Ο ΜΙΚΡΟΣ ΠΡΙΓΚΙΠΑΣ (2015)
(THE LITTLE PRINCE)
- ΕΙΔΟΣ: Animation
- ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ: Μαρκ Όσμπορν
- ΔΙΑΡΚΕΙΑ: 108'
- ΔΙΑΝΟΜΗ: FEELGOOD
Νεαρό κορίτσι – διάνοια που ζει με την απαιτητική και ιδιαίτερα ανταγωνιστική μητέρα του ανακαλύπτει μέσω του περίεργου, πρώην αεροπόρου γείτονά του ίσως την πιο κλασική ιστορία που καταγράφηκε ποτέ στη συλλογική, παιδική μνήμη. Τα πράγματα δε θα είναι ποτέ ξανά ίδια.
Το καλύτερο με τον «Μικρό Πρίγκιπα» του Μαρκ Όσμπορν είναι ότι αναγνωρίζει και ο ίδιος πως η αυθεντική ιστορία του Αντουάν ντε Σαιντ-Εξυπερύ, κινηματογραφικά, δεν μπορεί να διαρκέσει πάνω από εικοσάλεπτο. Γι’ αυτό και η ταινία παίρνει την ουσία της αρχικής ιστορίας και τη μετατρέπει σε αφορμή για να αφηγηθεί κάτι άλλο εξίσου ζεστό, εξίσου συγκινητικό και εξίσου «οικουμενικό», συνδυάζοντας τα στοιχεία μιας απλής ιστορίας ενηλικίωσης και συναισθηματικής ωρίμανσης με αυτά μιας δυστοπικής κοινωνίας κι ενός σκοτεινού μέλλοντος, χωρίς να ξεχνά ποτέ ότι στην ψυχή παραμένει ένα ξεκάθαρο παραμύθι.
Χωρισμένη σε τρία διακριτά μέρη, η ταινία επιχειρεί διαδοχικά να στήσει τον… οργουελικό κόσμο της γύρω από τη μικρή του πρωταγωνίστρια, στη συνέχεια να συστήσει τον αφηγηματικό πυρήνα της αρχετυπικής ιστορίας του τόσο στην ηρωίδα του όσο και στο κοινό τού φιλμ και στο τέλος να αναμείξει αυτά τα δύο, στο πιο τολμηρό και ουσιαστικά ενδιαφέρον κομμάτι. Γιατί μέχρι τότε, δεν υπάρχει καμία αμφιβολία ότι ο «Μικρός Πρίγκιπας» είναι μια πολύ προσεγμένη δουλειά με έμφαση τόσο στις ωραίες εικόνες όσο και στα δυνατά συναισθήματα, όπως μας έχουν συνηθίσει όλα τα πρόσφατα animation, όμως παραμένει μάλλον ασφαλές και αρκετά κοινότοπο στο εύρος των μηνυμάτων που επιχειρεί να μεταδώσει. Σαν να μην ήταν αυτό αρκετό, στον ενήλικο θεατή χτυπάει ως υπερβολικά κυριολεκτικός ο τρόπος που επιλέγει να μεταδώσει την αλήθεια του, βάζοντας τους ίδιους τους ήρωες είτε να διατυπώνουν ρητά τις μεγάλες σοφίες του είτε να ομολογούν οι ίδιοι τα ηθικά διδάγματα που μόλις έχουν αποκομίσει.
Παρά τις ασφαλείς επιλογές, ωστόσο, υπάρχουν στιγμές που δείχνουν ότι ο «Μικρός Πρίγκιπας» ξεπερνά τον μέσο όρο των λεγόμενων «παιδικών» ταινιών. Η χρήση του δισδιάστατου stop-motion animation για την αφήγηση του παραμυθιού, εμπνευσμένη από τα αυθεντικά σκίτσα της πρωτότυπης έντυπης έκδοσης σε αντίθεση με την παραδοσιακή χρήση ψηφιακού κινούμενου σχεδίου στο υπόλοιπο της ταινίας, δίνει μια περισσότερο χειροποίητη υφή στο όλο εγχείρημα και μια πιο διακριτή προσωπικότητα στα επιμέρους τμήματα της ανάπτυξης της ιστορίας. Παράλληλα, η αντιστροφή της ιστορίας στο τρίτο μέρος του φιλμ αποτελεί μια αποτελεσματική μεταφορά σχετικά με το παιδικό όνειρο και τη φαντασία και τον τρόπο που αυτά μπορούν να αποδειχτούν απαραίτητα κομμάτια της ενήλικης ζωής (δοσμένη μέσα από πολύπλοκες σκηνές δράσης και κίνησης). Δυστυχώς, όμως, μετά τα φετινά «Μυαλά που Κουβαλάς», όλα τα υπόλοιπα φετινά φιλμ κινουμένων σχεδίων είναι καταδικασμένα να φαντάζουν απλοϊκά. Το τελικό αποτέλεσμα, πάντως, είναι όντως πιο πολύπλοκο ως δομή από όσο διαφαίνεται αρχικά και σαφώς άμεσο στον δρόμο του προς την παιδική καρδιά (αν και τα «δε θα γίνω τέτοιος ενήλικας» ή «άσε ελεύθερη τη φαντασία σου» ίσως πια έχουν χρησιμοποιηθεί περισσότερες φορές από όσο πρέπει στις ταινίες του «είδους»).
Το χειρότερο με τον «Μικρό Πρίγκιπα» είναι ότι από την αρχή μέχρι το τέλος του παραμένει μια «παιδική» ταινία, τη στιγμή που πλέον πολλά αντίστοιχα φιλμ έχουν αρχίσει να επικοινωνούν εξίσου με το ενήλικο κοινό. Βέβαια, η αρχική πηγή της ιστορίας ενδεχομένως να είναι και η πιο αρχετυπική παιδική ιστορία, οπότε κάτι τέτοιο ίσως αποτελούσε εξαρχής μονόδρομο. Αυτή η προσέγγιση, όμως, περιορίζει τους ορίζοντες του φιλμ και έρχεται σε αντίθεση με τον ίδιο του τον σκοπό. «Υπερβολές», θα απαντούσε ένα μικρό παιδί. Μπορεί και να έχει δίκιο.