FreeCinema

Follow us
24.0211:45

Μπερλινάλε 70: (Just like) starting over.


Εβδομήντα ετών γίνεται φέτος η Μπερλινάλε και το Βερολίνο έβαλε ξανά τα καλά του για να υποδεχτεί σκηνοθέτες, παραγωγούς, ηθοποιούς, επαγγελματίες αλλά και πλήθος κινηματογραφόφιλου κοινού. Με νέο Διευθυντή, τον Κάρλο Σαντριάν (από το Φεστιβάλ του Λοκάρνο), με νέα τμήματα και με παλαιά να καταργούνται, τούτη η Μπερλινάλε φιλοδοξεί να ανακτήσει την παλιά αίγλη του προγράμματος.

Αυτό γιατί, όπως έχει γραφτεί και ειπωθεί πολλάκις στο φρέσκο τουλάχιστο παρελθόν, η Μπερλινάλε στα προγράμματά της (ιδιαίτερα στο επίσημο διαγωνιστικό) ήταν απογοητευτική και δεν στεκόταν στο ύψος της πεντάδας των μεγαλύτερων φεστιβαλικών διοργανώσεων στον κόσμο, όπου πλασαριζόταν πάντα. Με ένα πρόγραμμα που δεν έχει την κατεύθυνση του κόκκινου χαλιού, ο νέος καλλιτεχνικός διευθυντής δίνει ένα στίγμα που φαίνεται να πηγαίνει προς ακραιφνείς σινεφιλικές επιλογές, ταινίες και ονόματα που φαίνονται πιο βαθιά «ψαγμένα». Αμέσως μετά την ανάληψη των καθηκόντων του, κατήργησε το πρόγραμμα Culinary Cinema και το Native και έφερε ένα νέο διαγωνιστικό τμήμα, το Encounters, το οποίο φιλοδοξεί να περιλαμβάνει ταινίες που θα οδηγήσουν το σινεμά σε νέες τομές και εποχές (;).

Την πρώτη μέρα γίνεται, καθώς είθισται, η συνέντευξη Τύπου της Κριτικής Επιτροπής και ήταν εντυπωσιακή η αρχική τοποθέτηση του αγαπημένου Τζέρεμι Άιρονς, Προέδρου της Επιτροπής για φέτος. Ξεκίνησε, λοιπόν, όλο το φεστιβάλ με μια ενδιαφέρουσα τοποθέτησή του που ήρθε σαν απάντηση σε δημοσιεύματα σχετικά με παλιές του δηλώσεις για τρία μέγιστα θέματα: τη σεξουαλική κακοποίηση, τον γάμο ατόμων του ιδίου φύλου και τις εκτρώσεις. «Για να κλείσει το θέμα», δήλωσε ότι είναι κατά του πρώτου και υπέρ των δύο άλλων, υποστηρίζοντας την ελευθερία και την αυτοδιάθεση. Αυτό έδωσε αφενός ένα έντονο στίγμα ανήσυχης πολιτικής συνείδησης για το φεστιβάλ, αφετέρου, σε ένα προσωπικό επίπεδο, ούτε λίγο ούτε πολύ ο Άιρονς απολογήθηκε υπογραμμίζοντας την αξία της δημόσιας συγγνώμης, επί το λαϊκότερον «τα μάζεψε» (αυτά που είχε πει) μπροστά σ’ όλον τον κόσμο.

