DETROIT: ΜΙΑ ΟΡΓΙΣΜΕΝΗ ΠΟΛΗ (2017)
(DETROIT)
- ΕΙΔΟΣ: Δραματικό Θρίλερ
- ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ: Κάθριν Μπίγκελοου
- ΚΑΣΤ: Γουίλ Πόλτερ, Τζον Μπογιέγκα, Άλτζι Σμιθ, Τζέικομπ Λάτιμορ, Χάνα Μάρεϊ, Τζακ Ρέινορ, Κέιτλιν Ντίβερ, Άντονι Μάκι, Μπεν Ο’Τουλ, Τζέισον Μίτσελ
- ΔΙΑΡΚΕΙΑ: 143'
- ΔΙΑΝΟΜΗ: ODEON
1967. Το Ντιτρόιτ καίγεται. Η εθνική φρουρά της πολιτείας Μίσιγκαν και ο στρατός περιπολούν τους σε κατάσταση εκτάκτου ανάγκης δρόμους, ενώ στο Algiers Motel τρεις λευκοί νεαροί αστυνομικοί εκτονώνουν όλο το θανάσιμο ρατσιστικό μένος τους σε ομάδα νεαρών Αφροαμερικανών, που «τόλμησαν» να απομακρυνθούν και να αντιμετωπίσουν το χάος με χιούμορ.
Το σινεμά της Μπίγκελοου είχε και έχει πάντα εμμονή με τις ανθρώπινες… εμμονές, είτε αναμετράται με το φανταστικό, το θρίλερ ή την περιπέτεια, είτε με αληθινά γεγονότα. Τα ακόμα αξεπέραστα πρώιμα και απέριττα αριστουργήματά της, «Άγρια Νύχτα» (1987) και «Στην Κόψη του Κύματος» (1991), ακτινογραφούν τον εθισμό στην αδρεναλίνη, καθώς και στην αίσθηση / ανάγκη του να ανήκεις κάπου, σε κάποιον. Το ελαττωματικό αλλά απροσπέραστο και προφητικό «Strange Days» (1995) εικονογραφεί επώδυνα την εξάρτηση στη βιντεοσκοπημένη πραγματικότητα / reality των άλλων. Τα οσκαρικά αλλά όχι τέλεια «The Hurt Locker» (2008) και «Zero Dark Thirty» (2012) ανατέμνουν το πώς κάθε είδους επαγγελματική ενασχόληση με κάθε είδους μάχη μπορεί να οδηγήσει σε τυφλή μονομανία με τον κίνδυνο, τον πόλεμο και το πάση θυσία – κάθε άλλο παρά ηρωική ολοκλήρωση – μιας αποστολής. Το «Detroit» δεν αποτελεί εξαίρεση.
Με αφορμή τον φόνο άοπλου νεαρού μαύρου από λευκό αστυνομικό στο Φέργκιουσον του Σεντ Λούις το 2014, τις ταραχές που ακολούθησαν και το trend #blacklivesmatter που κατά συνέπεια κατέκλυσε τα social media παγκοσμίως, η Μπίγκελοου αποφάσισε να ρίξει φως σε μια από τις πιο μαύρες, ρατσιστικές σελίδες της αμερικανικής Ιστορίας. Σκοπός της είναι να καταδείξει το πόσο λίγο έχουν ουσιαστικά αλλάξει τα πράγματα από τα 60’s. Και σε αυτό της το εγχείρημα είναι αρκούντως εύστοχη. Αφενός συνταιριάζει τα πλάνα της με αρχειακό τηλεοπτικό και ηχητικό υλικό της εποχής στα όσα συμβαίνουν πριν και μετά την πολιορκία του Algiers Motel. Και αφετέρου γυρίζει τις εντός αυτού σκηνές με τρεις ή τέσσερις κάμερες, διαρκώς εν κινήσει, χορογραφημένες διακριτικά μόνο από το μοντάζ, σε μικρή απόσταση πάντα από τα πρόσωπα και τα σώματα των ανθρώπων της ιστορίας της και χωρίς επιβλητική μουσική επένδυση να αποσπά την προσοχή. Συνθέτει, έτσι, εξαιρετικά ρεαλιστικές, στα όρια του ντοκιμαντέρ, επείγουσες εικόνες, σε άμεση συνέργεια με τους φυσικούς, σε μεγάλο βαθμό άσημους ηθοποιούς της.
