FreeCinema

Follow us

ΤΟ ΦΕΣΤΙΒΑΛ ΤΟΥ ΡΙΦΚΙΝ (2020)

(RIFKIN'S FESTIVAL)

  • ΕΙΔΟΣ: Κομεντί
  • ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ: Γούντι Άλεν
  • ΚΑΣΤ: Γουάλας Σον, Τζίνα Γκέρσον, Λουί Γκαρέλ, Έλενα Ανάγια, Σέρτζι Λόπεζ
  • ΔΙΑΡΚΕΙΑ: 88'
  • ΔΙΑΝΟΜΗ: TANWEER

Εκείνος, μονόχνωτος συγγραφέας που κάποτε δίδασκε σινεμά. Εκείνη, publicist που δουλεύει για την κινηματογραφική βιομηχανία. Ο γάμος τους περνά κρίση. Θα ταξιδέψουν μέχρι το Φεστιβάλ του Σαν Σεμπαστιάν εξαιτίας ενός πελάτη (και πιθανού flirt) της. Κι εκείνος θ’ αναζητήσει μόνος του την ευτυχία. Και τον εαυτό του.

Είχα πολλά χρόνια να ευχαριστηθώ ταινία του Γούντι Άλεν. Και να γελάσω δυνατά με το πνεύμα του. Που αγαπούσα παλιά. Αλλά μετά το «Melinda and Melinda» (2004), πήραμε διαζύγιο… κακήν-κακώς! Τούτη τη φορά, όμως, εντελώς αναπάντεχα, μου θύμισε πράγματα από το παρελθόν του. Ενδοσκοπικά. Όχι απλά από… «ανακυκλωμένα» υλικά προηγούμενων δουλειών του. Και γι’ αυτό σεβάστηκα κομμάτι παραπάνω αυτό που κάνει στο «Φεστιβάλ του Ρίφκιν». Το οποίο δεν ανανεώνει το σινεμά του, αλλά κάπου θυμίζει έναν επίλογο. Όχι τόσο του μεγέθους του. Που, κι αυτό ακόμη, το αμφισβητεί εδώ! Μαγκιά του!

Επιστρέφοντας ξανά στο φιλμικό σύμπαν ενός δικού του «alter ego» σε πρώτο ρόλο, επιλέγει την εντελώς ασουλούπωτη φιγούρα του Γουάλας Σον για να ειρωνευτεί ακόμη περισσότερο τον εαυτό του, δίχως ίχνος στοιχείων «εραστή» (που κάποτε τόνωναν το εγώ του, ειδικά σε ρόλους που υποδύονταν ο ίδιος…), μα με μια οριακή γλυκύτητα στις εκφράσεις, που λες και αναζητά τη συμπαράσταση. Ο Μορτ Ρίφκιν ζορίζεται σ’ αυτές τις υποχρεωτικές «διακοπές», (προ)βλέπει πως ο γάμος του τελειώνει και αναζητά μια φυγή ρομαντική, την οποία φαντασιώνει σαν κάτι το μοιραίο. Μια ντόπια γιατρός θα «δανειστεί» έναν τέτοιο (σύντομο) ρόλο, αλλά το timing της ζωής μάλλον δεν τον προλαβαίνει…

Με μια εσωτερική πικρία που δείχνει να έχει… γαληνέψει, ο Άλεν περιδιαβαίνει (με την κάμερα του Βιτόριο Στοράρο) σε διάφορα locations του Σαν Σεμπαστιάν που στην αρχή προδίδουν διαφημιστικό «πακέτο» (της πόλης και της φεστιβαλικής διοργάνωσης). Καθώς η ιστορία εξελίσσεται, όμως, τα εφιαλτικά όνειρα του Ρίφκιν έρχονται να οπτικοποιήσουν με εξαιρετικά αστείο τρόπο ένα δεύτερο πεδίο ανάγνωσης του φιλμ, σαν ένα τεράστιο homage στο σινεμά των δημιουργών, μέσω της πιστής αναπαράστασης κλασικών σκηνών από έργα – σταθμούς του παγκόσμιου κινηματογράφου. Από τον «Πολίτη Κέιν» (1941) μέχρι την «Έβδομη Σφραγίδα» (1957), αυτές οι στιγμές (θα) είναι ένα αληθινό πανηγύρι χαράς για τους θεατές με… κινηματογραφική παιδεία, οι οποίοι θα περιμένουν με τρομερή περιέργεια να δουν ποιο θα είναι το επόμενο «κρούσμα»… κανιβαλιστικής διαχείρισης, πάντοτε με πλήρη σεβασμό, όμως. Διότι ο Άλεν δέχεται (ειδικά σήμερα) πως οι δικές του δουλειές ήταν σαφώς κατώτερες εκείνων, πόσω μάλλον υπό το πρίσμα της οπτικής της φιλμικής γλώσσας. Μπορεί και τολμά να κάνει μια σκληρή αυτοκριτική εδώ ο Άλεν, όταν ο χαρακτήρας του Ρίφκιν αναρωτιέται για την καριέρα του, όταν μετανιώνει που δοκίμασε την τύχη του σαν συγγραφέας, ενώ η πραγματικότητα ίσως τον προόριζε να είναι μονάχα ένας καλός αναγνώστης. Είναι πολύ θαρραλέα η προσωπική του τοποθέτηση σε τούτη την ταινία, λοιπόν, και ενώ μοιάζει με μια μορφή «υποπλοκής» που σχολιάζει «φαντασιακά» τα δρώμενα μέσα από σεκάνς χιουμοριστικού κοπιαρίσματος του κλασικού, τελικά αποκτά τη βαρύτητα μιας εξομολογητικής και καθαρτικής κατάθεσης. Ένας φόρος τιμής στο σινεμά που ο ίδιος λάτρεψε και επηρέασε έως και τις κοσμοθεωρίες του.