Φέτος στην Μπερλινάλε έγιναν πολλές αλλαγές που έφεραν τα πάνω κάτω. Για τους Γερμανούς είναι κοσμοϊστορικό, γιατί δεν είναι λαός που αγαπά τις αλλαγές και ό,τι λειτουργεί το κρατάει μέχρι… αηδίας. Το Cinestar (μέσα στο Sony Center της Potsdammer Platz, όπου χτυπά η καρδιά του φεστιβάλ) δεν είχε διαθέσιμες τις 13 αίθουσές του, με αποτέλεσμα οι προβολές της αγοράς να γίνονται αρκετά μακριά και οι επαγγελματίες που επιθυμούσαν να δουν κάτι στο κέντρο, έπρεπε να προμηθεύονται εισιτήρια και ως εκ τούτου αυτό να περιορίζει τις θέσεις του κοινού. Το νέο διαγωνιστικό Encounters δημιούργησε νέες ανάγκες σε αίθουσες και στις δημοσιογραφικές προβολές, έφερε αλλαγές στα προγράμματα και διάσπαση των δημοσιογράφων. Το Πανόραμα είχε ελάχιστες δημοσιογραφικές προβολές, πράγμα που επιβάρυνε όλες τις λοιπές προβολές του φεστιβάλ και ως εκ τούτου υπήρξαν άπειρα sold-out από τη δεύτερη κιόλας μέρα, περιορίζοντας όλο και περισσότερο το κοινό. Επίσης, δεν υπήρξε φέτος application για κινητό και πιθανολογούμε ότι θα τους έκατσε κάτι πολύ στραβά για να μην διατίθεται τέτοια παροχή προς χρήση σε φεστιβάλ αυτής της κλάσης. Γενικά, υπάρχει μια γκρίνια για λειτουργικά θέματα που για γερμανικό οργανισμό δεν είθισται, ωστόσο κάθε αλλαγή είναι δύσκολη και ελπίζουμε ότι στο μέλλον θα ξεπεραστούν τα όποια θέματα.

Αυτό που δεν ξεπερνιέται, βέβαια, είναι… οι ταινίες όταν δεν είναι καλές. Να περνάς τις μέρες σου μέσα στις σκοτεινές αίθουσες είναι σίγουρα προνομιούχο για όσους το κάνουν και ζουν από αυτό, αλλά το ζητούμενο είναι να βλέπεις και κάτι της προκοπής. Ενδεχομένως δεν έχει ιδιαίτερο νόημα να γίνεται κριτική για τις ταινίες αυτές, εξάλλου το FREE CINEMA ήταν και είναι πάντα ένα site που αγαπά το κοινό και τους πιστούς φίλους της σκοτεινής αίθουσας. Το επισημαίνω αυτό διότι οι πιο πολλές από τις ταινίες που είδαμε… δεν θα δουν ποτέ το φως της ελληνικής κινηματογραφικής αίθουσας. Και οι ανταποκρίσεις δεν γράφονται για το… industry. Είχα μεγάλη περιέργεια για το διαγωνιστικό και πού θέλει να το πάει ο Κάρλο Σατριάν. Είδαμε το αργεντίνικο «El Prófugo» της Νατάλια Μέτα για μια γυναίκα που διακατέχεται από έναν δαίμονα που διαταράσσει τη ζωή της, το αμερικάνικο «First Cow» της Κέλι Ράικαρντ (φωτό) που μας μεταφέρει στην Άγρια Δύση των αρχών του περασμένου αιώνα και αποτίνει φόρο τιμής στον πρώτο Κινέζο entrepreneur, το «Le Sel des Larmes» του Φιλίπ Γκαρέλ, μια ερωτική ιστορία πάνω στις αποφάσεις που παίρνουμε στη ζωή, το ιταλικό «Volevo Nascondermi» του Τζόρτζο Ντιρίτι, που είναι η ιστορία του επαναστάτη εικαστικού Αντόνιο Λιγκαμπούε ο οποίος έζησε στη φτώχια μέχρι την αναγνώρισή του.

Ενδεχομένως συμπεράσματα δεν μπορείς να βγάλεις τόσο νωρίς για το διαγωνιστικό και οι ιστορίες ακούγονται ενδιαφέρουσες, αλλά η πραγμάτωσή τους είναι τέτοια που σίγουρα τους επόμενους μήνες θα (τις) ξεχάσω εντελώς. Τίποτα δεν σε πιάνει συναισθηματικά, ένιωσα μια ακαδημαϊκότητα. Ίσως να μην μπορείς να πεις ότι είναι κακές ταινίες, όμως τι σε κρατά μέσα τους όταν δεν απολαμβάνεις μια εικονοπλασία από την οποία απουσιάζουν θεμελιώδη δραματουργικά εργαλεία λύσης, δέσης, κορύφωσης; Ο φίλος μας ο Αριστοτέλης τα είπε μια φορά, αλλά ποιος τον ακούει. Καταλαβαίνω την κατεύθυνση τη «σινεφιλική», δίχως φόλες που θα εισχωρούσαν στο πρόγραμμα λόγω stars (κατά την παλαιά λογική της διοργάνωσης), αλλά κι αυτό το πράμα, να χάνεις τον καιρό σου βλέποντας εικόνες, δεν κρατά ψηλά ένα φεστιβάλ. Ειδικά στην εποχή της πλατφόρμας, που το θέαμα είναι εύκολο να το βρεις και μέσα στο σπίτι σου.

