ΟΥΤΕ ΚΑΝ (2022)
(NOPE)
- ΕΙΔΟΣ: Θρίλερ Φαντασίας
- ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ: Τζόρνταν Πιλ
- ΚΑΣΤ: Ντάνιελ Καλούγια, Κίκι Πάλμερ, Μπράντον Περέα, Μάικλ Γουίνκοτ, Στίβεν Γιουέν, Κιθ Ντέιβιντ
- ΔΙΑΡΚΕΙΑ: 130'
- ΔΙΑΝΟΜΗ: TULIP
Ο ουρανός πάνω από τη φάρμα εκπαιδευμένων αλόγων (για ανάγκες γυρισμάτων) της οικογένειας Χέιγουντ… «συμπεριφέρεται» παράξενα. Και θέλει προσοχή.
«Θα ρίξω επάνω σας απαίσια βρωμιά, να γίνετε ελεεινοί, ένα γελοίο θέαμα.»
Ναούμ 3:6, Παλαιά Διαθήκη
««Τρέξε!», «Εμείς») να χαρακτηρίζονταν από την κοινωνικοπολιτική τους σκοπιά πάνω στην Αμερική του σήμερα, όμως, εδώ δεν χρειάζεται να… σπαζοκεφαλιάζει κανείς. Αν και το έργο βάζει «τρικλοποδιές» στην ανάγνωσή του, ώσπου ν’ αντιληφθεί ο θεατής ότι ο πραγματικός πρωταγωνιστής (και το «θέμα») του «Nope» είναι το στοιχείο της «big picture». Και το ξεκινά από την εποχή όπου η κινούμενη εικόνα δεν ήταν καν… κινηματογραφική!
spectacle». Είναι η λέξη κλειδί του «Nope» (μου είναι λίγο δύσκολο να μιλάω γι’ αυτό το έργο με την ελληνική απόδοση του τίτλου του, δεν με βρίσκει σύμφωνο νοηματικά σε σχέση με αυτό). Μπορεί τα προηγούμενα φιλμ του Τζόρνταν Πιλ (Στα 1887, ο Βρετανός φωτογράφος Ίντγουιρντ Μάιμπριτζ παρουσίασε μια σειρά εικόνων μ’ ένα άλογο και τον μαύρο αναβάτη του (ενδιαφέρουσα σημειολογία), καθώς έτρεχαν. Το χρονοφωτογραφικό αποτέλεσμα αποτελούσε μέρος ενός project – μελέτης και αποτύπωσης φάσεων κίνησης (το οποίο εκδόθηκε υπό τον τίτλο «Animal Locomotion»). Σχεδόν άθελά του, προτού εφευρεθεί ακόμη και το κινητοσκόπιο, ο Μάιμπριτζ είχε δημιουργήσει ένα «φιλμ» ελάχιστων δευτερολέπτων! Η αναφορά δεν είναι τυχαία. Την χρησιμοποιεί (και) στην ταινία η Κίκι Πάλμερ, υποδυόμενη την αδελφή του Ντάνιελ Καλούγια. Οι δυο τους είναι οι κεντρικοί χαρακτήρες του έργου, η δουλειά τους είναι να εκπαιδεύουν άλογα (για τις ανάγκες χολιγουντιανών παραγωγών), τα οποία εκτρέφουν ως οικογενειακή επιχείρηση για πολλά χρόνια στο ράντσο τους, στην περιοχή της Σάντα Κλαρίτα, στην Καλιφόρνια. Μία αχανής πεδιάδα κι ένας απέραντος ουρανός από πάνω είναι το μεγάλο σκηνικό δράσης του «Nope».
Σε αυτό το σημείο αξίζει να προσθέσω πως απέφυγα να διαβάσω οτιδήποτε σχετικό με την υποδοχή του ξένου Τύπου και της κριτικής για το «Nope». Δεν με απασχολεί ιδιαίτερα κάτι τέτοιο, έχω (και) δική μου (#duh). Έπεσε, όμως, το μάτι μου σ’ ένα απομονωμένο quote: «πρόκειται για μια ταινία που κάνει για τους ανοιχτούς ουρανούς ό,τι ακριβώς έκαναν τα ‘Σαγόνια του Καρχαρία’ για την παραλία…»! Ευφυέστατη παρατήρηση, την οποία ζήλεψα! Διότι εδώ «κρύβεται» η άλλη λέξη κλειδί της ταινίας: το τοπίο. Αυτό το «wide open space».
