FreeCinema

Follow us

ΔΥΣΚΟΛΕΣ ΩΡΕΣ ΣΤΟ ΕΛ ΡΟΑΓΙΑΛ (2018)

(BAD TIMES AT THE EL ROYALE)

  • ΕΙΔΟΣ: Μυστηρίου
  • ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ: Ντρου Γκόνταρντ
  • ΚΑΣΤ: Τζεφ Μπρίτζες, Σίνθια Ερίβο, Ντακότα Τζόνσον, Τζον Χαμ, Κρις Χέμσγουορθ, Κέιλι Σπέινι, Λούις Πούλμαν, Νικ Όφερμαν, Ξαβιέ Ντολάν
  • ΔΙΑΡΚΕΙΑ: 141'
  • ΔΙΑΝΟΜΗ: ODEON

Τέλη του ’60, κάπου έξω από την Καλιφόρνια. Επτά άγνωστοι με ξεχωριστά μυστικά και σκοπό βρίσκονται για μια βραδιά σε ένα απομονωμένο motel. Ποιοι θα καταφέρουν να κάνουν check out;

Μερικές φορές, ο τίτλος μιας ταινίας (άθελά του) μπορεί να αποκαλύπτει περισσότερα πράγματα απ’ όσα έπρεπε γι’ αυτήν! Με την κακή έννοια. Ας εστιάσουμε στο «Bad Times» του πρωτότυπου, λοιπόν, που είναι πιο εύγλωττο, χωρίς να αδικούμε και το «Δύσκολες Ώρες», διότι τέτοιες θα βιώσει ο θεατής που θα δοκιμάσει να κλείσει δωμάτιο για το «El Royale», με την ελπίδα της αναζήτησης ψυχαγωγίας.

Έξι χρόνια μετά το (πολύ αγαπημένο μου) «Μικρό Σπίτι στο Δάσος», ο (με πολύ μεγαλύτερη πείρα ως σεναριογράφος) Ντρου Γκόνταρντ αποφασίζει να σκηνοθετήσει για δεύτερη φορά, αλλάζοντας εντελώς το κλίμα του genre και περνώντας σε ένα εντελώς αλλόκοτο (όπως θα αποδειχθεί στην πορεία) μείγμα από crime drama μυστηρίου σε παλιομοδίτικα νουαρικούς τόνους, που συναντά πολιτικούς υπαινιγμούς (πρακτορικής φύσης) και κοινοβιακή κουλτούρα «θρησκευτικών» / cult ηγετών δεκαετίας ’60, χωρίς να αφήνει απ’ έξω και τη ματιέρα του θρίλερ. Σε συντομία, θα έδινα ως πρόσθετα φιλμικά clues την «Ταυτότητα» (2003) του Τζέιμς Μάνγκολντ και το «Έμφυτο Ελάττωμα» (2014) του Πολ Τόμας Άντερσον. Μαζί, όμως! Σαν μία ταινία! Και με αφηγηματικό σκελετό τύπου «Pulp Fiction» (1994). Με κατάγματα ο «σκελετός»… Τελικό «καρφί»; Ο Γκόνταρντ έχει υπάρξει παραγωγός και σεναριογράφος της τηλεοπτικής σειράς «Lost». Made my point.

Δεν είναι προφανή εξαρχής όλα αυτά. Οι «Δύσκολες Ώρες στο Ελ Ροαγιάλ» ξεκινούν με το (ανοικονόμητο σε διάρκεια) flashback ενός άνδρα που μπαίνει σε ένα δωμάτιο motel μόνος και για κάμποση ώρα δεν κάνει τίποτα. Απλά, δείχνει να περιμένει κάτι. Αργότερα, αρχίζει να μετακινεί έπιπλα από τη μια άκρη στην άλλη, με σκοπό να ξηλώσει (σαν ένα ολόκληρο κομμάτι) τη μοκέτα από το δάπεδο. Το γενικό του δωματίου παραμένει πάντοτε σταθερό, σαν μονοπλάνο κουρασμένου «time-lapse». Συνεχίζει αφαιρώντας κομμάτια ξύλου από το πάτωμα, ώστε να ανοίξει μια τρύπα. Εκεί μέσα θα πετάξει μια αρκετά φουσκωμένη τσάντα και, κατόπιν, θα «συναρμολογήσει» ξανά τα πάντα, μέχρι το δωμάτιο να επιστρέψει στην αρχική του μορφή, φαινομενικά ανέπαφο της οποιασδήποτε επέμβασης. Αναμονή ξανά. Κάποια κίνηση στον εξωτερικό χώρο του motel. Άνοιγμα πόρτας. Προβλέψιμο φονικό.

