ΑΓΝΩΣΤΟΙ ΜΕΤΑΞΥ ΜΑΣ (2023)
(ALL OF US STRANGERS)
- ΕΙΔΟΣ: Δράμα
- ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ: Άντριου Χέι
- ΚΑΣΤ: Άντριου Σκοτ, Πολ Μεσκάλ, Κλερ Φόι, Τζέιμι Μπελ
- ΔΙΑΡΚΕΙΑ: 105'
- ΔΙΑΝΟΜΗ: FEELGOOD
Ο Άνταμ είναι μόνος.
Θα θέσω το ακόλουθο ερώτημα όσο πιο ωμά γίνεται: γιατί το gay cinema οφείλει να «υιοθετεί» ένα έργο με ήρωα… μια δύσμοιρη «αδερφή», η οποία χρίζει ψυχιατρικής παρακολούθησης; Είναι αυτό ένα σωστό (ή ιδανικό) πρότυπο ταύτισης για το target group του συγκεκριμένου «genre»; Ειλικρινά, δεν θα έπρεπε! Εκτός αν σε τούτη τη ζωή έχετε αποφασίσει πως ο ρόλος της «drama queen» είναι εκείνος που σας ταιριάζει καλύτερα.
Δεν είναι εύκολο να γραφτεί κριτική χωρίς spoilers για το «Άγνωστοι Μεταξύ μας» του Άντριου Χέι, όμως, θα το σεβαστώ απόλυτα, καθώς κι εγώ παρακολούθησα την ταινία χωρίς να γνωρίζω κάτι περισσότερο από το βασικό storyline, (δηλαδή) πως πρόκειται για μια ερωτική ιστορία ανάμεσα σε δύο άνδρες. Είναι ιδιαίτερα σημαντικό (εάν επιχειρήσετε να την δείτε) να είστε εντελώς ανεπηρέαστοι και απληροφόρητοι σε σχέση με την εξέλιξη της δράσης της (ενδεχομένως για να βιώσετε κι εσείς τον ντουβρουτζά της τελευταίας πράξης, η οποία με εξόργισε). Θα ολοκληρώσω / συμπληρώσω την άποψη που έχω για τούτο το φιλμ στις επόμενες μέρες, με εκτενές κείμενο μέσα από τη στήλη «Μετά την Ταινία». Εδώ, λοιπόν, συνεχίζετε να διαβάζετε με ασφάλεια.
Ο Άνταμ ζει μόνος σε μια λονδρέζικη πολυκατοικία / ουρανοξύστη. Ακούει (εμμονικά) τραγούδια από τα ‘80s, εντός ενός «άχρονου» πλαισίου τοποθέτησης της ιστορίας, όμως, η ύπαρξη ενός σύγχρονου laptop που χρησιμοποιεί προκαλεί μια κάποια σύγχυση. Δεν βγαίνει σχεδόν ποτέ από το διαμέρισμά του. Μια νύχτα, εξαιτίας ενός προειδοποιητικού συναγερμού που χτυπά στο (σχεδόν άδειο από ενοίκους!) κτήριο, θα κατευθυνθεί στον προαύλιο χώρο και θα παρατηρήσει ίχνη ζωής στον έκτο όροφο. Με τη σειρά του, ένας άνδρας τον παρακολουθεί από ψηλά. Είναι ο Χάρι. Λίγα λεπτά αργότερα, θα του χτυπήσει την πόρτα κρατώντας ένα μπουκάλι ιαπωνικού whisky. Δείχνει ελαφρά μεθυσμένος, ίσως περισσότερο τρομαγμένος από τη μοναξιά (του). Στην τηλεόραση παίζει το «The Power of Love» των Frankie Goes to Hollywood από το «Top of the Pops» (ακόμη μία «παράξενη» αναφορά στη δεκαετία του ’80). Ο Χάρι θα του την «πέσει» ανοιχτά, ο Άνταμ θα τον απορρίψει.