Επειδή εκπροσωπώ και γερμανικό φεστιβάλ, παρακολούθησα στο Market (μπράβο τους!) ένα εξαίρετο open talk με τον τίτλο «Streamers Indie Starts», το οποίο είχε ομιλητές θαυμάσιους, αυτούς που σου θυμίζουν πού ζούμε αναφορικά με το θέαμα: τον Ρίτσαρντ Κούπερ (της amber analysis), τον Ντέιβιντ Κόσε (Αντιπρόεδρο International Film Netflix), εκπρόσωπο του MUBI, της LGBTQI πλατφόρμας revry (ναι, υπάρχει gay πλατφόρμα, το ξέρατε;), της ισπανόφωνης πλατφόρμας Filmin. Ξεχάστε τα λήμματα «θεατής» και «ταινία», φίλοι μου. Οι νέοι όροι είναι καταναλωτής και προϊόν. Και στη συζήτηση αυτή κατάλαβα πώς ικανοποιεί τις ανάγκες αυτό το μέγιστο πράγμα που λέγεται πλατφόρμα: οι άνθρωποι ξοδεύουν ένα σκασμό λεφτά για έρευνες του τι ψάχνει ο καταναλωτής σε μηχανές αναζήτησης, ώστε να διαμορφωθεί το περιεχόμενο και το προϊόν τους. Άκουγα από τον τύπο του Netflix ότι πάνε με βάση το γούστο και την ανάγκη του κοινού, το ακούνε και κοιτάνε να προσφέρουν ποιοτικές, ενδιαφέρουσες ιστορίες πάνω στο γούστο του κόσμου για να το εξελίξουν. Ακούστε και αυτή την πληροφορία: τούτη τη στιγμή σε όλες τις πλατφόρμες υπάρχει θέαμα για 53 χρόνια συνολικά, οπότε αν θέλετε ανασκουμπωθείτε, αρχίστε να βλέπετε και… να μετράτε. Εγώ σίγουρα θα είμαι στα θυμαράκια. Κανένας δεν θέλει να πάει κόντρα στο Netflix επίσης, η πολιτική είναι… το κάνω φίλο μου. Το MUBI προτείνει κάθε βδομάδα μια ταινία που παίζει στην αίθουσα και είναι και του Netflix. Οι πλατφόρμες ενδιαφέρονται για το ανεξάρτητο φιλμ και υβριδικές πλατφόρμες όπως το Hulu παρέχουν τέτοιο θέαμα και χρησιμοποιούνται broadcasters όπως τα CNN, buzzfeed, leaf, cheddar για την παρουσία τους στα Μέσα. Υπάρχει μια ολόκληρη επανάσταση που συμβαίνει τώρα και θα πρέπει να ζήσει το ανεξάρτητο φιλμ 100%, όμως αυτό οφείλει να έχει μια συναρπαστική ιστορία με παρόμοια αφήγηση. Αυτό λένε οι ειδήμονες. Ο χρόνος μας δεν μπορεί να χάνεται σε μετριότητες και αυτό είναι υπογραμμισμένο.

Μετά από αυτά, τι άλλο να πω για ταινίες του φεστιβάλ; Περιμένω να δω Berlinale Series (να, τέτοια περιμένω) και μερικά φιλμ από το Πανόραμα. Χωρίς να ξεχνώ και δύο ταινίες ελληνικού ενδιαφέροντος, το «Digger» του Τζώρτζη Γρηγοράκη και το «Pari» του Σιαμάκ Ετεμάντι, αμφότεροι παρόντες στο Πανόραμα. Αφουγκραζόμαστε τα καλύτερα.