Αυτό της το πολιτικοποιημένο εγχείρημα, όμως, σκοντάφτει ποικιλοτρόπως. Κατ’ αρχήν, το φιλμ είναι αχρείαστα μεγάλο σε διάρκεια. Θέλοντας να τοποθετήσει την ιστορία της σε ένα ευρύτερο ιστορικό πλαίσιο, η Μπίγκελοου ξεκινά με μια animated εκδοχή της «Migration Series» (1940 – 1941) του ζωγράφου Τζέικομπ Λόρενς. Το αποτέλεσμα είναι πανέμορφο αλλά καμία σχέση δεν έχει με την κατά τα άλλα ακατέργαστη υφή της ταινίας της. Επίσης, προσθέτει χρόνο στα όσα προηγούνται σκόρπια (η εισβολή της αστυνομίας στο club που άναψε το φυτίλι της εξέγερσης, οι λεηλασίες, οι φωτιές και το χάος στους δρόμους) του επεισοδίου στο motel, δίνοντας την εντύπωση ότι το φιλμ είναι αποπροσανατολισμένο και αργεί να πάρει μπρος. Ανάλογα, τα όσα επακολουθούν των δρώμενων στο motel (οι συλλήψεις, ο θρήνος, η άδικη δίκη) μπορεί να δίνουν διαχρονικά μαθήματα περί ρατσισμού και κατάχρησης εξουσίας, αλλά προκύπτουν ως αποκλιμάκωση της δράσης. Και το γεγονός ότι εδώ ο Μπογιέγκα είναι μεν άλλος άνθρωπος από αυτό που γνωρίσαμε στο «Star Wars: Η Δύναμη Ξυπνάει», τόσο φτυστός ο Ντενζέλ Γουόσινγκτον δε, απειλεί να σε πετάξει εκτός φιλμ κάθε φορά που εμφανίζεται στην οθόνη!
Ευτυχώς και για την Μπίγκελοου και για εσένα, το μεγαλύτερο κομμάτι της ταινίας της, και δη τα όσα λαμβάνουν χώρα μέσα στους τοίχους του Algiers, αρκούν για να κάνουν αυτό το κινηματογραφικό «Detroit» αξιοσημείωτο και σημαντικό. Από τη στιγμή που η τριάδα των bullies-αστυνομικών μπουκάρει, δολοφονεί έναν και κρατά τους υπόλοιπους νεαρούς μαύρους και τη λευκή, θηλυκή παρέα τους ομήρους, η ταινία βρίσκει επιτέλους το πάτημά της. Και αρχίζει να λειτουργεί ως ένα άκρως κλειστοφοβικό, ψυχολογικό θρίλερ, στα όρια του τρόμου. Με την απειλή και τα παράλογα, αναίτια, απροσπέραστα και αδιέξοδα … «Παράξενα Παιχνίδια» της βίας, λεκτικής ή σωματικής, να σου ποδοβολούν το στομάχι, να σου σφίγγουν την καρδιά και να σου στοιχειώνουν για πάντα το θυμικό. Έτσι ώστε όταν η πολιορκία, ο βιασμός τελειώσει (κάπου εκεί που όφειλε να βάλει τελεία και η ταινία) να συνειδητοποιήσεις τη σχεδόν ενστικτώδη, αθεράπευτη ακόμα εμμονή του ανθρώπινου είδους με την περιχαράκωση και τη δαιμονοποίηση του διαφορετικού – του αυθαίρετα και κατά περίπτωση ορισμένου ως Άλλου.
Από αυτή την άποψη, το «Detroit» είναι πολύ πιο κοντά στα έργα της πρώτης φάσης της καριέρας της Μπίγκελοου, όταν υπηρετούσε ακόμα το σινεμά της διασκέδασης, των ειδών. Ένα σινεμά στο οποίο καλά θα κάνει να επιστρέψει, καθώς στον πυρήνα της, απομονωμένη στο Algiers Motel, μακριά από αγριεμένα πάθη και λάθη της Ιστορίας, απελευθερωμένη από το βάρος τους, αυτή η ταινία (όπως π.χ. το «Αφανείς Ηρωίδες» πρόσφατα) αποδεικνύει πως το σπουδαίο σινεμά είδους μπορεί να λειτουργήσει ταυτόχρονα και ως εξαιρετικό σινεμά καταγγελίας.