FreeCinema

Follow us

Ο ΤΥΦΛΟΣ ΠΟΥ ΔΕΝ ΗΘΕΛΕ ΝΑ ΔΕΙ ΤΟΝ ΤΙΤΑΝΙΚΟ (2021)

(SOKEA MIES JOKA EI HALUNNUT NÄHDÄ TITANICIA)

  • ΕΙΔΟΣ: Δράμα
  • ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ: Τέμου Νίκι
  • ΚΑΣΤ: Πέτρι Ποϊκολάινεν, Μαριάνα Μαϊγιάλα
  • ΔΙΑΡΚΕΙΑ: 82'
  • ΔΙΑΝΟΜΗ: CINOBO

Ένας τυφλός και ανάπηρος άνδρας θα μπλεχτεί σε μια απρόσμενη περιπέτεια, όταν αποφασίσει να (μετα)κινηθεί μόνος του, προκειμένου να επισκεφτεί τη γυναίκα με την οποία είναι ερωτευμένος και ζει μερικές ώρες μακριά από εκείνον.

Πέμπτη μεγάλου μήκους για τον Φινλανδό δημιουργό Τέμου Νίκι, το όνομα του οποίου ίσως να μη σας λέει και πολλά, είναι σχεδόν σίγουρο όμως ότι θα σας πει μετά την καινούργια του ταινία με τον τίτλο… σιδηρόδρομο: «Ο Τυφλός που δεν Ήθελε να δει τον Τιτανικό». Υπάρχει λόγος, θα μου πείτε, για τον συγκεκριμένο τίτλο; Σε αντίθεση με την πλειοψηφία ανάλογων περιπτώσεων, ναι, υπάρχει.

Υπάρχει μια βιωματική εμπειρία που κρύβεται πίσω από τούτο το φιλμ. Σύμφωνα με τον Νίκι, κάποια στιγμή, έπειτα από πολλά χρόνια, ένας παλιός του φίλος από το στρατό επικοινώνησε μαζί του. Ο Πέτρι Ποϊκολάινεν του είπε πως παρακολουθούσε την καριέρα του, ενθυμούμενος το μεγάλο όνειρο του Νίκι να γίνει σκηνοθέτης και πως ο ίδιος εργαζόταν ως επαγγελματίας ηθοποιός (το δικό του, μεγάλο όνειρο) προκειμένου να βγάλει τα προς το ζην. Όλα αυτά, μέχρι τη στιγμή που διαγνώστηκε με μία επιθετικής μορφής σκλήρυνση κατά πλάκας που τον έχει αφήσει τυφλό και καθηλωμένο σε αναπηρικό αμαξίδιο. Ο Νίκι τον ρώτησε αν ακόμα ήθελε να συνεχίσει να παίζει και κάπως έτσι «γεννήθηκε» η ιδέα αυτής της ταινίας, με τον ίδιο τον Ποϊκολάινεν σ’ ένα ρεσιτάλ σωματικής ερμηνείας.

Ο Γιάκο περνά όλη του τη μέρα μέσα στο σπίτι. Από τη στιγμή που το (ειδικά διαμορφωμένο με ηχητική λειτουργία) κινητό του χτυπήσει, υπενθυμίζοντάς του να πάρει τα μυοχαλαρωτικά του, ο Γιάκο ζει την καθημερινότητά του ανάμεσα σε τέσσερις τοίχους, άλλοτε αναμένοντας την έλευση της νοσοκόμας του κι άλλοτε συνομιλώντας με τη Σίρπα στο τηλέφωνο. Ο Γιάκο είναι ερωτευμένος με τη Σίρπα, η οποία αντιμετωπίζει τον δικό της ιατρικό Γολγοθά, ζώντας μόνη σε άλλη πόλη, με την απόσταση που τους χωρίζει να διαρκεί μερικές ώρες. Όταν ένα πρωί μάθει κάποια σοκαριστικά νέα για την κατάσταση της υγείας της, ο Γιάκο θ’ αποφασίσει να την επισκεφτεί, ακόμα κι αν αυτό σημαίνει πως θα πρέπει να βασιστεί στη βοήθεια των ξένων, προκειμένου να βρει τον δρόμο προς το σπίτι της. Αυτός ο δρόμος, όμως, θ’ αποδειχθεί μεγαλύτερος απ’ όσο τον φανταζόταν.

