CAPTAIN MARVEL (2019)
- ΕΙΔΟΣ: Περιπέτεια Φαντασίας
- ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ: Άννα Μπόντεν, Ράιαν Φλεκ
- ΚΑΣΤ: Μπρι Λάρσον, Σάμιουελ Λ. Τζάκσον, Τζουντ Λο, Ανέτ Μπένινγκ, Ντζιμόν Χούνσου, Τζέμα Τσαν, Λι Πέις, Μπεν Μέντελσον, Κλαρκ Γκρεγκ
- ΔΙΑΡΚΕΙΑ: 124'
- ΔΙΑΝΟΜΗ: FEELGOOD
Η Κάρολ Ντάνβερς δεν θυμάται ποια είναι. Και, ακόμα χειρότερα, φοβάται πως οι αναμνήσεις που έχει είναι εμφυτευμένες. Στην προσπάθειά της να βρει την αλήθεια, θα βρεθεί ανάμεσα σε δύο εξωγήινες, αντίπαλες φυλές. Ποια από τις δύο μπορεί να εμπιστευτεί; Και τι διάβολο γυρεύει στο Λος Άντζελες του ’90;
Ταινίες βασισμένες σε comics με… γυναίκα superhero. Αυτή η μάστιγα. Όσο και να το μελετήσεις το θέμα, μονάχα ένα φιλμ επέζησε ετούτης της πολυετούς «κατάρας» (και όχι απλά βλεπόταν, αλλά το έλεγες και καλό!): το «Wonder Woman» (2017). Πλέον, το «Captain Marvel» μπαίνει κι αυτό στη λίστα των τερατωδών αστοχιών του genre, όσο κι αν η ηρωίδα Κάρολ Ντάνβερς / Βιρς / Captain Marvel αγωνίστηκε να κρατηθεί σε ανεκτά επίπεδα ψυχαγωγίας με «άλλοθι» το χιουμοράκι των αναφορών του «time travel» στα ‘90s. Δυστυχώς, η συνολική διάρκεια του φιλμ έγειρε την πλάστιγγα πιο κοντά στον χαρακτηρισμό… «Captain Stinker».
Το φιλμ ξεκινά με πλοκή intergalactic πολέμου και δράση που μπορεί να συγκριθεί με basic τηλεοπτική σειρά φαντασίας ή μέτριο game (όχι ελπιδοφόρα όλα αυτά…). Μέσα σε λίγα λεπτά, αντιλαμβάνεσαι με τρόμο ότι… δεν καταλαβαίνεις σχεδόν τίποτα και ότι ενδεχομένως αυτό να είναι και το ουσιαστικότερο πρόβλημα του «Captain Marvel», καθώς η ηρωίδα του έχει διαρκώς κενά μνήμης και αβεβαιότητα για το αν οι εικόνες που θυμάται (από σκόρπιες χρονικά φάσεις) είναι πραγματικά δικές της. Για να σου το κάνω πιο λιανά, είναι σαν να σου δείχνουν το επεισόδιο εννέα από ανάλογο TV series, χωρίς περίληψη των προηγουμένων, κι εσύ να μην έχεις παρακολουθήσει ποτέ πριν τη σειρά! Η Κάρολ είναι με το πλευρό των Κρι, μιας εξωγήινης φυλής με ανθρώπινα χαρακτηριστικά που ζει σε ένα φουτουριστικού design σύμπαν, με τους shapeshifting και μοχθηρούς στην όψη Σκρολ να τους πολεμούν για… «κάτι» δικά τους. Σε μια ενέδρα, οι Σκρολ αιχμαλωτίζουν την Κάρολ και την ανακρίνουν εισχωρώντας στο μυαλό και τη μνήμη της, επιχειρώντας να αποσπάσουν πληροφορίες για μυστηριώδη ενεργειακή δύναμη που θέλουν να αποκτήσουν και ίσως βρίσκεται στον πλανήτη C-53 (οι ντόπιοι εκεί τον αποκαλούν… Γη!). Φυσικά, η Κάρολ καταφέρνει να αποδράσει και κατευθύνεται προς τον C-53, με σκοπό να βρει τη… «Supreme Intelligence» (που έχει τη μορφή της τίμια γερασμένης Ανέτ Μπένινγκ), μπας και μάθει κάτι για το ποια ακριβώς είναι. Το ευχόμαστε κι εμείς μαζί της…
