FreeCinema

Follow us

DARK SHADOWS (2012)

  • ΕΙΔΟΣ: Κωμωδία Τρόμου
  • ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ: Τιμ Μπέρτον
  • ΚΑΣΤ: Τζόνι Ντεπ, Εύα Γκριν, Μισέλ Φάιφερ, Έλενα Μπόναμ Κάρτερ, Μπέλα Χίθκοτ, Κλόι Γκρέις Μορέτς
  • ΔΙΑΡΚΕΙΑ: 113’
  • ΔΙΑΝΟΜΗ: VILLAGE FILMS

Ύστερα από σχεδόν δύο αιώνες αιχμαλωσίας σ’ ένα… φέρετρο και την κατάρα μίας χωρίς ανταπόκριση αγαπημένης, που επέλεξε, από το να μην τον έχει δικό της, να τον μετατρέψει σε βαμπίρ, ο Μπάρναμπας Κόλινς επιστρέφει στην οικογένειά του για να λύσει τα προβλήματα… και τα μυστικά της.

Ένας λυρικός πρόλογος αβάσταχτου γοτθικού ρομαντισμού, με ατμόσφαιρες που συγγενεύουν με την αισθητική του «Sleepy Hollow», μας εξηγεί το παρελθόν του κεντρικού ήρωα του «Dark Shadows» (καθημερινή, σχεδόν σαπουνοπερέ και μακάβρια χιουμοριστική τηλεοπτική σειρά που πρόβαλλε το ABC κατά την περίοδο 1966 – 1971, φτάνοντας τα… 1.225 επεισόδια!), πριν τον φάει το μαύρο σκοτάδι του… φέρετρου στο οποίο πρόκειται να κατοικήσει από το 1752 ως το… 1972!

Έχεις καταλάβει αμέσως πως βρίσκεσαι σε μια ταινία του Τιμ Μπέρτον – και αυτή την εικονοκλαστική γνησιότητα, που προδίδει τη συγκεκριμένη υπογραφή (ακόμη και στη θέα ενός και μόνου φιλμικού καρέ), ελάχιστοι δημιουργοί μπορούν να δηλώσουν ότι κατέχουν σήμερα. Πόσω μάλλον και την ευκολία να πείθουν τον Τζόνι Ντεπ (στην όγδοη συνεργασία με τον, σαφώς, αγαπημένο του σκηνοθέτη) να μεταμορφώνεται σε οτιδήποτε αλλόκοτο, όπως το αγέραστο, άχρωμο, παλιομοδίτικα uncool βαμπίρ που «βρετανίζει» στη μελετημένα αργόσυρτη προφορά του και ακούει στο όνομα Μπάρναμπας!

Αυτά, όμως, είναι τα εύκολα και προφανή. Οι οπαδοί του Μπέρτον που έχουν προχωρήσει σε άλλα levels ανάγνωσης των ταινιών του θα δαγκώσουν τα χείλη τους (μέχρι να ματώσουν…) με την εμφάνιση των opening credits, όπου η μελωδία του «Nights in White Satin» των Moody Blues (μετάφρασε την κάθε λέξη, ακόμη και ξεχωριστά, και θα καταλάβεις τι εστί σαρδόνιο χιούμορ) πέφτει σαν πλερέζα πάνω από τις εικόνες της καταπράσινης και γαλήνιας επαρχίας, την οποία διασχίζει ένα τρένο. Κάνουμε focus σε μια επιβάτιδα. Είναι η μυστηριώδης Βικτόρια Γουίντερς, που κρατά στα χέρια μια αγγελία για γκουβερνάντα και, σίγουρα, δεν ταιριάζει με το υπόλοιπο σκηνικό της εποχής. Παρατήρησε πόσες πληροφορίες μπορείς ν’ αποκωδικοποιήσεις μέσα στα λιγοστά λεπτά που διαρκεί το τραγούδι. Η Βικτόρια κρύβει κάτι για την ταυτότητά της. Πρέπει να συνδέεται με το παρελθόν (ίσως και… αφύσικα). Αποτελεί το πρότυπο του μπερτονικού θηλυκού, άρα θα παίξει μοιραίο ρόλο σε κάποιο αίσθημα. Στο σταθμό του τρένου, περιμένουν μόνο γυναίκες με μικρά παιδιά και το βλέμμα της υποδηλώνει μονάχα θλίψη. Στη σκηνή του οτοστόπ με τους χίπηδες, οι τελευταίοι δείχνουν προσβλητικά παράταιροι δίπλα της (κακός οιωνός γι’ αυτούς). Συνδέοντας όλες αυτές τις σκέψεις υπό ένα ψυχαναλυτικό πρίσμα, που «στοιχειώνει» τα περισσότερα από τα φιλμ του Μπέρτον, κατανοείς πως οι δεσμοί της οικογένειας και το πόσο τραυματικοί μπορεί να είναι αυτοί στη ρεαλιστική καθημερινότητα, εξακολουθούν να είναι το αγαπημένο μοτίβο – προβληματική του δημιουργού, ο οποίος κάνει τη μικρή του, σχεδόν αδιόρατη αυτο-ψυχανάλυση, κυνηγημένος από προσωπικά «τέρατα» δυσλειτουργικότητας που πλήττουν με ενοχές την πατρική φιγούρα. Κι επειδή αυτό το τελευταίο το έχει σχεδόν ξεπεράσει μέσω προγενέστερων ταινιών (με αποθέωση το «Big Fish»), στο «Dark Shadows» τον πρωταγωνιστικό ρόλο στις νευρώσεις παίρνουν οι γυναίκες, αν όχι το αγαπημένο του μητρικό σύμβολο. Ναι, ο Τιμ Μπέρτον προτιμά και αγαπά τις γυναίκες του.

