FreeCinema

Follow us

Τι είναι μια cult ταινία; Πόσο σκουπίδι μπορεί ή πρέπει να είναι; Από ποιον πλανήτη έρχεται και γιατί χρειάζεται να τη λατρέψεις; Μια στήλη που… εγκληματεί, για να σου δώσει τις καλύτερες απαντήσεις γύρω από κινηματογραφικά αξιοπερίεργα και τίτλους που αξίζει να μάθεις πως υπάρχουν. Αρκετά συχνότερα… για τους λάθος λόγους!

Ο ΑΓΥΡΤΗΣ (1947)

(NIGHTMARE ALLEY)

  • ΕΙΔΟΣ: Δραματικό Νουάρ
  • ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ: Έντμουντ Γκούλντινγκ
  • ΚΑΣΤ: Ταϊρόν Πάουερ, Τζόαν Μπλοντέλ, Κολίν Γκρέι, Έλεν Γουόκερ, Τέιλορ Χολμς, Ίαν Κιθ, Μάικ Μαζούρκι

Χωρίς ν’ αποτελεί τυπικό δείγμα του φιλμ νουάρ, το «Nightmare Alley» αναδύει έναν προβληματισμό που παραπέμπει κατευθείαν στις πιο κλασικές ταινίες του είδους. Ποιος είναι ο πλέον αναπόφευκτος τρόπος ώστε κάποιος να πέσει πολύ χαμηλά; Μα, ν’ ανέβει υπερβολικά ψηλά, ασφαλώς. Η αλαζονεία συναντά την ύβρη στον «Αγύρτη» (ο ελληνικός τίτλος λειτουργεί πλέον ως υπενθύμιση μιας εντελώς άλλης εποχής), κι ας μην έχει ν’ αντιμετωπίσει στην πορεία της ούτε αστυνομικούς ντετέκτιβ, ούτε πιστολίδια, ούτε υποχθόνιες μοιραίες γυναίκες. Η έπαρση κάνει τη δουλειά από μόνη της…

Ο Σταν δεν είναι παρά ένας τυχοδιώκτης με μεγάλες προσδοκίες, που η μοίρα τον έφερε να δουλεύει ως κράχτης σε τσίρκο που περιοδεύει ανά την Αμερική. Είναι πεπεισμένος πως οι ικανότητές του αρμόζουν σε κάτι σπουδαιότερο και αγωνίζεται να βγάλει χρήματα με κάθε τρόπο, ώστε κάποτε να γίνει αστέρας της αληθινής showbiz, μέρος της οποίας θεωρεί πως αξίζει να είναι. Η άλλοτε μεγάλη κυρία του vaudeville μαντάμ Ζίνα, μοιάζει να κατέχει το εισιτήριο της επιτυχίας που τόσο ποθεί ν’ αποκτήσει, αφού ο μυστικός κωδικός με τον οποίο αυτή και ο αλκοολικός σύζυγός της Πιτ ξεγελούν επί σειρά ετών το κοινό τους, «μαντεύοντας» παρελθόν και μέλλον, αποτελεί το μόνιμο αντικείμενο πόθου για τον μορφονιό Σταν. Μετερχόμενος την τέχνη της εξαπάτησης που τόσο καλά ξέρει να χειρίζεται, ο Σταν κάνει το όνειρό του πραγματικότητα, εγκαταλείποντας το πτωχό τσίρκο. Πουλώντας έρωτα στη γλυκιά Μόλι, «την κάνει» μαζί της για Σικάγο, όπου πιάνει την καλή πλασάροντας τον εαυτό του σαν το κορυφαίο μέντιουμ σε χλιδάτα shows, αποκτώντας φήμη και δόξα χάρη στην ακρίβεια των «προβλέψεών» του. Η συνεργασία του, όμως, με ντόπια ψυχολόγο, η οποία με το αζημίωτο του παρέχει πληροφορίες για τη «μηχανή» που έχει στήσει, τον οδηγεί σε επικίνδυνες ατραπούς. Η ματαιοδοξία ποτέ δεν ήταν ο καλύτερος σύμβουλος για κανέναν και αυτό είναι κάτι που «Ο Μεγάλος Στάντον» θα μάθει από πρώτο χέρι.