Θα περίμενε κανείς πως η ταινία αποτελεί κλασικό δείγμα υπερβάλλοντος μελοδραματισμού και εκβιαστικής συγκίνησης, όμως, κάθε άλλο παρά αυτό συμβαίνει! Ο Νίκι ξέρει ακριβώς πως να κρατήσει τις ισορροπίες, βάζοντας τον ήρωά του (ένας πραγματικά θαυμάσιος Ποϊκολάινεν) στον πυρήνα μιας κωμικοτραγικής καθημερινότητας, που δεν είναι ούτε ακριβώς κωμωδία, ούτε και τραγωδία. Ο Γιάκο είναι ξύπνιος και τρομερά ατακαδόρος, αντιλαμβάνεται την κατάστασή του, αλλά δεν καθορίζεται ποτέ από αυτήν. Επίσης, ο Γιάκο είναι… cinema nerd. Απευθύνεται στα πόδια του σαν Ρόκι και Ράμπο, λατρεύει τις ταινίες του Τζον Κάρπεντερ και δεν έχει δει ποτέ στη ζωή του τον «Τιτανικό» (όπως και ο ίδιος ο Νίκι στην πραγματικότητα). Όταν, επιτέλους, αποφασίζει να δει την ταινία, θα το κάνει μονάχα για το χατίρι της Σίρπα, την αποφράδα εκείνη μέρα που θα ξεκινήσει το ταξίδι του, προκειμένου να τη συναντήσει.

Ο Νίκι κάνει μια τολμηρή επιλογή σε επίπεδο σκηνοθεσίας, πρακτικά «κολλώντας» την κάμερα πάνω στον Γιάκο, κυρίως στο πρόσωπο και τα χέρια του, με τον θεατή να έχει μονάχα σκόρπιες ματιές (αν έχει, δηλαδή) από το υπόλοιπο σώμα του. Κατά τα άλλα, τα πάντα γύρω από τον πρωταγωνιστή είναι βουτηγμένα μέσα σε μια θολούρα, με το background να παραμένει μόνιμα out of focus, έτσι ώστε με δυσκολία ν’ αναγνωρίζονται άλλα πρόσωπα, πέρα από εκείνο του ήρωα. Ο Νίκι ξεκάθαρα «πατάει» πάνω στο μοτίβο που θέλει σύγχρονους δημιουργούς να επιχειρούν να μεταφέρουν στο κινηματογραφικό πανί (και κατ’ επέκταση στο κοινό) την ιδέα της απώλειας ή της απουσίας μίας εκ των αισθήσεων, όπως πολύ αποτελεσματικά είχε κάνει το 2014 ο Ουκρανός Μίροσλαβ Σλαμποσπίτσκι με την ταινία του «Η Φυλή» για ένα οικοτροφείο κωφών εφήβων ή και πιο πρόσφατα ο Νάτριους Μάρντερ με το «Sound of Metal» (2020), όπου ένας νεαρός drummer χάνει σταδιακά την ακοή του. Όπως δήλωσε σε συνέντευξή του ο Φινλανδός δημιουργός, βασικός του στόχος ήταν ν’ αναπαραστήσει κινηματογραφικά τον τρόπο με τον οποίο ένας τυφλός αντιλαμβάνεται το περιβάλλον γύρω του, καλώντας πρακτικά τους θεατές να βιώσουν οπτικά την κλειστοφοβία και την αβεβαιότητα ενός περιορισμένου κάδρου κι ενός «θαμπού» προσώπου για 82 λεπτά, σε αντίθεση με τον Γιάκο που έχει ήδη μάθει να το κάνει… για ολόκληρη την υπόλοιπη ζωή του.

