FreeCinema

Follow us

ΟΙ ΠΡΩΗΝ (2017)

(LES EX)

  • ΕΙΔΟΣ: Ρομαντική Κομεντί
  • ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ: Μορίς Μπαρτελεμί
  • ΚΑΣΤ: Ζαν-Πολ Ρουβ, Αλίς Νταβίντ, Στεφί Σελμά, Αρνό Ντικρέ
  • ΔΙΑΡΚΕΙΑ: 84'
  • ΔΙΑΝΟΜΗ: FEELGOOD

Μια ντουζίνα Παριζιάνοι τραβιούνται ποικιλοτρόπως. Για όλους, παίζει δάκτυλος συντρόφου που αποτελεί πια παρελθόν. Είναι για… δέσιμο;

Κακοί. Και νομίζατε ότι μόνο στην Ψωροκώσταινα βάζουμε χέρι σε ιταλικές κωμωδίες… Κάνοντας μάγκα τον Θοδωρή Αθερίδη που στο «Τέλειοι Ξένοι» κοίταξε στα μάτια το «Perfetti Sconosciutti» του Πάολο Τζενοβέζε, ο ηθοποιός Μορίς Μπαρτελεμί (εδώ είναι ο φλούφλης χειρουργός που τα έχει με το μανούλι απ’ τον Καναδά) μπαλαμουτιάζει, για το πέμπτο νταραβεράκι του με το auteur-ιλίκι, την ταινία «Ex» του Φράνκο Μπρίτσι απ’ το 2009. Δεν την ξέσκισε, έχοντας μάλιστα μείνει πιστός σε κάποιες απ’ τις γαργαλιστικότερες στάσεις της (η ιεραποστολική της μελλόνυμφης) και δώσει εντελώς τα παπούτσια στο χέρι σε άλλες (το εξ αποστάσεως ειδύλλιο). Αλλά κατ’ ουσίαν μαζεύει τα σάλια ενός άλλου ξένου, του Άγγλου Σάιμον Κέρτις, του οποίου το «Αγάπη Είναι…» (2003), στο πιο κυνικό και πολύ πιο κρυόκωλο, έχει δομικά κυρίως για δάσκαλο στο κρεβάτι σε μία ψιλοπουριτανική (δε θα δείτε ούτε άπαξ τη γενετήσια πράξη, δηλαδή, προς άγραν και των teenagers) κιόλας πράξη ερεθισμού των πλέον αγοραίων μελών του κινηματογραφοφιλικού σώματος. Βάσει του ταμείου στην πατρίδα του, ακόμη κι αυτά τελικά απέτυχε να τα ικανοποιήσει, αν τούτο λέει κάτι επιπλέον για τα προσόντα του.

Και μου κουνιόταν θεωρητικά χαριτωμένα η ιδέα της μεταφοράς της παρτούζας (που λέει ο λόγος) στην παγκόσμια πρωτεύουσα του έρωτα. Εδώ, ο Μπαρτελεμί παίρνει μάτι τον «αισθηματικό» αντίποδα, που αλ(α)λ(ι)άζει για τον άλφα ή βήτα λόγο δραστικά την πραγματικότητα των ηρώων του. Ψυχολόγος ξεκινάει κάτι με οικοδέσποινα ραδιοπρογράμματος εξομολογήσεων αλλά, φορτωμένος ξαφνικά τις μετέφηβες δίδυμες κόρες απ’ τον διαλυμένο πρώτο του γάμο, τη γειώνει. Ο κουνιάδος του, βετεράνος δικηγόρος διαζυγίων, φορτώνεται το συναινετικό δικό του αφού απάτησε τη madame. Ταξιτζής, με αμανάτι το bulldog της φευγάτης κοπέλας του, πέφτει μετά από κούρσα μοιραία ξανά επάνω στην με θεματάκι υγείας κόρη τους. Γιατρός τρομοκρατείται από μπατσίνα που δεν μπορεί να ξεπεράσει την άλλοτε δικιά της νέα γκόμενά του, sportive κοπελάρα. Και σερβιτόρα κολλητή της τρώει σκάλωμα όταν αντικρίζει παλιό της boyfriend στο πρόσωπο του παπά που οσονούπω θα την παντρέψει, με τον γαμπρό να έχει κι αυτός τα μυστικά του. Σε κάθε… περίπτωση, ένας τελειωμένος (#diplhs), ή μπορεί κι όχι, καθόλου μάλιστα (η θα ‘θελε ειδοποιός διαφορά της θεματικής), έρωτας πηγαινοφέρνει τις καρδιές και μαζί τους βίους τους. «Έλα ν’ αγαπηθούμε» πώς και σε ποιον θα πουν ξανά ειλικρινά;

