ΤΟ ΚΑΛΕΣΜΑ 3: Ο ΔΙΑΒΟΛΟΣ ΜΕ ΕΒΑΛΕ ΝΑ ΤΟ ΚΑΝΩ (2021)
(THE CONJURING: THE DEVIL MADE ME DO IT)
- ΕΙΔΟΣ: Τρόμου
- ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ: Μάικλ Τσάβες
- ΚΑΣΤ: Βέρα Φαρμίγκα, Πάτρικ Γουίλσον, Ρουάιρι Ο’Κόνορ, Σάρα Κάθριν Χουκ, Τζούλιαν Χίλιαρντ, Τζον Νομπλ, Στιβ Κάουλτερ
- ΔΙΑΡΚΕΙΑ: 112'
- ΔΙΑΝΟΜΗ: TANWEER
Οι Γουόρεν παλεύουν ν’ απελευθερώσουν την ψυχή ενός παιδιού, χωρίς να έχουν αντιληφθεί πως η δύναμη του Κακού έχει αλλάξει «ξενιστή». Όταν ο τελευταίος συλληφθεί ως ύποπτος για δολοφονία, η Αμερική θα ζήσει για πρώτη φορά στην Ιστορία της μια δίκη στην οποία ο ένοχος θα επικαλεστεί δαιμονισμό για ν’ απαλλαγεί των κατηγοριών του!
Από το «Κάλεσμα» (2013) μέχρι σήμερα, με το δεύτερο sequel του, το αποκαλούμενο ως «The Conjuring Universe», μετρά οκτώ κινηματογραφικούς τίτλους, μαζί με τα spin-off του! Φυσικά, τον πρώτο ρόλο στην επιτυχία κρατούν οι ταινίες που έχουν για ήρωες το (υπαρκτό) ζεύγος των Εντ και Λορέιν Γουόρεν, οι οποίες δραματοποίησαν αληθινές υποθέσεις διερεύνησης του υπερφυσικού, με έμφαση στους δαιμονισμούς. Η δημοφιλία της σειράς είναι τόσο μεγάλη, που μονάχα το franchise των ταινιών με το τέρας Γκοτζίλα την ξεπερνούν στο πλαίσιο του horror genre!
Στην τρίτη τους περιπέτεια, πια, χωρίς τη σκηνοθετική καθοδήγηση του Τζέιμς Γουάν εδώ, επιστρέφουν στα πάτρια εδάφη για να επιχειρήσουν τον εξορκισμό ενός ανήλικου αγοριού, πάντοτε με την υποστήριξη ενός «ανθρώπου του Θεού», η αρχική εμφάνιση του οποίου ξεκάθαρα «κλείνει το μάτι» προς τους fans του είδους, σαν ένα homage στο κλασικό πλάνο της άφιξης του Μαξ φον Σίντοφ από τον «Εξορκιστή» (1973). Ο Διάβολος καταφέρνει να τους ξεγελάσει και αλλάζει «ξενιστή», γεγονός που διαφεύγει από όλους τους παριστάμενους στην εισαγωγική σεκάνς, ο οποία στερείται πρωτοτυπίας, αν και είναι αρκούντως δυναμική και σκιαχτική. Ο νεαρός Άρνι θ’ αρχίσει ν’ αντιλαμβάνεται πως κάτι τρέχει μέσα του και όταν σε μια στιγμή παροξυσμού δολοφονήσει έναν φίλο της κοπέλας του, θα ισχυριστεί πως… «Ο Διάβολος με Έβαλε να το Κάνω».
Στο πλευρό της υπεράσπισής του βρίσκονται οι Γουόρεν, οι οποίοι θα ζητήσουν από το δικαστήριο (πρωτοφανώς για την Ιστορία των ΗΠΑ) να τον απαλλάξει από την κατηγορία του φόνου διότι ήταν δαιμονισμένος. Έτσι, ένα μεγάλο μέρος της πλοκής του έργου αποκτά τούτη τη φορά έναν πιο ντετεκτιβίστικο χαρακτήρα, καθώς οι Γουόρεν βοηθούν τις αστυνομικές Αρχές ώστε ν’ αποδεχτούν το υπερφυσικό κομμάτι της υπόθεσης και να τη λύσουν με τη βοήθεια του Πάτερ Κάστνερ, ενός ιερέα ο οποίος έχει αποσυρθεί πια, μα έχει στην κατοχή του ένα τεράστιο αρχείο που σχετίζεται με το θέμα των δαιμονισμών.
Από την πρώτη κιόλας εμφάνιση του Κάστνερ, βλέποντας και μόνο τη φάτσα του ηθοποιού Τζον Νομπλ, ο θεατής αντιλαμβάνεται πως κάπου βαθιά στο υπόγειο του πρώην ιερέα κρύβεται το μεγάλο clue τούτου του sequel, το οποίο τοποθετεί τη δράση του (κυρίως) στο Κονέκτικατ των αρχών της δεκαετίας του ’80. Οι περισσότερο μυημένοι στο είδος θα κάνουν γρήγορα τις προφανείς υποθέσεις τους για το πώς θα εξελιχθεί η ιστορία, με τον Μάικλ Τσάβες να έχει αναλάβει το δύσκολο έργο της μετατροπής ενός «αστυνομικού θρίλερ» σε ταινία τρόμου, με άλλοθι το στοιχείο του υπερφυσικού. Ως κατασκευή, το «Κάλεσμα 3» διατηρεί το υψηλό production value του, περιέχει κάμποσες «τρομάρες» και τα τυπικά ξαφνιάσματα, αλλά παραμένει σε χαμηλούς τόνους όσον αφορά στο πραγματικό νόημα μιας horror movie. Το μέγα ατού των πρωταγωνιστών κάνει τα πράγματα πιο πιστευτά, ειδικά μέσω της παρουσίας της Βέρα Φαρμίγκα, η οποία παίρνει στους ώμους της έναν ρόλο αρκετά «γραφικό» και τον πηγαίνει σε «άλλο» level δραματικότητας και ρεαλισμού.
Χωρίς να χάνει σε ατμόσφαιρα, περιέχοντας ουκ ολίγες spooky στιγμές που λειτουργούν θετικότατα, και με τη φροντίδα στην παραγωγή να δείχνει πως αυτό το sequel δεν αποτελεί με καμία δύναμη «αρπαχτή», το «Κάλεσμα 3» αφήνει πίσω του μια αίσθηση… γκρίνιας για το ότι δεν κορυφώνεται σε κάτι πιο τρομακτικό (παρά το R rating που κουβαλάει).