FreeCinema

Follow us
17.0223:50

Mπερλινάλε 66: Από τον Τόμας στον… Κρίστοφερ!


Η Τετάρτη ξεκίνησε άσχημα. Τσεκάροντας τα mail μου και τις ειδήσεις της ημέρας, πριν ξεκινήσω για τις προβολές της Μπερλινάλε, έσκασε το νέο του θανάτου του αγαπημένου μου σκηνοθέτη Αντρέι Ζουλάφσκι. Πώς να παρακολουθήσεις ταινίες και πώς να συνεχίσεις, όταν ένα τέτοιο νέο σε συγκλονίζει τόσο πολύ;

Από την άλλη, το να χωθείς σε μια αίθουσα και να πνίξεις τη θλίψη σου με νέες κινηματογραφικές εικόνες είναι παρηγορητικό. Σαν τον Ζουλάφσκι δεν θα υπάρξει κινηματογραφικά ποτέ κανένας με κάθε έννοια. Οι εικόνες του πλημμύρισαν και πάλι το μυαλό και συλλογιζόμουν πως μια καλή ταινία θα καταφέρει να με ανακουφίσει. Και πράγματι, την Τετάρτη είδαμε μια αληθινά καλή ταινία, μέσα στον ορυμαγδό της μετριότητας αυτού του Φεστιβάλ. Δεν ήταν άλλη από το νέο φιλμ του Τόμας Βίντερμπεργκ, «The Commune». Και επειδή κι αυτόν τον αγαπάμε, οι ελπίδες είχαν εναποτεθεί επάνω του – και δεν μας απογοήτευσε. Κάποιους εξέχοντες κριτικούς δεν τους πολυ-έπεισε για να βάλουν τα χρυσά τους αστεράκια, εμείς όμως, οι απλοί θεατές, παρακολουθήσαμε ολοκληρωμένο σινεμά, δίχως πολλά φτιασιδώματα και καθόλου politically correct τοποθετήσεις.

The Commune

Το σενάριο το έγραψε μαζί με τον Τομπίας Λίντχολμ, συνεργάτη του από το «Submarino» και το καταπληκτικό «Το Κυνήγι». To στόρι έχει πολλά αυτοβιογραφικά στοιχεία, γιατί ο Βίντερμπεργκ πέρασε κάποια από τα παιδικά του χρόνια σε κοινόβιο με τους μορφωμένους γονείς του. Ως προς την υπόθεση, ο Έρικ και η Άννα (καταπληκτικοί όπως πάντα οι Ούλριχ Τόμσεν και Τρίνε Ντίρχολμ) μετακομίζουν με την έφηβη κόρη τους σε ένα δικό του τεράστιο σπίτι και εκεί έχουν την ιδέα να συμβιώσουν με μερικούς ακόμη ανθρώπους, μιας και είμαστε στα 70’s και τα νέα απελευθερωμένα ήθη που κρύβονταν σε ένα καβούκι επί δεκαετίες έσκασαν και ξεχύθηκαν στον αέρα. Η Άννα ήταν αυτή που επέμεινε «γιατί δεν ήθελε να ακούει μόνο τη φωνή του Έρικ αλλά και άλλες φωνές μέσα στο σπίτι».

The Commune - movie 2016

Οι συγκάτοικοι δεν είναι ιδιαίτερα τονισμένοι, ούτε διαδραματίζουν σπουδαίο ρόλο, αλλά αυτόν που πρέπει: μοιράζονται τα πάντα στο σπίτι: τη χαρά, τη λύπη, τα γεύματα και τα δείπνα, τις αποφάσεις και τις κρίσεις. Ώσπου ο Έρικ ερωτεύεται μια πολύ νεότερη φοιτήτριά του, το λέει στη γυναίκα του γιατί αυτό επιβάλλουν οι καιροί και αρχίζει το ψυχόδραμα από ‘κει, με πάμπολλες αστείες πινελιές που σε πηγαίνουν από την κωμωδία στην τραγωδία και τούμπαλιν. Την Άννα τη γονατίζει αυτό που γίνεται στο διπλανό δωμάτιο με τον άνδρα της και τη φιλενάδα του και το φοβερό είναι ότι τούτη η ψυχική ταραχή αντανακλάται στο πρόσωπο της κόρης τους, που προτείνει σοκαριστικά ότι η μητέρα της πρέπει να φύγει από το σπίτι, αν δεν μπορεί να αντέξει την κατάσταση που της φέρνει δυστυχία. Η ηθική (με την έννοια του «πρέπει ή δεν πρέπει») στο κοινόβιο είναι ανυπόστατη και ο Βίντερμπεργκ το διασκεδάζει χωρίς να αιθεροβατεί ή να λειαίνει μια κατάσταση συναισθηματικά οδυνηρή, αυτή της μοιχείας, όρου που το κοινόβιο και πάλι αναιρεί. Υπό αυτή την έννοια και δεδομένης της δραματικότητας από την οδύνη της εγκατάλειψης της… συζυγικής παστάδας, η ταινία είναι ελαφρώς άνιση, όμως το συγχωρείς γιατί το άνισο διακρίνει έτσι ή αλλιώς την εποχή και τους ανθρώπους που μόλις φτάσανε σε τούτη τη δεκαετία έχοντας φάει στη μάπα όλη τη συντηρητικούρα των 60’s. O Βίντερμπεργκ δεν μπαίνει καν στην κλισέ κουβέντα ότι στην αγάπη τρίτος δεν χωρεί, παρά το ότι τα πράγματα αποδεικνύουν περίτρανα την ισχύ της παραπάνω πρότασης. Μόνο που τότε οι άνθρωποι δεν το ήξεραν τόσο καλά. Αυτά τα γνωρίζει το συναίσθημα. Οι θεωρίες μόνο παίζουν με τα λόγια. Και ο Βίντερμπεργκ το ξέρει τόσο καλά και το φιλμ του γίνεται μοντέρνο, γιατί δεν καταπιάνεται με τα παλιακά επιχειρήματα. Δεν γνωρίζουμε πόσο θα πιάσει την καρδιά της Μέριλ το φιλμ αυτό, γιατί δεν είναι η φτιαξιά του τέτοια, πάντως ευχόμαστε να εκτιμηθεί.