Βέβαια, μέχρι να γίνουν τόσο απλά και βατά (και αρχέγονα…) όλα αυτά στο «Nope», ο Πιλ οφείλει να στήσει μια σειρά από «παγίδες» και υποπλοκές που λειτουργούν για τον θεατή σαν περισπασμοί. Ο Πιλ είναι ένας πανέξυπνος σκηνοθέτης που αγαπά την αναζήτηση στην κινηματογραφική αφήγηση, το καινούργιο, το προκλητικό για το μυαλό. Δεν έχουμε πολλούς τέτοιους στο σινεμά, πια, πόσω μάλλον για τα έργα που προσεγγίζουν τα είδη του φανταστικού ή του τρόμου. Ο Άρι Άστερ και τούτος εδώ είναι, βασικά – και τέλος. Έτσι, ενώ θα έπρεπε να κοιτάμε μονάχα τον ουρανό, που «έφτυσε» (μεταξύ άλλων) ένα νόμισμα το οποίο καρφώθηκε μέσα στο κεφάλι του πατέρα των δύο αδελφιών και τον σκότωσε (!), ενώ θα έπρεπε ν’ αναρωτιόμαστε μονάχα τι κρύβουν τα σύννεφα πάνω απ’ τα κεφάλια των ηρώων και γιατί μερικές φορές κάποια… δεν κινούνται καθόλου (!), ο Πιλ μπλέκει από ένα (φανταστικό) τηλεοπτικό sitcom που παρελθόντος που «κατέβηκε» με αιματοκύλισμα, μέχρι ένα γειτονικό, τουριστικό theme park που σχεδόν ειρωνεύεται το μύθο της Άγριας Δύσης. Γιατί το έκανε έτσι, μόνο ό ίδιος γνωρίζει. Και δεν πρόκειται να σου αποκαλύψει το σκεπτικό του, που να σου πέσει… ο «ουρανός» στο κεφάλι! Μερίδα κοινού θα… δυσανασχετήσει με αυτό το «μείγμα» ετερόκλητων στοιχείων του έργου. Γιατί ίσως περίμενε να δει «κάτι άλλο». Από μία διαφορετική οπτική γωνία, ακριβώς αυτό το «κάτι άλλο» ήταν που με ενθουσίασε στο «Nope». Διότι, ο τύπος δουλεύει εντελώς αυτόνομα, δίχως «manual» χειρισμού, ανιχνεύει το στοιχείο της αυθεντικότητας, το πάει μπροστά το πράμα. Και τολμά. Προσωπικά, βρέθηκα πολλές φορές στην άκρη του καθίσματός μου, αναφωνώντας απανωτά #wtf, μέχρι να «πιάσω» αυτό που έπρεπε να προσέξω περισσότερο στο «Nope»: την απλότητα του… «spectacle»!
Στην τελική, όπως και στα «Σαγόνια του Καρχαρία» (πλάκα-πλάκα), ο Πιλ φτιάχνει ένα αξιομνημόνευτο έργο που στηρίζεται στους φυσικούς κανόνες της επιβίωσης, υπό συνθήκες κυνηγού και θηράματος. Κι όταν ανοίγει (ή… ξετυλίγει) όλα του τα «χαρτιά», χαίρεσαι σινεμά. Μεγάλες εικόνες (δεν υπάρχουν λόγια για τη διαχείρισή τους από τον dp Χόιτε Bαν Χόιτεμα, με γύρισμα σε φιλμ και κάμερες IMAX) και φαντασία που ο κινηματογράφος μπορεί να προσφέρει δίχως σύγκριση. Εάν θελήσετε να δείτε το «Nope», λοιπόν, αναζητήστε σινεμά με τη μεγαλύτερη δυνατή οθόνη. Αλλιώς, μην το δείτε… καν!