FreeCinema

Follow us

DÉLICIEUX: ΤΟ ΠΡΩΤΟ ΕΣΤΙΑΤΟΡΙΟ (2021)

(DÉLICIEUX)

  • ΕΙΔΟΣ: Δραματική Κομεντί
  • ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ: Ερίκ Μπενάρ
  • ΚΑΣΤ: Γκρεγκορί Γκαντεμπουά, Ιζαμπέλ Καρέ, Μπενζαμέν Λαβέρν, Γκιγιόμ ντε Τονκεντέκ, Λορεντζό Λεφέμπβρ, Λοράν Μπατό
  • ΔΙΑΡΚΕΙΑ: 112'
  • ΔΙΑΝΟΜΗ: NEO FILMS

Γαλλία, 1789. Εκδιωγμένος με τρόπο ντροπιαστικό από την Αυλή του Δούκα στον οποίο πρόσφερε τις γευστικές του υπηρεσίες, απογοητευμένος μάγειρας βρίσκει ταπεινό καταφύγιο στη λειτουργία επαρχιακού πανδοχείου. Η νεοαφιχθείσα βοηθός του στην κουζίνα, μην αντέχοντας να τον βλέπει να σπαταλά το ταλέντο του, κατεβάζει μία πρωτοποριακή ιδέα. Και εγένετο… restaurant;

Αν και αφήνεται να εννοηθεί (από το marketing της ταινίας) πως το «Délicieux» βασίζεται σε πραγματική ιστορία, τα πράγματα δεν έχουν ακριβώς έτσι. Το πρώτο εστιατόριο με την μορφή που μέχρι και σήμερα γνωρίζουμε, ήταν το Grande Taverne de Londres, το οποίο δημιουργήθηκε από κάποιον Αντουάν Μποβιγιέρ στο Παρίσι του 1785 και ουχί από τον (ανύπαρκτο) μάγειρα Πιερ Μανσερόν στην γαλλική επαρχία της προεπαναστατικής περιόδου. Ο σκηνοθέτης Ερίκ Μπενάρ και ο σεναριογράφος – συνεργάτης του Νικολά Μπουρκιέφ, πιθανότατα αντιλαμβανόμενοι πως το γεγονός αυτό καθαυτό δεν έχει και τόσο μεγάλο κινηματογραφικό ενδιαφέρον, παρουσιάζουν μία εντελώς ελεύθερη εκδοχή της λειτουργίας του πρώτου restaurant στη Γαλλία (και ίσως στον κόσμο), διατηρώντας το ιστορικό πλαίσιο των τελών του 18ου αιώνα μεν, πλάθοντας σύμφωνα με την φαντασία τους, δε, όλα τα υπόλοιπα. Τούτο το αναφέρω διότι ομολογώ πως «τσίμπησα» αρχικά, πιστεύοντας πως παρακολουθώ ταινία βασισμένη σε αληθινά πρόσωπα και γεγονότα. Μέχρι που το twist του δεύτερου μισού μου έβαλε ψύλλους στ’ αυτιά, κάνοντάς με να το ψάξω λίγο, καθώς δεν μπορούσα με τίποτα να πιστέψω πως κάτι τέτοιο μπορούσε να έχει γίνει στ’ αλήθεια.

Από τη μια πλευρά του «Délicieux» υπάρχουν οι ευγενείς, οι οποίοι έχοντας δει την δύναμη τους να έχει ευνουχιστεί εξαιτίας της απόλυτης μοναρχίας του Λουδοβίκου ΙΣΤ΄, χρησιμοποιούσαν τα πλούσια γεύματα για λόγους επίδειξης, κι από την άλλη ο φτωχός λαός, για τον οποίο το φαγητό αποτελούσε μέσο επιβίωσης. Οι δύο αυτοί κόσμοι απείχαν (ως γνωστόν) έτη φωτός ο ένας από τον άλλον, άρα η ιδέα της λειτουργίας εστιατορίου, οι πόρτες του οποίου θα ήταν ανοιχτές για τους πάντες, ήταν σίγουρα κάτι το πρωτοποριακό. Βέβαια, το να εντάσσεται αυτό στο πλαίσιο των πολλών φυτιλιών που (τελικά) φούντωσαν την Γαλλική Επανάσταση, είναι κάπως τραβηγμένο. Περί ιστορικής ακρίβειας, όμως, ας μην υπάρχουν ιδιαίτερες απαιτήσεις. Περισσότερο σε επίπεδο συμβολισμού κινείται το συγκεκριμένο εύρημα, έχοντας ως στόχο να υπογραμμίσει (με μια δόση υπερβολής) την νέα εποχή που ερχόταν – ακόμα και στο φαγητό. Κάπως έτσι, ο Δούκας του Σαμφόρ και η κουστωδία του παρουσιάζονται μ’ έναν άκρως γραφικό τρόπο, που κάνει τους αντίστοιχους αριστοκράτες από τον «Περίγελο της Αυλής» (1996) να μοιάζουν με μνημεία εμπεριστατωμένου λόγου και σκέψης. Η πορεία καθόδου, παραίτησης και εν τέλει ελπίδας για τον μάγειρα Μανσερόν είναι αυτή που ο καθένας μπορεί εξαρχής να φανταστεί, με το αυτό να ισχύει για τη σχέση του με την βοηθό του, Λουίζ, αν και η δεύτερη του αποκαλύπτει ένα τραβηγμένο από τα μαλλιά μυστικό, το οποίο θέτει τους κανόνες του «Délicieux» σε νέες βάσεις.