Με τον τρόπο που, με τη… σειρά του, τους πηγαινοφέρνει για να τους προξενέψει ο Docteur Love Μπαρτελεμί είναι αδιάφορο, όπως και να ‘χει. Για τα μοντέρνα περιπεπλεγμένα σχεσεακά ή έτερα ήθη δεν μιλάει – και τ’ ότι το παλικάρι είναι οδηγός της Freecab (γηγενής ανταγωνιστής της UBER στην Πόλη του Φωτός) ή ότι τα άγρια νιάτα τού psy ντύνονται asian schoolgirls για να ρίξει το design κάνα χαστουκάκι στα πισινά του σύγχρονου φόντου, ξεγυμνώνει τη συγκεκριμένη σεναριακή ανηδονία έτι περαιτέρω. Με μια γλώσσα ικανή να ξυπνάει στα απόκρυφα των διαλόγων έστω κατ’ ελάχιστον ευφυολογήματα να μη συμπεριλαμβάνεται στα φυσικά θέλγητρα της πένας, η… τελευταία τρέχει πίσω από τον ποδόγυρο και τις λεβεντιές των καταστάσεων που μοιάζουν στημένα ραντεβού σε απελπισμένους για το εξιτάρισμα του ενδιαφέροντός σου εναλλασσόμενους χώρους δράσης, που δοθείσης ευκαιρίας σμίγουν και με ασυνήθιστα γκαγκ ή τύπους εν είδει fluffers, που όμως επίσης δεν σου κάνουν κούκου. Τι ισπανόφωνοι αγιογράφοι, τι η nana απ’ το Κεμπέκ, τι «χόρτο» βρασμένο σ’ αφέψημα, τι ένας νάνος προεξάρχων σε ομαδική θεραπεία, τι ξεμονάχιασμα σ’ ένα δεντρόσπιτο, τι ένα πέρασμα από πρόβες στο καμπαρέ Crazy Horse, τι μια συνάντηση διαδίκων κατά τη διάρκεια αποτρίχωσης brazilian του ενός, τι μια επίφαση τρίο μέσα σ’ ένα εξομολογητήριο… Άσε το σκυλί που συμπρωταγωνιστεί κανονικότατα (κι έχει την – κυριολεκτικά – εξυπνότερη σκηνή, αυτή με το μπαλάκι). Τώρα θα καταλάβεις και θα επανεκτιμήσεις το oeuvre της Νάνσι Μάγερς, μιλάμε.

Είναι κρίμα καθώς ο Μπαρτελεμί, ως θέσπειος θεράπων (φαντάσου κάποιον μεταξύ του Μόμπι και του Κέκο Τζαλόνε) ο ίδιος, έχει φροντίσει να σμίξουν μέσω της διανομής, να ταιριάξουν λίγο-πολύ τα χνώτα τους και να κάνουν το κομμάτι τους κάποιοι από πραγματικά ταλαντούχοι καρατερίστες (ο άνετος παλαίμαχος Πατρίκ Σενέ, η Ζουντίτ Ελ Ζεν που πάντα γράφει) έως χαριτωμένες νεόκοπες φατσούλες (ο babyface Μπατίστ Λεκαπλέν, η μοντέλα Ζοέ Ντισέν). Ακόμη κι αυτοί ωστόσο αδυνατούν να βάλουν κάτω και να πετάξουν τα μάτια έξω στο στυτικά δυσλειτουργικό υλικό, μα των ευτραπέλων μα των πιο de profundis pas de deux, που υποχρεώνονται να υπηρετήσουν ως παρτενέρ, χαρακτήρες σ’ ένα γαϊτανάκι πολύ προικοθηρικό ώστε να διαρρήξει τους δεσμούς του με το sitcom που το θρέφει μα ούτε και αρκετά τολμηρό ώστε να καμακιάσει τη σάτιρα, έστω δια της φάρσας, ή να καρφώσει εκστατικά την ανατομία που φαντασιώνεται. Όταν φασώνεται, δε, στο πόδι και με το ελαφρύ δράμα, άσ’ το να πάει, άσ’ το…

