ΑΓΑΠΗΣΑ ΕΝΑ ΖΟΜΠΙ (2013)
(WARM BODIES)
- ΕΙΔΟΣ: Νεανικό Ρομάντζο Τρόμου
- ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ: Τζόναθαν Λεβίν
- ΚΑΣΤ: Νίκολας Χολτ, Τερίζα Πάλμερ, Αναλί Τίπτον, Τζον Μάλκοβιτς
- ΔΙΑΡΚΕΙΑ: 97’
- ΔΙΑΝΟΜΗ: ODEON
Ψόφιος λεβέντης βολοδέρνει με ομοίους στη λήθη σε Αμερική μετά Καταστρόικα, ώσπου σώζει κόρη αρχηγού των οχυρωμένων ζωντανών σε σφάγιασμα επίθεσης, έχοντας (κυριολεκτικά) φάει τον δικό της. Οικειοποιείται κάτι απ’ τη μνήμη του θύματος, κρύβει την κοπέλα απ’ τους ρέστους «The Walking Dead», η καρδιά του θα αρχίσει να χτυπά (σχεδόν) ξανά γι’ αυτήν – κι εκείνη, όμως, τον βλέπει πλέον ως… άνδρα! Ο δεσμός τους μπορεί να προστατευθεί, από θνητούς ή μη συν κάτι σκελετά, πριν φαγωθεί;
Κιμά μόνο αν έχεις στα μυαλά δε βλέπεις τι έκανε στο έξυπνο βιβλίο τού Άιζαακ Μάριον (το παιγνιώδες κηδειόσημο του χιούμορ πρόζας, οι σιλουέτες και η κυριότατα POV προοπτική του οποίου φαλτσετιάζονται, μεταγγίζονται και νοθεύονται με εμπορικά υποκατάστατα αίματος, παρά τις αραιά σποραδικά ιαματικές ενέσεις πνεύματος) η μαμά εταιρεία τής όνομα και μη χωριό απόλυτης βαμπιρικής saga. Που – ίσως το χειρότερο – παρέσυρε στον κανιβαλισμό και το μυαλό / οφθαλμό του «Χυμαδιό» για ένα όχι «50/50» αλλά πολύ συντριπτικότερα «κόκαλο» «τα ετερώνυμα έλκονται» φανταστικό love story δυστοπίας, θριλερικών ντου αλληγορίας εναντίον της (εναντίον του πλησίον) δυσανεξίας και γκροτέσκα ανιαρής αναιμίας κρουσμάτων δήθεν κωμωδίας, που σέρνει εδώ κι εκεί τα πόδια του σα μόγγολη σορός.
Η αρρώστεια που ο καθένας μπορεί να διαγνώσει εδώ λέγεται «Twilight». Και προκαλεί χαίνουσες πληγές πολλαπλής νεκρανάστασης μοτίβων (προεξάρχοντος του από αντίθετα σύμπαντα ζεύγους που πατάει το Χάρο), rejuvenation υφών σκηνών (Ο Τζέικομπ κι η Μπέλα τσακώνονται στη βροχή; Ο εδώ λεγάμενος «νιώθει» ξανά στο δέρμα του το κρύο των σταγόνων της…), ρουφήγματος φλέβας φακών φωτό (οι εκεί χλωρίδας, εδώ μετα-Αποκαλυπτικές αποχρώσεις γραφίτη του dp των «Νέα Σελήνη» και «Έκλειψη», Χαβιέρ Αγκιρεσαρόμπε), μοντάζ ακρωτηριασμού / συρραφής μελών (εδώ πιο σβέλτη στα κλεισίματά της η Νάνσι Ρίτσαρντσον των «Λυκόφως» και «Έκλειψη»), σερβιρίσματος της επίδοξα νέας Κρίστεν Στιούαρτ (φτυστή της σε σημείο doppelganger η Πάλμερ, μείον λιγάκι το υποκριτικό rigor mortis), ακόμη και του emo, εδώ πιο indietronica hipster και παλιών ροκιών mixtape της ίδιας μουσικής επιμελήτριας (της «δικής μας» Αλεξάντρα Πατσαβάς).