Εδώ εντοπίζεται και το μοναδικό ευχάριστο κομμάτι της ταινίας, καθώς η Κάρολ προσγειώνεται κακήν-κακώς σε ένα τεράστιο video club της αλυσίδας Blockbuster, στο Λος Άντζελες του 1995 (δεν ξέρουμε γιατί, δεν ρωτάμε…). Αμέσως είναι ορατή η χιουμοριστική διάθεση των αναφορών στο παρελθόν, με πιο χαρακτηριστικό εκείνο της καταστροφής ενός stand του Άρνολντ Σουορτσενέγκερ και της ταινίας «Αληθινά Ψέματα» από πυρά της ηρωίδας (ξέχασα να αναφέρω πως η δύναμη της Κάρολ εντοπίζεται στις παλάμες της που εκτοξεύουν ενέργεια), εν μέσω αμέτρητων ραφιών με… κασέτες VHS! Ξεχωρίζω αυτό το παράδειγμα, διότι εδώ η αφήγηση κατακλέβει στοιχεία από τους δύο πρώτους «Εξολοθρευτές» του Τζέιμς Κάμερον (η Κάρολ είναι κάτι σαν τον αντίστοιχο Terminator και οι Σκρολ που βρίσκονται στο κατόπι της μορφοποιούνται σε διαφορετικές ανθρώπινες όψεις όπως έκανε και ο T-1000).Σκάει μύτη και ο… Νικ Φιούρι της δεκαετίας του ’90, με πιο digital φρεσκαδούρα look για τον Σάμιουελ Λ. Τζάκσον, ο οποίος προσθέτει ακόμη περισσότερες δόσεις comic relief στο όλο μπάχαλο, που είναι γεμάτο από τραγούδια της εποχής για να κλείνουν το μάτι και στην pop κουλτούρα, ενίοτε με στιχουργικό σημείο ταύτισης (τύπου «Just a Girl» από τους No Doubt, το ‘πιασες;), αλλά με σκηνές καταδίωξης και πάλης εντελώς βαρετές και ανέμπνευστες σκηνοθετικά.
Ακολουθεί μια κάποια «κοιλιά» κι από εκεί κι έπειτα το έργο δεν απογειώνεται ποτέ ξανά σε κάτι που να παρακολουθείς και να σε ευχαριστεί. Το πλήρες δίωρο, προσωπικά, το αισθάνθηκα σε… σωματικό πόνο στο κάθισμα, καθώς δεν νοιάστηκα ούτε στιγμή για το αν θα ζήσει ή αν θα πεθάνει η Κάρολ Ντάνβερς, τι θα βρει για το παρελθόν της ή πού θα «κολλήσουν» τα όποια στοιχεία της πλοκής με το υπόλοιπο φιλμικό σύμπαν της Marvel. Σε κάποιο σημείο, δε, η ηρωίδα (μάλλον) ολοκληρώνει τις διεργασίες συνειδητοποίησης των super δυνάμεών της και, στα καλά καθούμενα, το σώμα της μετατρέπεται σε κάτι μεταξύ διαστημόπλοιου και ρουκέτας, η οποία διαπερνά κάθε στρατόσφαιρα και εμβολίζει σκάφος των κακών Σκρολ. Ήταν η στιγμή που ξύπνησαν (#diplhs) και οι δικές μου super δυνάμεις και συνειδητοποίησα πως η κριτική του «Captain Marvel» δεν θα μπορούσε παρά να είναι ένα ολοκληρωτικό… σκίσιμο του φιλμ. Καρδούλα.
Η ταινία κλείνει με δύο post-credits σκηνές που κάνουν link με το προηγούμενο μέρος των «Avengers», απειλώντας μας ότι εκεί θα ξαναδούμε τούτη την ηρωίδα, περί τα τέλη Απριλίου, δηλαδή. Ζωή σε μας.