Genius - 2016

Γυρνώντας από αίθουσα σε αίθουσα (από σήμερα έχει αρκετό κρύο το Βερολίνο και οι Νότιοι επισκέπτες μάς ρωτούν αν θα το στρώσει ή δεν θα το στρώσει), παρακολουθήσαμε το καζάκικο «The Wounded Angel» από το Panorama, ένα ωραίο φιλμ, πολύ αντιεμπορικό και με ιδιαίτερο εθνογραφικό ενδιαφέρον, που η ιστορία και οι άνθρωποί του τοποθετούνται στην περιφέρεια του μετα-σοβιετικού Καζακστάν. Καταλαβαίνετε το decadence τοπίο, ανθρώπινο και γεωγραφικό, ειδικά μάλιστα όταν δεν υπάρχουν τα στοιχειώδη, όπως το ρεύμα κάποιες ώρες της ημέρας για λόγους οικονομίας. Εντός διαγωνιστικού προβλήθηκε και το «Soy Nero» του Ράφι Πιτς, πολυαναμενόμενο αλλά μάλλον απογοητευτικό, γιατί αναλώνει πολύ χρόνο για να πει αυτό που θέλει να πει τα τελευταία 20 λεπτά, με αποτέλεσμα να εικάζεις ότι θα έπρεπε να είναι μικρού μήκους. Ακόμη και το επίσης αναμενόμενο «Genius» (φωτό) με glamour ονόματα όπως η Κίντμαν, ο Τζουντ Λο, ο Κόλιν Φερθ, κι αυτό στο Διαγωνιστικό, ήταν μια ακόμη αποτυχημένη επιλογή, γιατί και ως ταινία είναι τόσο μέτρια, όψιμη και επιπόλαια φτιαγμένη, κατά την ταπεινή μας γνώμη όχι μόνο για Φεστιβάλ, αλλά και για τη διεθνή διανομή. Παρεμπιπτόντως, τέτοιες ταινίες με stars χαίρεσαι που είναι στο πρόγραμμα, γιατί ξέρεις ότι μετά θα πας και στη συνέντευξη Τύπου και θα βγάλεις και φωτογραφίες και θα τις ποστάρεις στο facebook και θα κερδίσεις μια στιγμή στην αιωνιότητα των διασήμων. Αυτά όλοι κάνουμε ή τουλάχιστον εμείς οι fans, που το διασκεδάζουμε χωρίς να πληττόμαστε από τη σοβαροφάνεια.

Papakaliatis screening

Την Τρίτη, όμως, είχαμε μια πολύ ευχάριστη συνάντηση για έναν καφέ με τον Χριστόφορο Παπακαλιάτη, που βρέθηκε στο Βερολίνο για να στηρίξει την προβολή της ταινίας του «Ένας Άλλος Κόσμος» στο πλαίσιο της Αγοράς. Δεν τον είχα ξανασυναντήσει, και ο Χριστόφορος είναι ένα πολύ ανοιχτό παιδί με τεντωμένα αυτιά που μελετάει και μαθαίνει καλά το μάθημα των κανόνων της αγοράς: sales, δικαιώματα, territories. «Τώρα τα μαθαίνω κι εγώ, δεν τα ήξερα αυτά», μου λέει με ειλικρίνεια. Η ταινία του πουλήθηκε στη Νότιο Κορέα και σε αρκετά κράτη της Μέσης Ανατολής, ήδη. Στην κουβέντα, ο Χριστόφορος ρωτάει να μαθαίνει συνέχεια. Για το Φεστιβάλ Hellas Filmbox Berlin και το τι επιτυχία είχε, την αγορά του Βερολίνου, τη ζωή στη Γερμανία, ενώ σχολιάζαμε, με αφορμή και τη συνεργασία του με τον Τζέι Κέι Σίμονς, πόσο καλά εκπαιδευμένοι και πόσο ωραίοι είναι στις συνεντεύξεις τους οι Αμερικανοί ηθοποιοί σε σχέση με τους Ευρωπαίους (δεν τα ξέρω όσο άλλοι, αλλά η φτωχή εμπειρία μου υπαγορεύει ότι οι Ευρωπαίοι είναι… boring. Κρυωμένος και με πυρετό και λίγο πριν μας αποχαιρετήσει για να χωθεί στο κρεβάτι του πάλι, άκουσε με μεγάλη προσοχή μια προσωπική ερωτική ιστορία. Θέτοντας διάφορες ερωτήσεις, κατευθύνοντας την κουβέντα εκείνος. «Χμμμ, σενάριο…», μου λέει κλείνοντας το μάτι. Ποιος ξέρει, τι έπλασε έτσι στα σβέλτα το μυαλό του. Τον θαύμασα. Ας τον αφήσουμε να μας εκπλήξει ξανά.

66 Berlinale