Μεταφερόμαστε στο παρόν, δέκα χρόνια αργότερα, για να παρακολουθήσουμε την ξαφνική εμφάνιση τεσσάρων διαφορετικών χαρακτήρων, καθένας με ξεκάθαρα δική του agenda, οι οποίοι ζητάνε δωμάτιο, επιλέγοντας την ίδια ακριβώς πτέρυγα. Το timing είναι σίγουρα ύποπτο, όμως ό,τι και να κρύβουν ένας ιερέας, μια καλλίφωνη μαύρη, μια τσαμπουκαλεμένη χίπισσα κι ένας μυστήριος τύπος που ψάχνει (και βρίσκει!) «κοριούς» με το που μπαίνει στο δωμάτιό του, πολύ δύσκολα συνδέονται. Ανάμεσά τους κυκλοφορεί και ο μοναδικός εργαζόμενος στο motel, ένα παιδί για όλες τις δουλειές, που αν μη τι άλλο κάτι πρέπει να γνωρίζει για τους μυστικούς διαδρόμους που οδηγούν πίσω από κάθε δωμάτιο, όπου μπορεί κανείς να βλέπει τι συμβαίνει εντός, από τους μεγάλους, see-through καθρέφτες του. Το μυστήριο διαρκώς μεγαλώνει, ο ιερέας δείχνει ενδιαφέρον για το πάτωμα του δικού του δωματίου, η χίπισσα βγάζει από το port baggage του αμαξιού της μια αναίσθητη και δεμένη χειροπόδαρα κοπέλα… και τα υπόλοιπα επί της οθόνης.

Μεσότιτλοι με τον αριθμό του κάθε δωματίου σπάνε την αφήγηση και, ανάλογα με τον χαρακτήρα / πρωταγωνιστή τους, αναπτύσσουν την ιστορία από μια συγκεκριμένη οπτική, προκαλώντας (φυσικά) ένα πραγματικό μπάχαλο στη φιλμική timeline του «El Royale», καθώς ταυτόχρονα προστίθενται και απανωτά flashback που επιχειρούν να εξηγήσουν κάτι παραπάνω για το background του καθενός από αυτούς. Το αποτέλεσμα είναι ένα επιτηδευμένο ανακάτεμα μιας σεναριακής «τράπουλας» που θα μπορούσε να έχει στήσει ένα πιο αξιοπρεπές παιχνίδι μυστηρίου, αφού τα μυστικά όλων τους (με εξαίρεση εκείνα του ίδιου του motel, που αποτελεί και το καλύτερο στοιχείο του φιλμ!) δεν καταλήγουν σε κάποια εξαιρετικής σύλληψης ανατροπή, ούτε καν συνδέουν το σύνολο των προσώπων σε κάποια κοινή συνωμοσία. Ακόμη χειρότερα, ο Γκόνταρντ θέλει να μας πει ότι το έργο αποτελεί και ένα είδος αλληγορίας για την τραυματική για τις ΗΠΑ δεκαετία του ’60, μπλέκοντας μέσα υπαινιγμούς για το σκάνδαλο Watergate, τα Μανσον-ικά παρεάκια, αλλά και μια in your face «φλασιά» από το έγκλημα του Βιετνάμ. Βάλε και ολίγη από ρατσισμό, μέσω των studio sessions μιας μπάντας που ηχογραφεί τραγούδια soul!

Ό,τι έδειχνε να λειτουργεί με την κατάβαση στο υπόγειο κάτω από το «Μικρό Σπίτι στο Δάσος», αυτή τη φορά δεν αρκεί ούτε για να σαρκάσει, ούτε για να αποκτήσει αλληγορική διάσταση, ούτε για να ψυχαγωγήσει κινηματογραφικά. Η μόνη «αποκάλυψη» εδώ είναι η κούραση και η απόγνωση των 141 λεπτών της διάρκειας του φιλμ, που ακυρώνουν (και) τις ελπίδες που τρέφαμε προς το όνομα του δημιουργού του. Όπως ένα δωμάτιο χρειάζεται μόλις ένα κλειδί για ανοίξεις την πόρτα του και να εισέλθεις σε αυτό, έτσι και σε τούτη την ταινία ένα και μόνο MacGuffin ίσως ήταν αρκετό για να «μπεις» στο νόημα της πλοκής. Αντ’ αυτού, σκέψου μια αρμαθιά από κλειδιά. Και τρέχα βγάλε άκρη…