Πέραν της άνωθεν βλαστοκυτταρικής ανάπλασης για το PG-13 πελατολόγιο, μικρές λοβοτομές μπορείς να ψαύσεις ολούθε. Στις χτυπητές ανακολουθίες σινεγκεφαλικής λειτουργίας από άποψη αφήγησης και περσόνων: στο μπάσιμό της στην κουστωδία των ζόμπι στη ζούλα η γκόμενα είναι άφοβα ο εαυτός της αλλά αργότερα πρέπει έντρομη να υποδυθεί ένα απ’ αυτά – όχι για να μη γίνει τσακωτή, για να γελάσουμε. Στο boy meets girl που κολατσίζει φαιοκύτταρα μαζί με το ίδιο το διάνυσμά του: απ’ το ψέλλισμα ενός «σ’ αγαπώ» στο κατασπαραγμένο boyfriend (τον οποίο λησμονεί στο άψε-σβήσε, άπαξ και τεζάρισε), μέσω της φιλίας με τον προκομμένο – κουφάρι, στην καψούρα της γι’ αυτόν σε μια… ανάσα. Στο ρίσκο διανομής του πάντα ξεκαρδιστικού καρατερίστα Ρομπ Κόρντρι, που funny or die εδώ τρώει το κεφάλι του, μαζί με τις μούτες και τους σπασμούς της κομπαρσαρίας ορθίων ημιπτωμάτων σε ιλαροτραγικά «ουμανιστικό» πρώτο πλάνο.
Κι εδώ γίνεται ακόμη πιο αισθητό το… resident evil (προσέξτε τη δαγκωτή επιρροή κι από αυτό το «classic» στην «ότι να’ ναι» sci-fi ανέλιξη ανάνηψης αορτής κι αναστροφής σήψης στο «ας κατεβάσουμε τα όπλα», α λα Ομπάμα έκκλησης κλου αντίδοτου) που κουβαλάει εξ αρχής η ταινία. Για ποιο λόγο ουδένα mainstream live-action αμερικανικό φιλμ ως σήμερα είχε κάνει κεντρικό ήρωά του και μάλιστα σε πρωτοπρόσωπο voice-over ένα ζόμπι σε… αγώνα πείνας (ναι, περιδρομιάζει λανθανόντως κι από αυτό το ταμειακό τσιμπούσι η ταινία, προσέξτε το σχετικό σκύλεμα της ιδέας survivors – φυντανακίων, εξοπλισμού και αποστολής αυτοκτονίας τους ως ομάδας για – ξηρά, όχι ωμή, αυτό είναι ο πολιτισμός – τροφή);
Επειδή, χωρίς το σάρκωμα της μελαγχολίας ή τον μπαλτά της παρωδίας (ή το ένα ή το άλλο, προσέξτε πόσο αντιστικτικά άσχημα «χτυπάει» το «Pretty Woman» του Ρόι Όρμπισον στη μεσοβέζικη σκηνή μακιγιαρίσματος του παλικαριού ώστε να φέρνει σε άνθρωπο) κάτι τέτοιο θα έθαβε αυτόματα το υψηλό προσδόκιμο… ζωής του πρωταγωνιστικού ρόλου, για το οποίο χτυπάει πάντα η περδικούλα κάτω απ’ το δέρμα ενός θεατή. Ε, εδώ «Το Κακό» συνέβη και από φυσικότητα διασώζονται σπαράγματα. «Για Ένα Αγόρι» (έστω κι αν είναι το νέο it boy του Χόλιγουντ, Νίκολας Χολτ, όχι χωρίς τις infectious στιγμές του), με άδικη κατάρα το Σαίξπηρ (Ρ… κάτι, δε θυμάται, ονομάζεται το αρσενικό, Τζούλι το θηλυκό, εννόησες), παρασιτιζόμενο άγρια από το βρικολάκιασμα ενός εισπρακτικού τέρατος που το στοιχειώνει ως φάντασμα (Κάλεν, άτιμη φάρα, τι μας κάνατε…), μπορείς να διατηρείς ακόμα τα «λεφτά» αισθήματά σου; Τι να σου πω, ρε genre φρίκουλα, πιο έρωτας πεθαίνεις…