Ήταν ίσως η πρώτη φορά που η επιστήμη της ψυχολογίας αντιμετωπίζονταν σε μια ταινία ως ο… προθάλαμος της εξαπάτησης, σε σημείο που ελάχιστα την έκανε να διαφέρει ως τέχνασμα από τα κόλπα τα οποία σκαρφίζονταν οι άνθρωποι του τσίρκου, που σκοπό τους είχαν να ξεγελάσουν την πελατεία τους. Η συνεργασία του Σταν με την Λίλιθ, βέβαια, διακατέχεται από έναν σημαντικά πιο «επιστημονικό» τρόπο δράσης από εκείνον της Ζίνα με τον Πιτ, το αποτέλεσμα που προκύπτει, όμως, είναι ένα και το αυτό, καθώς ο κυνισμός είναι αυτός που σε αμφότερες τις περιπτώσεις κινεί τα νήματα. Ο κυνισμός, άλλωστε, χαρακτηρίζει και το κατά τι «θρησκευτικό» υπόβαθρο του φιλμ, σε μια προσέγγιση που «Η Νύχτα του Κυνηγού» (1955) προχώρησε ακόμα παραπέρα λίγα χρόνια αργότερα. Η μεγαλεπήβολη διακήρυξη του Στάντον, πως έχει τη δυνατότητα να επικοινωνεί με τους νεκρούς, του δίνει ένα τόσο ισχυρό status, που αυτόματα καθιστά συγκεκριμένη μερίδα «πιστών» του σε υποχείριά του. Ο «ιερατικός» χαρακτήρας που αίφνης αποκτά δεν είναι παρά ο τσαρλατανισμός ενός απατεώνα, οι ρίζες του οποίου βρίσκονται στο πάθος για δόξα και χρήμα. Η αναπόφευκτη πτώση του, μπορεί να εκληφθεί και ως η τιμωρία του για την βεβήλωση της πίστης, γεγονός που ταυτόχρονα μοιάζει μ’ ένα μεγάλο αστείο, μιας και η μοναδική «γνήσια» υπερφυσική δύναμη που εμφανίζεται μπροστά στον Στάντον, δεν είναι παρά μία… ταρώ τράπουλα.

Από την άλλη, η ταινία του Έντμουντ Γκούλντινγκ στέκει σε ό,τι αφορά τον μικρόκοσμο των τσίρκων αυτού του τύπου (και της περιόδου εκείνης), ως μια πιο εξωστρεφής ανάγνωση του μοναδικού «Freaks» (1932). Στο φιλμ του Τοντ Μπράουνινγκ, τα «τέρατα» και τα συναισθήματα φρίκης που αυτά προκαλούσαν, διατηρούνταν αποκλειστικά εντός του χώρου δράσης τους, καθώς η μοναδική τους επαφή με τον «φυσιολογικό» κόσμο παρέμενε σταθερά η έκθεσή τους ως μέρους του show τους. Ο «Αγύρτης», αν και δεν έχει τίποτα το «αλλόκοτο» στην όψη, αποδεικνύεται ακόμα πιο «τρομακτικός» από τη στιγμή που εμπλέκεται με τον έξω κόσμο. Εκμεταλλευόμενος την αφέλεια του πλούσιου κοινού του, διαπράττει διπλό έγκλημα, αφού όχι μόνο ξεγελά τους αφελείς που τον πιστεύουν, μα τολμά και να μεταφέρει τα κόλπα του επαγγέλματος έξω από τον «φυσικό» τόπο ύπαρξής τους.

Διόλου παράξενο υπό αυτό το πρίσμα, που η τιμωρία για τον «Μεγάλο Στάντον» θα έρθει εντός των τειχών του τσίρκου, ως κάποια γνήσια αρχαιοελληνική τραγωδία. Το μέγεθος της ταπείνωσης πολλαπλασιάζεται όταν αυτή εμφανίζεται μπροστά στους δικούς σου ανθρώπους, ο δε εφιάλτης της ποταπότητας οδηγεί σε μια σκοτεινή διάβαση, από την οποία επιστροφή δύσκολα φαίνεται να υπάρχει. Ο αυθεντικός τίτλος του «Nightmare Alley» ζωγραφίζει επακριβώς το μονοπάτι στο οποίο ο Σταν σταδιακά οδηγεί τον εαυτό του.