ΕΙΝΑΙ ΓΙΑ ΜΕΝΑ;

Όταν ο μοναδικός επιζών μιας ταινίας είναι το… production design, δεν υπάρχουν και πολλά ακόμη να προσθέσεις. Ωραίο το καστ, αλλά ο μόνος που αξιοποιεί κάπως την παρουσία του ως ρόλου είναι ο Τζεφ Μπρίτζες (ιερέας). Τέλος. Η ώρα δεν περνάει με τίποτα και η κορύφωση δεν δικαιολογεί την τόσο σύνθετη αφήγηση, με ένα σενάριο που θα μπορούσε κάλλιστα να αναπτυχθεί (πολύ) πιο απλοποιημένα στην οθόνη. Χωρίς να εντυπωσιάζει και πάλι, μάλλον.


MORE REVIEWS

TATAMI: Ο ΑΓΩΝΑΣ ΤΗΣ ΖΩΗΣ ΤΗΣ

Ιρανή αθλήτρια που συμμετέχει στο παγκόσμιο πρωτάθλημα judo λαμβάνει τελεσίγραφο από την Κυβέρνηση της χώρας της ν’ αποσυρθεί από τους αγώνες, προκειμένου να εκλείψει η πιθανότητα να βρεθεί αντιμέτωπη με Ισραηλινή judoka. Εκείνη, όμως, θέλει πάση θυσία το χρυσό μετάλλιο.

Η ΜΕΓΑΛΗ ΛΗΣΤΕΙΑ

Απόπειρα ληστείας χρηματαποστολής πηγαίνει εντελώς λάθος εξαιτίας του φύλακα - οδηγού του θωρακισμένου φορτηγού και πρώην αστυνομικού, ο οποίος για συνοδηγό έχει τον γιο του και με καμία δύναμη δεν πρόκειται να τον αφήσει να πάθει κακό.

ΤΟ ΑΓΑΠΗΜΕΝΟ ΜΟΥ ΓΛΥΚΟ

Η 70χρονη Μαχίν ζει μόνη στην Τεχεράνη από τότε που έμεινε χήρα και η κόρη της μετανάστευσε στην Ευρώπη μαζί με τα εγγόνια της, δραπετεύοντας από το αφιλόξενο ιρανικό καθεστώς. Μια μέρα, όμως, η ερωτική της ζωή θ’ αποκτήσει νέα πνοή και η καρδιά, μαζί με το σπίτι της, θ’ ανοίξει και πάλι για έναν άνδρα. Το αναπάντεχο flirt τους θα εξελιχτεί σ’ ένα βράδυ που από κάθε άποψη θα μείνει αξέχαστο.

Η ΒΑΣΙΛΙΣΣΑ ΤΟΥ ΧΙΟΝΙΟΥ & ΤΟ ΠΑΓΩΜΕΝΟ ΒΑΣΙΛΕΙΟ

Όταν εξαιτίας απροσεξίας η μικρούλα πριγκίπισσα Άιλα απελευθερώνει τα κακά πνεύματα του πάγου, προ της απειλής να πέσει παγωμένη βαρυχειμωνιά σε όλο τον κόσμο, η μητέρα της, Βασίλισσα του Χιονιού, δέχεται τη βοήθεια της Γκέρντα και του Κάι μήπως και προλάβει τη ζημιά. Το μοχθηρό πνεύμα του Βορρά, όμως, είναι πανίσχυρο…

ΝΟΣΦΕΡΑΤΟΥ

Χειμώνας του 1838 και ο συμβολαιογράφος Τόμας Χάτερ ταξιδεύει μέχρι τα Καρπάθια Όρη για να κλείσει τη συμφωνία πώλησης ενός παλιού οικήματος της πόλης του στον εκκεντρικά δυσπρόσιτο κόμη Όρλοκ. Κανείς, όμως, δεν υποψιάζεται πως ο πραγματικός στόχος του Όρλοκ είναι να κάνει δική του τη σύζυγο του Χάτερ.