ΕΙΝΑΙ ΓΙΑ ΜΕΝΑ;

Η ταινία του Τέμου Νίκι δεν είναι αυτό που φαίνεται, ένα βαρύγδουπο δράμα, δηλαδή. Είναι η γλυκόπικρη ιστορία ενός άνδρα και του ταξιδιού του για να βρει την αγαπημένη του. Απλά, τυγχάνει ο συγκεκριμένος άνδρας να είναι τυφλός και να χρησιμοποιεί αμαξίδιο. Αξίζει της προσοχής σας (το θέμα σίγουρα προκαλεί δισταγμό, όμως, η διάρκεια δεν είναι καθόλου απαγορευτική), αν μη τι άλλο για την ειλικρινέστατη ερμηνεία του Πέτρι Ποϊκολάινεν.


MORE REVIEWS

DUNGEONS & DRAGONS: ΕΝΤΙΜΟΤΗΤΑ ΜΕΤΑΞΥ ΚΛΕΦΤΩΝ

Καταφερτζής κλέφτης, παρέα μ’ ένα μικρό τσούρμο από τυχοδιώκτες συνοδοιπόρους οι οποίοι κατέχουν ουκ ολίγες μαγικές ικανότητες, αναζητά κλεμμένο κειμήλιο που ίσως του επιτρέψει να επαναφέρει στη ζωή την πεθαμένη και πολυαγαπημένη του σύζυγο.

ΤΑ ΟΧΤΩ ΒΟΥΝΑ

Στα μέσα της δεκαετίας του ’80, ο Πιέτρο γίνεται φίλος με το μοναδικό παιδί ενός μικρού ορεινού χωριού, καθώς κάνει τις καλοκαιρινές του διακοπές εκεί. Ο Μπρούνο θα χαθεί από τη ζωή του εξαιτίας μικρών παρεξηγήσεων, μα θα επιστρέφει πάντοτε στον ενήλικο βίο του, για να του θυμίζει την παιδική ηλικία και πατρικές στιγμές που έχασε από πείσμα και λάθος επιλογές.

ΖΛΑΤΑΝ

Τα ταραχώδη παιδικά και νεανικά χρόνια του Ζλάταν Ιμπραΐμοβιτς στη Σουηδία, μέχρι την αναγνώριση του ποδοσφαιρικού του ταλέντου, χάρη στις εμφανίσεις του με τη φανέλα του Ajax.

Ο ΑΡΧΟΝΤΑΣ ΤΩΝ ΜΥΡΜΗΓΚΙΩΝ

Στη Ρώμη της δεκαετίας του ’60, ο Άλντο Μπραϊμπάντι, ένας ποιητής και θεατράνθρωπος γύρω στα 40, ζει με τον νεαρό Έτορε, φίλο και σύντροφό του. Όταν ο υπερσυντηρητικός και θρησκευόμενος πατέρας του δεύτερου καταγγέλλει αυτή τη σχέση στην Αστυνομία, ο Άλντο θα βρεθεί κατηγορούμενος και αντιμέτωπος με φυλάκιση, χάρη σ’ έναν ιδιότυπο νόμο με μεσαιωνικές καταβολές.

DEMON SLAYER: KIMETSU NO YAIBA - TO THE SWORDSMITH VILLAGE

Μετά τη δολοφονία της οικογένειάς του από έναν δαίμονα, ο Ταντζίρο Καμάντο εντάσσεται στο Σώμα Φονιάδων Δαιμόνων, έχοντας έναν και μοναδικό σκοπό: να επαναφέρει την αδελφή του (τη μόνη που γλίτωσε τον θάνατο, με τίμημα όμως τη μετατροπή της σε δαίμονα) στην ανθρώπινη μορφή της.