Δε χωρίζεις τα τσανάκια σου με το ζεύγος «φακός – μοντάζ» που κοζάρει κι ενώνει ικανά τα πηγαινέλα, εν αντιθέσει προς το soundtrack (όχι το score του Μορινό) από αγγλόφωνα συνήθως tubes που κάνει πολύ εύκολα και συνήθως χωρίς στιχουργική συνάφεια τα γούστα τού πάσα ένα – εξαίρεση το λατρεμένο μου «Tie a Yellow Ribbon Round the Old Oak Tree» του Τόνι Ορλάντο και των Dawn. Η εξωπραγματική εύθυμη απόληξη της ατραξιόν του φινάλε, σαν από «στης εκκλησιάς την πόρτα» happy end ταινίας του παλιού ελληνικού κινηματογράφου, θα ενώσει σε σκιρτήματα απογοήτευσης και οργής για πρώτη φορά στα χρονικά την Εκκλησία της Ελλάδας, τους gay και τους όποιους γνώστες των απαιτούμενων διοικητικών διαδικασιών για την ανακήρυξη δύο ανθρώπων σε νόμιμο αντρόγυνο. «Ποτέ δεν ξεχνάμε τους πρώην μας. Είναι κομμάτι της ζωής μας», αποφαίνεται μια σοφία στο αντίο. Αυτό το για μιάμιση ώρα ταίρι μου στη σκοτεινή αίθουσα εγώ θα το ξεχάσω. Και κομμάτι της ζωής μου δεν πρόκειται να γίνει, εννοείται. Φιλενάδα, πάμε γι’ άλλα…

ΕΙΝΑΙ ΓΙΑ ΜΕΝΑ;

Όχι η χειρότερη σινεχειρονομία του είδους ή της χώρας προέλευσης αλλά πολύ μακριά κι από Πύργος του Άιφελ τους. Οι χωρισμένοι δε γιορτάζουνε ποτέ αλλά συμπάσχοντας μπορεί να βρουν κάτι παραπάνω απ’ τον μέσο θεατή, που δύσκολα θα αγγιχτεί πραγματικά. Παλιέ των ημερών, το «La Ronde» του Οφίλς ήταν πολύ μπροστά, καμία σχέση. Αν ακούς «γαλλικό σε θερινό» και φουντώνεις για Μπατακλάν, μακριά – δεν τους θέλεις μία, δε σε θέλουν δέκα.


MORE REVIEWS

ΜΗΝ ΑΝΟΙΓΕΙΣ ΤΗΝ ΠΟΡΤΑ

Άνδρας που ζει μοναχικά σε ορεινή περιοχή, ανοίγει την πόρτα του σπιτιού του σε άγνωστη κοπέλα που, εν εξάλλω καταστάσει, του ζητά βοήθεια μέσα στη νύχτα, επικαλούμενη επίθεση πλάσματος (;) αγνώστου ταυτότητας και στοιχείων προς την ερευνητική ομάδα βιολόγων στην οποία ανήκει και είχε κατασκηνώσει στο παρακείμενο δάσος.

ΣΟΥΠΕΡ ΜΑΓΚΙ

H ζωή έχει γίνει λίγο πολύ απαιτητική για τη Σούπερ Μάγκι. Καθώς η εγκληματικότητα στην πόλη είναι σε ύφεση, περνά τον χρόνο της βοηθώντας στην απόφραξη αποχετεύσεων και στην υποβολή φορολογικών δηλώσεων, αντί να σώζει τον κόσμο. Σίγουρα δεν είχε επιλέξει κάτι τέτοιο! Όταν μια μοχθηρή ιδιοφυΐα της τεχνολογίας απειλεί να παγιδεύσει ολόκληρη την πόλη σε μια «τέλεια» προσομοίωση metaverse, η Μάγκι και ο Σουίτι πρέπει να συνεργαστούν για να σώσουν την κατάσταση για άλλη μια φορά. Μήπως είναι και η τελευταία περιπέτεια του δυναμικού ντουέτου;

Ο ΤΕΛΕΥΤΑΙΟΣ ΗΡΩΑΣ

Γερμανική πολυεθνική που επιθυμεί ν’ ανοίξει supermarket σε χωριό της Σλοβενίας στέλνει επιτόπου εκπρόσωπό της για αυτοψία. Εκείνη, όμως, πέφτει πάνω σε κάτι φευγάτους τύπους που για hobby τους έχουν… την αναπαράσταση μαχών του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου και ούτε ζωγραφιστούς δεν θέλουν να βλέπουν τους Γερμανούς!

ΟΙ ΑΝΤΙΠΑΛΟΙ

Ο Αρτ και ο Πάτρικ καψουρεύονται την Τάσι. Και οι τρεις τους παίζουν tennis επαγγελματικά. Και θέλουν να κερδίζουν. Αλλά στο… κρεβάτι τρίτος δε χωρεί.

ΖΩΝΤΑΝΟ ΠΝΕΥΜΑ

Κατά τη διάρκεια των καλοκαιρινών της διακοπών, η μικρή Σαλομέ βιώνει τον θάνατο της αγαπημένης της γιαγιάς. Εν μέσω οικογενειακών φιλονικιών περί των διαδικαστικών της κηδείας, το πνεύμα της μακαρίτισσας «στοιχειώνει» την αθώα πιτσιρίκα.