FreeCinema

Follow us

Μπορούν να αναζητηθούν διάφορες αιτίες και αφορμές στο γιατί το φιλμ αυτό άνοιξε στα ελληνικά σινεμά με… 393 εισιτήρια. Όχι την πρώτη του μέρα. Μιλάμε για το σύνολο του τετραημέρου! Αρχικά, όπως πολλές από τις ταινίες που κάνουν πρεμιέρα στο Φεστιβάλ των Καννών και εξέρχονται σχεδόν αμέσως μετά στους κινηματογράφους πολλών χωρών, το «The Neon Demon» πλήρωσε τη νύφη από τα «κατεβάσματα», αφού μπορούσε να το βρει κανείς σε άριστη ποιότητα online από τα τέλη του Αυγούστου. Ευθύνη του γραφείου διανομής η καθυστέρηση; Ενδεχομένως. Πρόκειται, όμως, για μια από εκείνες τις ταινίες που ούτε ταιριάζουν στο καλοκαίρι αλλά ούτε και στα θερινά σινεμά. Το φιλμ αυτό ζητούσε το απόλυτο σκοτάδι, εκείνο που η αίθουσα μπορεί να του προσφέρει για να υποστηρίξει καλύτερα τις εικόνες του. Άρα, μιλάμε για κακό timing.

Το ότι πολλοί υποψήφιοι θεατές της συγκεκριμένης ταινίας προτίμησαν να την παρακολουθήσουν (με το «άλλοθι» της βιασύνης) κατ’ οίκον, δηλώνει κατά κάποιον τρόπο την ποιότητα αυτών και, παράλληλα, την απαξίωση της σημασίας της μεγάλης οθόνης, πόσω μάλλον για μια περίπτωση έργου το οποίο ζητά το μέγεθος αυτό.

Ακολούθησε μια sold out προβολή στις Νύχτες Πρεμιέρας, που έμαθα ότι πραγματοποιήθηκε εν μέσω πανηγυριού και γέλωτος! Ακόμη πιο λυπηρό και τρομακτικό αυτό. Μου θυμίζει περιπτώσεις που πήγα να ξαναδώ ταινία την οποία αγάπησα σε κινηματογραφική αίθουσα, δίπλα σε κανονικό κοινό, και ντράπηκα για τους ανθρώπους που βρίσκονταν ανάμεσά μου. Δεν θα ξεχάσω ένα βράδυ στην ΟΠΕΡΑ της Ακαδημίας (διόλου συμπτωματικό το παράδειγμα, εκεί προβλήθηκε στο Φεστιβάλ και το φιλμ του Ρεφν), με το «Crash» του Ντέιβιντ Κρόνενμπεργκ στην οθόνη και, από κάτω, μια απίστευτη οχλαγωγία γαλαρίας, που ζητωκραύγαζε με «κανιβαλιστική» διάθεση κάθε ερωτική ή τολμηρή σκηνή του έργου. Ναι, είναι αυτή η απίστευτα συντηρητική μάζα ανθρώπων που επιδιώκουν να πάρουν «μάτι» σε ταινίες με την κάποια σχετική φήμη τολμηρότητας, αλλά σοκάρονται όταν αυτό που περίμεναν ως πορνογραφία κομμένη και ραμμένη στα μέτρα τους προκύπτει να είναι κάτι το «άρρωστο», όπως αυτό δηλώνεται από τα πλέον απαρχαιωμένων αντιλήψεων (ακόμη και αισθητικών κανόνων), αληθινά άρρωστα μυαλά τους. Σε τέτοιες περιπτώσεις, θλίβομαι και σιωπώ, προσπαθώντας να εστιάσω στην οθόνη και μόνο. Σε άλλες, όπως σε μια μεταμεσονύκτια προβολή του δεύτερου μέρους του «Nymph()maniac» του Λαρς φον Τρίερ, όπου κάτι κοριτσάκια χασκογελούσαν στη σκηνή του μαστιγώματος της Σαρλότ Γκενσμπούργκ, το «Σκάστε!» και μερικές επιπλέον παρατηρήσεις που η ανατροφή μου δεν μου επιτρέπει να επαναλάβω εδώ, ήχησε μέχρι τα έγκατα του multiplex (και τον ομφαλό της Γης, μη σου πω).

Το «The Neon Demon» προβλήθηκε σε επτά αίθουσες της Αθήνας και σε μία στη Θεσσαλονίκη, με δύο προβολές καθημερινά σε όλες τους. Την Πέμπτη έκοψε 100 εισιτήρια, την Παρασκευή 80 εισιτήρια, το Σάββατο 117 εισιτήρια και την Κυριακή 96 εισιτήρια. Η συντριπτική πλειοψηφία των Ελλήνων κριτικών κινηματογράφου έθαψε εντελώς το φιλμ, με στερεοτυπικές εκφράσεις περί «βιντεοκλιπίστικης» αισθητικής χωρίς περιεχόμενο και κανένα ίχνος αρχιδιών σε αναλυτικό επίπεδο. Διότι, αγάπη μου, όταν θάβεις, καλό είναι να έχεις και κάποια σοβαρά επιχειρήματα επί του περιεχομένου. Διαφορετικά, γίνεσαι ένα με αυτόν τον όχλο της αιθούσης που χλευάζει και μόνο απέναντι σε οτιδήποτε το «διαστρεβλωτικό» προς τη δική του αντίληψη, Πίστη, ιδεολογία. Οτιδήποτε το μοντέρνο. Το αρτίστικο. Το «διαφορετικό».

Και δεν είναι η πρώτη φορά. Συνέβη ξανά προ ετών, με το «Κάτω από το Δέρμα» του Τζόναθαν Γκλέιζερ, για το οποίο κριτικοί και κοινό (που γελούσε ή εγκατέλειπε στη μέση της ταινίας) συμφώνησαν ότι επρόκειτο για «σκουπίδι». Εκείνο, στο πρώτο τετραήμερό του, είχε κόψει 4.660 εισιτήρια (από δώδεκα οθόνες), για να κλείσει καριέρα στα… 9.707 εισιτήρια! Δηλαδή, σχεδόν οι μισοί θεατές επί του εισπρακτικού συνόλου του φιλμ προσήλθαν στα ταμεία εντός των πρώτων τεσσάρων ημερών προβολής και μόνο! Θέλετε μια λογική εξήγηση; Η ταινία διαφημίστηκε με δέλεαρ τις γυμνές εμφανίσεις της Σκάρλετ Τζοχάνσον! Οι θεατές έσπευσαν για το «μάτι» και προσγειώθηκαν… ανώμαλα. Ποιος έφταιγε; Το σχεδόν πειραματικό, πρωτόγνωρο και σαφώς καλλιτεχνικό ύφος της ταινίας; Ή η πνευματική στειρότητα; Ποιων; Αλήθεια, θέλεις και να τους κατονομάσω;

Κατά τα άλλα, υπάρχει art-house κύκλωμα αιθουσών και αντίστοιχη μερίδα κοινού που αποκαλείται «σινεφίλ» (ξερνάω όποτε βλέπω αυτή τη λέξη) και ζει ανάμεσά μας. Δύσμοιροι…

TAGS: