ΤΟ ΜΕΝΟΥ (2022)
(THE MENU)
- ΕΙΔΟΣ: Θρίλερ
- ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ: Μαρκ Μάιλοντ
- ΚΑΣΤ: Ρέιφ Φάινς, Άνια Τέιλορ-Τζόι, Νίκολας Χολτ, Χονγκ Τσάου, Τζον Λεγκουιζάμο, Αρτούρο Κάστρο, Τζάνετ ΜακΤιρ, Τζούντιθ Λάιτ, Έιμι Καρέρο, Πολ Έιντελσταϊν, Ρομπ Γιανγκ, Ριντ Μπέρνεϊ, Κριστίνα Μπρουκάτο
- ΔΙΑΡΚΕΙΑ: 106'
- ΔΙΑΝΟΜΗ: FEELGOOD
Η Μάργκο έρχεται «ακάλεστη» σ’ ένα πανάκριβο εστιατορικό event, το οποίο πραγματοποιείται σε απομονωμένο νησάκι υπό την επίβλεψη ενός κορυφαίου στον κόσμο chef. Πόσο μπορεί ν’ ανατρέψει με την παρουσία της μια τόσο… once in a lifetime γαστριμαργική εμπειρία;
Εάν ανήκετε σ’ εκείνους τους ανθρώπους που προτιμούν να εστιάζουν στη συνταγή και τα υλικά εκτέλεσής της και ουχί στην εμφάνιση ενός πιάτου, τότε «Το Μενού» θα σας κερδίσει απόλυτα. Εννοείται πως θα συμφωνήσω μαζί σας και… κινηματογραφικά, διότι στο σινεμά οφείλουμε να εστιάζουμε πρωτίστως στη σημασία του σεναρίου και ουχί στο «σερβίρισμα» της εικόνας. Ο Μαρκ Μάιλοντ μπορεί να μην είναι ένας κορυφαίος «chef» της μεγάλης οθόνης, έχει όμως για «πρώτη ύλη» ένα εξαιρετικά εμπνευσμένο στόρι, βουτηγμένο μέσα σε ζουμερές ανατροπές, χιουμοριστική μακαβριότητα και κοινωνική κριτική… για ξεκοκάλισμα!
Να το πω και μ’ άλλα λόγια, για ν’ αντιληφθείτε καλύτερα με τι έχουμε να κάνουμε εδώ; Αυτό που θα έπρεπε (ή θα άξιζε) να διαθέτει σαν στόρι το… «Τρίγωνο της Θλίψης» για να είναι μία ακόμα καλύτερη ταινία! Ατυχώς, από το «Μενού» απουσιάζει ένας Ρούμπεν Έστλουντ, οπότε δεν μπορούμε να μιλάμε για αριστούργημα. Τουλάχιστον, ο Μάιλοντ είχε τα κότσια ν’ αντιμετωπίσει το σενάριο του δικού του φιλμ σαν ένα γνήσιο θρίλερ που λειτουργεί με τους κανόνες του genre, επιτρέποντας ακόμη και σ’ ένα πιο ώριμο (από το «ταχυφαγείο» των multiplex…) κοινό να «αναγνώσει» layers θαυμάσια δηκτικού σαρκασμού απέναντι σε ταξικότητες και διαχωρισμούς της κοινωνίας του σήμερα (και όχι μόνο).
Ο Τάιλερ συνοδεύει την αντικαταστάτρια της ονομαστικά δηλωμένης guest του σ’ ένα «μυστικό» εστιατορικό event για λεφτάδες και μεγαλοαστούς (με σχετική εξαίρεση μία κριτικό / γευσιγνώστρια), το οποίο δείχνει να έχει σχεδιαστεί αυστηρά για (τους) συγκεκριμένους «πελάτες». Η Μάργκο, δηλαδή, «χαλάει» τη λίστα των καλεσμένων, λες κι ανατρέπει ολόκληρη την ισορροπία ενός μυστηριώδους «menu». Ένα σκάφος θα τους μεταφέρει (και θα τους εγκαταλείψει…) σε απομονωμένο νησάκι όπου βρίσκεται το Hawthorn, ένα εξωφρενικά ακριβό σε τιμές gourmet restaurant με chef τον Σλόβικ και προσωπικό το οποίο εργάζεται με κανόνες… στρατιωτικής πειθαρχίας. Ο Σλόβικ «πουλάει» το μαγαζί του σαν μια εμπειρία που απαιτεί τον απόλυτο σεβασμό, καθώς κάθε συστατικό των πιάτων προέρχεται από τη Μητέρα Φύση και επεξεργασμένα υλικά ή καλλιέργειες ολόδικές του.
Το σενάριο διαχειρίζεται το καταστασιακό σαν έργο μυστηρίου που προαναγγέλλει αγκαθακριστικά φονικά, όμως, οι Σεθ Ράις και Γουίλ Τρέισι δεν έχουν κάτσει να γράψουν ένα whodunit με λογική «Δέκα Μικρών Νέγρων». Ο στόχος τους είναι να σπάσουν πλάκα με κοινωνικά πρότυπα κι αντιλήψεις της (εσχάτως πολυφορεμένης και στα μέρη μας) «αριστείας» και του καπιταλιστικού μηχανισμού, με τόσο άγρια ειρωνικό τρόπο που αισθάνεσαι από νωρίς ότι η σάρκα της πένας τους δεν θα είναι απλά… medium rare, αλλά θα στάξει αίμα. Κανονικά.
Η εξέλιξη της πλοκής του «Μενού», καθώς τα πιάτα σερβίρονται «ιεροτελεστικά» με τη σειρά τους, επιφυλάσσει εκπλήξεις και το αναπάντεχο παίζει ασταμάτητα με το μυαλό του θεατή, ο οποίος προσπαθεί ν’ «αποκωδικοποιήσει» τον ξεχωριστό λόγο για τον οποίο βρέθηκαν όλοι αυτοί οι άνθρωποι στη λίστα των προσκεκλημένων, μαζί με μία αγνώστων στοιχείων ηλικιωμένη κυρία που βρισκόταν ήδη στο εστιατόριο και κάθεται μόνη σ’ ένα απόμακρο τραπέζι. Εννοείται πως κάθε τραπέζι έχει τα… μυστικά του, αλλά λείπει η πληροφορία της σύνδεσης με τον chef Σλόβικ. Οι απαντήσεις είναι απολαυστικές και ειδικά στη σεκάνς με το cheeseburger ήθελα να χειροκροτήσω τα υψηλά standards του σεναριακού κανιβαλισμού τούτου του φιλμ!
Στην τελική, το «Μενού» μας διδάσκει πως για πολλές από τις πράξεις μας δεν υπάρχει δυνατότητα εξαγνισμού σε τούτη τη ζωή. Αλλά δεν χάνεις και τίποτα δοκιμάζοντας να στήσεις ένα… Καθαρτήριο!