Ο Άνταμ θα βγει έξω από τη «safe zone» του, ωθούμενος από ένα κουτί γεμάτο αναμνήσεις και εικόνες από το παρελθόν, σε αναζήτηση ενός σπιτιού στο Σάντερστεντ. Σ’ ένα πάρκο, θα νιώσει προς πρέπει ν’ ακολουθήσει έναν άγνωστο. Δεν πρόκειται για «ψωνιστήρι», αλλά για ένα είδος καλέσματος προς μία οικία, στην οποία ο δεύτερος ζει με μια γυναίκα. Και οι δύο είναι σχεδόν συνομήλικοι με τον Άνταμ και αντιδρούν λες και τον γνώριζαν από πολύ παλιά, μερικώς αμφισβητώντας ότι μπορεί να είναι εκείνος. The plot thickens!
Επιστρέφοντας στο Λονδίνο, ο Άνταμ συναντά τον Χάρι στο ασανσέρ και αυτή τη φορά δείχνει πιο φιλικός. Του ζητά να ξαναδοκιμάσουν και την επόμενη μέρα βρίσκονται μαζί στο διαμέρισμα του Άνταμ, όπου καταλήγουν να κάνουν έρωτα. Το υπόλοιπο είναι ένα ψυχολογικό (wannabe) roller-coaster διαπιστώσεων γύρω από τα όσα είχαμε γίνει μάρτυρες για κάμποση ώρα, μέχρι να κατανοήσουμε πως το «Άγνωστοι Μεταξύ μας» βασίζεται εξολοκλήρου σ’ ένα gimmick – εύρημα, το οποίο εκλιπαρεί διαρκώς ν’ αποσπάσει το… κλάμα του θεατή. Δυστυχώς για τον Χέι, σαφώς και δεν είναι ικανός να το διαχειριστεί με κανόνες μυστηρίου και σασπένς, γι’ αυτό και το σερβίρει με ασάφειες, οι οποίες βαραίνουν (ενοχλητικά) την αφήγηση του φιλμ μέχρι τέλους (θα βρείτε να κυκλοφορούν online ολόκληρα κατεβατά και διαφωνίες για το τι στο διάολο συμβαίνει στο φινάλε, που αν και ξεκάθαρο, μπερδεύει και διχάζει τους θεατές, ανάλογα με την… αφελή αντίληψη που έχει ο καθένας περί ρομαντισμού και λύτρωσης).
Δεν θα πω τίποτε παραπάνω γι’ αυτά που ακολουθούν. Κυριολεκτικά αναρωτιέμαι, όμως, γιατί η gay κοινότητα (και το όποιο κοινό που ενδιαφέρεται να παρακολουθήσει ένα φιλμ παρόμοιας θεματικής δίχως κόμπλεξ) αισθάνεται πως έχει την ανάγκη να αγκαλιάσει τόσο χειριστικά έργα, τη στιγμή που περιπτώσεις όπως το θαυμάσιο «Με Αγάπη, Σάιμον» (2018) γίνονται… «αόρατες» από κάθε «agenda»; Είναι κακό αυτές οι «στρατευμένες» ταινίες να προβάλουν πραγματικά θετικά μηνύματα, αντί μιας ψυχολογικά αρρωστημένης κατάστασης που έχει σκηνοθετηθεί με μοναδικό σκοπό να πουλήσει μελοδραματικό «συναίσθημα» (ή και βραβεία); Είναι ικανοποιημένος ηθικά ο Χέι, προσπαθώντας να δικαιολογήσει τη μοναξιά του Άνταμ (και του όποιου «Άνταμ») σαν μια μορφή παντοτινής «παντρειάς» με τη δυστυχία;
«Λένε ότι είναι ένα πολύ μοναχικό είδος ζωής», ακούγεται να λέει μια φωνή (όχι spoilers) στο φιλμ! Αυτό είναι το απαύγασμα της «σοφίας» του δημιουργού Χέι για τον βίο ενός ομοφυλόφιλου; Ίσως για κάποιους αυτό να… πουλάει καλύτερα. Αλλά μακάρι να μην έχει θέση στην κοινωνία ένα τέτοιο σκεπτικό. Διότι η ζωή του Άνταμ (και του όποιου «Άνταμ») είναι κανονική. Είναι φυσιολογική. Έτσι πρέπει να είναι. Όχι όπως μας την παρουσιάζει φιλμικά ο Χέι, μ’ έναν ήρωα σχεδόν άρρωστο στο μυαλό, καταστρέφοντας (στην καλύτερη περίπτωση) αυτό που (υγιώς) θα μπορούσαμε ν’ αποκαλούμε «gay sensitivity».