Το σύμπαν του «Dark Shadows» κατοικείται από γυναίκες! Ο άντρας είναι το παντοτινό υποκριτικό του alter ego και τα θηλυκά έχουν πάρει τη μορφή ενός ολόκληρου πάνθεου… ηδονής, με κυρίαρχη τη Μισέλ Φάιφερ (η μητέρα – προστάτιδα), ιδανική αλλά και καταστροφική (μαζί!) ερωμένη την Εύα Γκριν, ανάμνηση της πρώτης αγάπης τη Μπέλα Χίθκοτ, σεξουαλικό απωθημένο την αμαρτωλά (ηλικιακά…) ερεθιστική Κλόι Γκρέις Μορέτς και ψυχαναλυτή… την ίδια του τη σύζυγο (στην πραγματικότητα), την Έλενα Μπόναμ Κάρτερ! Σαν ένας άλλος Φελίνι, ο Μπέρτον διασκεδάζει με το αντικείμενο της λατρείας του τόσο αλόγιστα, σε βαθμό να ξεχνά πως από κάτω υπάρχει και μια πλοκή που πρέπει να τσουλήσει και να… μπήξει τα δόντια της στο fun μιας παρωδίας, το trailer της οποίας μας είχε φτιάξει τη διάθεση για μια επιστροφή προς τη μεριά του «Σκαθαροζούμη». Το μεγάλο ατύχημα του φιλμ είναι η απουσία αυτής της απογείωσης προς κάτι το ξεκάθαρα αστείο. Γιατί, από το άλλο μέτωπο, τα πιο… κρυμμένα (σαν τις μυστικές πόρτες και τις στοές στην οικία των Κόλινς), εσωτερικής ανάγνωσης χαρίσματα του «Dark Shadows» ολοκληρώνουν τους στόχους τους. Όχι, όμως, για το mainstream κοινό!

Ακόμη μια παράμετρος ανάλυσης της ταινίας, εντοπίζεται στο άλλα ζήτημα που, πλέον, έχει ο Μπέρτον: το πέρασμα του χρόνου. Μιλάμε για ένα δημιουργό που δε φοβήθηκε ποτέ του το θάνατο. Το γήρας, όμως, δείχνει να τον αγχώνει. Και η ένθεση αυτού του προβληματισμού (με αμυδρές αναμνήσεις από «Death Becomes Her»!) σε ένα ήδη φορτωμένο… χρονικά για την αφήγηση σύμπαν, δεν ευνοεί τις προοπτικές του σεναρίου, που κάποια στιγμή θα πρέπει να κλείσει όλες τις υποχρεώσεις του άρον άρον (βλέπε τη μοίρα του χαρακτήρα της Μόρετζ) και να οδηγήσει την… αγάπη σε μια κάποια μορφή θριάμβου.