Συμπτωματικά ή όχι, στο «Melinda and Melinda» ο Γουάλας Σον είχε κι εκεί την τελευταία ατάκα του έργου, για τη ζωή που τελειώνει… «like that», μ’ ένα σκέτο «τσακ» του χεριού του. Εκείνο το υπέροχο φινάλε μου το θύμισε εδώ ο ίδιος ηθοποιός, ο οποίος απευθύνοντας το λόγο προς τον ψυχαναλυτή του (ή κι εμάς, το κοινό του), διερωτάται: «So, do you have anything to say to me, after everything that I’ve told you?». Και είναι αλήθεια. Μας τα έχει πει όλα ο Γούντι Άλεν, πια. Με μια παράξενη προαίσθηση, βγήκα από το σινεμά σαν να παρακολούθησα την τελευταία του ταινία. Αν η ζωή τα φέρει έτσι, το «Φεστιβάλ του Ρίφκιν» θα είναι ένας τίμιος επίλογος.

ΕΙΝΑΙ ΓΙΑ ΜΕΝΑ;

Για τους ανθρώπους που αγαπούν πραγματικά τον κινηματογράφο, τούτο εδώ θα τους χαρίσει θαυμάσιες στιγμές ψυχαγωγίας, με homage χιουμοριστικά, δίπλα σε μία απολογιστική στάση του καλλιτέχνη Γούντι Άλεν απέναντι στην 7η Τέχνη. Εάν δεν καταλάβετε στο δευτερόλεπτο τι παριστάνει (για παράδειγμα) ο Κρίστοφ Βαλτς σε μία από τις πιο αστείες σκηνές του φιλμ, τότε έχετε μπει σε λάθος έργο… Προσωπικά, πέρασα θαυμάσια βλέποντάς το σ’ ένα θερινό σινεμά, το είχα ανάγκη και βγήκα ανακουφισμένος, επειδή… το έφερνα κάπως βαρέως που είχα καταθάψει τις περισσότερες από τις πρόσφατες ταινίες του! Γιατί ο Άλεν μου έμαθε πολλά πράγματα για τη ζωή, από παιδί. Ήταν μεγάλη αγάπη παλιά. Κι αυτό δεν το απαρνιέμαι. Μου άρεσε η υπενθύμιση μέσω αυτής της ταινίας.


MORE REVIEWS

ΑΔΕΣΠΟΤΑ ΚΟΡΜΙΑ

Ποια είναι τα όρια των δικαιωμάτων μας επάνω στο ίδιο μας το σώμα, σε συνάρτηση με τις ανά την Ευρώπη υπάρχουσες νομοθετικές ρυθμίσεις που ορίζουν το πόσο αυτό μας ανήκει; Ένα έργο τεκμηρίωσης που επιχειρεί να θίξει και να απαντήσει σε πολλά νομικά και ηθικά διλλήματα… ζωής και θανάτου.

ΤΟ ΑΓΟΡΙ ΤΟΥ ΘΕΟΥ

Μπολόνια, 1858. Εξάχρονο αγόρι οικογένειας Εβραίων τίθεται αναγκαστικά υπό την επιμέλεια του Πάπα, προκειμένου να μεγαλώσει σύμφωνα με τις αρχές της Καθολικής Εκκλησίας. Οι γονείς του θα κάνουν τα πάντα για να το πάρουν πίσω, όμως, η κόντρα με την παπική Ρώμη δεν είναι απλή υπόθεση.

Η ΧΙΜΑΙΡΑ

Φυλακόβιος αρχαιοκάπηλος επιστρέφει στον τόπο του εγκλήματος, όπου ξαναβρίσκοντας την παλιοπαρέα των συναδέλφων του, ξηγιέται… παλιά του τέχνη κόσκινο. Ή μήπως κυνηγάει χίμαιρες;

ΚΟΥΚΛΕΣ ΤΗΣ ΔΡΕΣΔΗΣ

Νεαρή δημοσιογράφος ερωτεύεται αιρετικής στάσης ζωγράφο και performance artist. Όταν η δεύτερη πεθαίνει, η πρώτη αγωνίζεται να νικήσει την ελληνική γραφειοκρατία, ζητώντας να παραλάβει τη σορό της αγαπημένης της συντρόφου.

ΑΓΩΝΑΣ ΓΙΑ ΤΗ ΔΟΞΑ

Η ιταλική αυτοκινητοβιομηχανία Lancia θέλει να κερδίσει πάση θυσία το Παγκόσμιο Πρωτάθλημα Ράλι του 1983, όμως, το μοντέλο της 037 υστερεί σημαντικά έναντι της τετρακίνητης γερμανικής τεχνολογίας του Audi Quattro. Ο εκτελεστικός της Διευθυντής, Τσέζαρε Φιόρι, έχει μερικές πονηρές ιδέες οι οποίες ενδεχομένως μπορούν ν’ αλλάξουν τη διαφαινόμενη πορεία των πραγμάτων. Εμπνευσμένο από αληθινά γεγονότα.