκαλέσει μεγάλη συζήτηση, αφού παρουσιάζεται απλά και μόνο ως αντικείμενο. Κρατήστε δυνάμεις, θα έχουμε πολλά να πούμε στο σύντομο μέλλον με την κυκλοφορία του φιλμ στις αίθουσες.