TRIVIA

  • Το σενάριο της ταινίας βασίζεται στο φερώνυμο μυθιστόρημα του Αμερικάνου συγγραφέα Γουίλιαμ Λίντσεϊ Γκρέσαμ, το οποίο εκδόθηκε το 1946.
  • Ήταν ο ίδιος ο Ταϊρόν Πάουερ που άσκησε πίεση στο studio της 20th Century Fox ν’ αγοράσει τα δικαιώματα του βιβλίου, επιθυμώντας (φυσικά) να πρωταγωνιστήσει στην κινηματογραφική μεταφορά του.
  • Ο Πάουερ έψαχνε τρόπους ν’ απαγκιστρωθεί από την τυποποίηση των ρομαντικών swashbuckler περιπετειών στις οποίες ειδικευόταν. Με την «Κόψη του Ξυραφιού» της προηγούμενης χρονιάς, είχε κάνει το πρώτο βήμα προς αυτή την κατεύθυνση, αλλά αναζητούσε το κάτι παραπάνω.
  • Η Fox συμφώνησε, αναμένοντας πιθανότατα έναν ακόμη εμπορικό και οσκαρικό θρίαμβο, σε συνέχεια της προαναφερθείσας συνεργασίας της με το δίδυμο Πάουερ & Γκούλντινγκ. Τα πράγματα, όμως, δεν εξελίχθηκαν όπως τα φανταζόταν, αφού η ταινία σημείωσε παταγώδη εμπορική αποτυχία. Ο Ντάριλ Ζανούκ έμεινε τόσο απογοητευμένος από το φιλμ, που γρήγορα το απέσυρε από την κυκλοφορία.
  • Μία από τις αιτίες που ίσως οδήγησαν στην αποτυχία του φιλμ στα ταμεία, ήταν το γεγονός πως ο Ταϊρόν Πάουερ εμφανιζόταν σε εντελώς ασυνήθιστο γι’ αυτόν ρόλο κακού, γεγονός που το πολυπληθές κοινό του δεν ήταν έτοιμο ν’ αποδεχθεί, προφανώς.
  • Η καταπληκτική φωτογραφία που δίνει στο στόρι μια ομιχλώδη αίσθηση ψευδαίσθησης, ανήκει στο θρύλο του Χόλιγουντ Λι Γκαρμς. Σε μια τεράστια καριέρα που ξεκινά από την εποχή του βωβού κινηματογράφου, ο Γκαρμς κέρδισε βραβείο Όσκαρ για τη δουλειά του στο «Σαγκάη Εξπρές» (1932) του Γιόζεφ φον Στέρνμπεργκ. Αν και το όνομά του δεν αναφέρεται στα credits, λέγεται πως σημαντικό μέρος του all-time classic «Όσα Παίρνει ο Άνεμος» (1939) αποτελεί δικό του έργο.
  • Προς τιμήν της ταινίας και του ρόλου του, τον οποίο θεωρούσε από τους κορυφαίους της καριέρας του, ο Ταϊρόν Πάουερ είχε ονομάσει το ιδιωτικό του αεροπλάνο «The Geek»!
  • Ο Γκιγέρμο ντελ Τόρο σκηνοθέτησε μια νέα version του φιλμ, η οποία φέρει τον ίδιο τίτλο (και διανεμήθηκε το 2021,στα ελληνικά ως «Το Μονοπάτι των Χαμένων Ψυχών»). Στον βασικό ρόλο εμφανίζεται ο Μπράντλεϊ Κούπερ, ενώ το καστ πλαισιώνουν οι Κέιτ Μπλάνσετ, Τόνι Κολέτ, Ρούνεϊ Μάρα και Γουίλεμ Νταφόου.

MORE CULT

Ο ΚΙΤΡΙΝΟΣ ΠΡΑΚΤΩΡ ΤΟΥ ΧΟΝΓΚ ΚΟΝΓΚ

«Their deadly mission: to crack the forbidden island of Han!»

Ο ΚΟΛΟΣΣΟΣ ΤΗΣ ΡΟΔΟΥ

«A monster statue of bronze and stone twenty stories tall guarded their secret!»

Ο ΑΡΧΙΚΑΤΑΣΚΟΠΟΣ

«NOT A WORD IS SPOKEN! Excitement beyond words!»

ΣΤΗΝ ΑΚΡΗ ΤΟΥ ΠΙΣΤΟΛΙΟΥ

«She'd do anything for a thrill... Including kill!»