Το γερό χαρτί του φιλμ, πάντως, πέρα από την καλοδεχούμενη ατμόσφαιρα εποχής, η οποία ενίοτε φλερτάρει με το crowdpleasing, είναι η μαγειρική αυτή καθαυτή. Ακολουθώντας τις συμβουλές των Γάλλων chef και ιστορικών της μαγειρικής Τέχνης Τιερί Σαριέ και Ζαν-Σαρλ Καρμάν, ο σκηνοθέτης Ερίκ Μπενάρ χρησιμοποίησε αποκλειστικά αυθεντικά συστατικά και τεχνικές προετοιμασίας της εποχής, παρουσιάζοντας συχνά πυκνά τα πιάτα του Μανσερόν ως tableaux του Ζαν Σιμεόν Σαρντέν! Φάτε μάτια ψάρια σημαίνει αυτό, κινούμενο στο πλαίσιο του σύγχρονου γαστριμαργικού τηλε-reality, πλην όμως η φροντίδα της συγκεκριμένης δουλειάς οφείλει να επισημανθεί.

ΕΙΝΑΙ ΓΙΑ ΜΕΝΑ;

Δεν είναι ακριβώς η γαλλική απάντηση στην «Γιορτή της Μπαμπέτ» (1987), ούτε όμως και το χάλι του «Δύο Σεφ για μία Γυναίκα» (2015). Οι φίλοι της tricolore δαντέλας θα το καταπιούν σχεδόν αμάσητο, αν και οι σεναριακές ευκολίες βγάζουν μάτι ενίοτε. Αν νομίζεις πως θα δεις το κινηματογραφικό ανάλογο του εγχώριου «MasterChef», το menu του «Délicieux» θα σε αφήσει με… άδειο στομάχι.


MORE REVIEWS

ΣΤΟΝ ΙΣΤΟ ΤΟΥ ΤΡΟΜΟΥ

Ο Καλέμπ, νεαρός κάτοικος του ελαφρώς γκετοποιημένου κτηριακού συγκροτήματος Les Arenes de Picasso, λίγο έξω από το Παρίσι, με αδυναμία στο να συλλέγει εξωτικά έντομα, φέρνει στο διαμέρισμά του μια σπάνια αράχνη άκρως επικίνδυνη και δηλητηριώδη, η οποία αναπαράγεται με απίστευτη ευκολία και ταχύτητα. Επίσης, τα τέκνα της… μεγαλώνουν αφύσικα!

ΜΗΝ ΑΝΟΙΓΕΙΣ ΤΗΝ ΠΟΡΤΑ

Άνδρας που ζει μοναχικά σε ορεινή περιοχή, ανοίγει την πόρτα του σπιτιού του σε άγνωστη κοπέλα που, εν εξάλλω καταστάσει, του ζητά βοήθεια μέσα στη νύχτα, επικαλούμενη επίθεση πλάσματος (;) αγνώστου ταυτότητας και στοιχείων προς την ερευνητική ομάδα βιολόγων στην οποία ανήκει και είχε κατασκηνώσει στο παρακείμενο δάσος.

ΣΟΥΠΕΡ ΜΑΓΚΙ

H ζωή έχει γίνει λίγο πολύ απαιτητική για τη Σούπερ Μάγκι. Καθώς η εγκληματικότητα στην πόλη είναι σε ύφεση, περνά τον χρόνο της βοηθώντας στην απόφραξη αποχετεύσεων και στην υποβολή φορολογικών δηλώσεων, αντί να σώζει τον κόσμο. Σίγουρα δεν είχε επιλέξει κάτι τέτοιο! Όταν μια μοχθηρή ιδιοφυΐα της τεχνολογίας απειλεί να παγιδεύσει ολόκληρη την πόλη σε μια «τέλεια» προσομοίωση metaverse, η Μάγκι και ο Σουίτι πρέπει να συνεργαστούν για να σώσουν την κατάσταση για άλλη μια φορά. Μήπως είναι και η τελευταία περιπέτεια του δυναμικού ντουέτου;

Ο ΤΕΛΕΥΤΑΙΟΣ ΗΡΩΑΣ

Γερμανική πολυεθνική που επιθυμεί ν’ ανοίξει supermarket σε χωριό της Σλοβενίας στέλνει επιτόπου εκπρόσωπό της για αυτοψία. Εκείνη, όμως, πέφτει πάνω σε κάτι φευγάτους τύπους που για hobby τους έχουν… την αναπαράσταση μαχών του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου και ούτε ζωγραφιστούς δεν θέλουν να βλέπουν τους Γερμανούς!

ΟΙ ΑΝΤΙΠΑΛΟΙ

Ο Αρτ και ο Πάτρικ καψουρεύονται την Τάσι. Και οι τρεις τους παίζουν tennis επαγγελματικά. Και θέλουν να κερδίζουν. Αλλά στο… κρεβάτι τρίτος δε χωρεί.