Στην τελική, δεν μπορείς να κατηγορήσεις τον Τιμ Μπέρτον επειδή δεν έσπασε πλάκα με μια ταινία που έδειχνε να έχει όλα τα φόντα για κάτι τέτοιο. Δεν μπορείς να κατηγορήσεις ένα ολόκληρο καστ που αισθάνεσαι πως γουστάρει τους ρόλους του κι έχει συντονιστεί ιδανικά μέσα στο κλίμα και τη διάθεση του δημιουργού του. Δεν μπορείς να κατηγορήσεις το Ρικ Χάινρικς για την αισθητική παραζάλη του γοτθικού παρελθόντος σε ένα πάντρεμα με τα επαναστατημένα και… κιτσάτα 70’s. Δεν μπορείς να… παλουκωθείς στο κάθισμα και να μη θαυμάσεις όλο αυτό το θέαμα που είναι (το) σινεμά. Αν, όμως, ήσουν βαμπίρ, κλεισμένο σ’ ένα φέρετρο για δύο αιώνες και περιμένεις αυτήν εδώ την ταινία για να ξεδιψάσεις με το αίμα της και να ορθοποδήσεις διασκεδαστικά, σε μια εποχή σχετικής ξεραΐλας για τη μεγάλη οθόνη, χωρίς να πίνεις… νερό στ’ όνομα του Μπέρτον, παίρνεις ένα… σκιαχτικό ρίσκο.

ΕΙΝΑΙ ΓΙΑ ΜΕΝΑ;

Οι fans μπορούν να κοιμούνται ήσυχοι. Το «Dark Shadows» δεν είναι «Αλίκη στη Χώρα των Θαυμάτων»! Οι υπόλοιποι κοινοί θνητοί, ας βάλουν το χέρι στην καρδιά κι ας θυμηθούν πότε ταυτίστηκαν ολοκληρωτικά με μια ταινία του Μπέρτον για τελευταία φορά. Εάν τον έχεις χάσει από καιρό, συνέχισε να τον ψάχνεις…


MORE REVIEWS

ΣΤΟΝ ΙΣΤΟ ΤΟΥ ΤΡΟΜΟΥ

Ο Καλέμπ, νεαρός κάτοικος του ελαφρώς γκετοποιημένου κτηριακού συγκροτήματος Les Arenes de Picasso, λίγο έξω από το Παρίσι, με αδυναμία στο να συλλέγει εξωτικά έντομα, φέρνει στο διαμέρισμά του μια σπάνια αράχνη άκρως επικίνδυνη και δηλητηριώδη, η οποία αναπαράγεται με απίστευτη ευκολία και ταχύτητα. Επίσης, τα τέκνα της… μεγαλώνουν αφύσικα!

ΜΗΝ ΑΝΟΙΓΕΙΣ ΤΗΝ ΠΟΡΤΑ

Άνδρας που ζει μοναχικά σε ορεινή περιοχή, ανοίγει την πόρτα του σπιτιού του σε άγνωστη κοπέλα που, εν εξάλλω καταστάσει, του ζητά βοήθεια μέσα στη νύχτα, επικαλούμενη επίθεση πλάσματος (;) αγνώστου ταυτότητας και στοιχείων προς την ερευνητική ομάδα βιολόγων στην οποία ανήκει και είχε κατασκηνώσει στο παρακείμενο δάσος.

ΣΟΥΠΕΡ ΜΑΓΚΙ

H ζωή έχει γίνει λίγο πολύ απαιτητική για τη Σούπερ Μάγκι. Καθώς η εγκληματικότητα στην πόλη είναι σε ύφεση, περνά τον χρόνο της βοηθώντας στην απόφραξη αποχετεύσεων και στην υποβολή φορολογικών δηλώσεων, αντί να σώζει τον κόσμο. Σίγουρα δεν είχε επιλέξει κάτι τέτοιο! Όταν μια μοχθηρή ιδιοφυΐα της τεχνολογίας απειλεί να παγιδεύσει ολόκληρη την πόλη σε μια «τέλεια» προσομοίωση metaverse, η Μάγκι και ο Σουίτι πρέπει να συνεργαστούν για να σώσουν την κατάσταση για άλλη μια φορά. Μήπως είναι και η τελευταία περιπέτεια του δυναμικού ντουέτου;

Ο ΤΕΛΕΥΤΑΙΟΣ ΗΡΩΑΣ

Γερμανική πολυεθνική που επιθυμεί ν’ ανοίξει supermarket σε χωριό της Σλοβενίας στέλνει επιτόπου εκπρόσωπό της για αυτοψία. Εκείνη, όμως, πέφτει πάνω σε κάτι φευγάτους τύπους που για hobby τους έχουν… την αναπαράσταση μαχών του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου και ούτε ζωγραφιστούς δεν θέλουν να βλέπουν τους Γερμανούς!

ΟΙ ΑΝΤΙΠΑΛΟΙ

Ο Αρτ και ο Πάτρικ καψουρεύονται την Τάσι. Και οι τρεις τους παίζουν tennis επαγγελματικά. Και θέλουν να κερδίζουν. Αλλά στο… κρεβάτι τρίτος δε χωρεί.