Ο ΒΑΣΙΛΙΑΣ ΜΟΥ (2015)
(MON ROI)
- ΕΙΔΟΣ: Δράμα
- ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ: Μαϊγουέν
- ΚΑΣΤ: Εμανουέλ Μπερκό, Βενσάν Κασέλ, Λουί Γκαρέλ, Ιζίλντ Λε Μπεσκό, Κριστέλ Σαν Λουί Ογκουστέν
- ΔΙΑΡΚΕΙΑ: 124'
- ΔΙΑΝΟΜΗ: SEVEN FILMS / ΣΠΕΝΤΖΟΣ
Η Τονί, σε κέντρο αποκατάστασης με θρυμματισμένο πόδι από ατύχημα ενώ έκανε ski, αναπολεί τη σχέση της με τον άνδρα που αγάπησε περισσότερο στη ζωή της, έγινε πατέρας του παιδιού της, αλλά… μακάρι και να μη γνώριζε ποτέ!
Παραφράζοντας το γνωστό άσμα, το ερώτημα που θέτει στον θεατή τούτη η ταινία μετατρέπεται σε… «Τι ‘ναι αυτό που το λένε γυναίκα; Τι ‘ναι αυτό, τι ‘ναι αυτό;»! Ειλικρινά, δεν ξέρω αν είναι επιτυχία ή όχι του «Βασιλιά μου» το γεγονός ότι στο μεγαλύτερο μέρος τού φιλμ θέλεις… να σπάσεις τα μούτρα της πρωταγωνίστριας για την απόλυτα κρετίνικη και αντι-φεμινιστική συμπεριφορά της, με όσα «άλλοθι» κι αν μπορούσε να σου αντιπροτείνει η ηρωίδα που υποδύεται για να υπερασπιστεί τον εαυτό της. Βγαίνοντας από την πρεμιέρα της ταινίας στο πρόσφατο Γαλλόφωνο Φεστιβάλ, άκουσα (πραγματικά έκπληκτος) πολλές γυναίκες να δηλώνουν ότι θα έπαιρναν τις ίδιες ακριβώς αποφάσεις για έναν άνδρα σαν τον Βενσάν Κασέλ! Κατά τα άλλα, η κοινή γνώμη θορυβήθηκε από το «Χτύπα σαν άνδρας…» της Άντζελας!
Ας εξηγήσω λίγο τι συμβαίνει εδώ, προτού δεχθώ τα εχθρικά πυρά των αναγνωστριών. Η Τονί δεν είναι μια νέα κοπέλα, ούτε και αυτό που λες γοητευτική. Είναι δυσβάσταχτα… average, ο τύπος της γυναίκας που ενδεχομένως δεν θα έριχνες το βλέμμα σου πάνω της. Το ελαφρώς «τρελιάρικο» και έξω καρδιά στιλ της, όμως, μπορεί να σου τραβήξει το ενδιαφέρον. Συμβαίνει μια νύχτα σε ένα club, όπου συναντά τον Τζόρτζιο. Εκείνος είναι ένα είδος dream date για κάθε θηλυκό. Επιφανειακά. Θα πέσουν μαζί στο κρεβάτι. Θα το ξανακάνουν. Θα ξεκινήσουν μια σχέση, στη «σκιά» μιας πρώην του, μοντέλου που πρόσφατα έκανε απόπειρα αυτοκτονίας, σχεδόν έχουν χωρίσει, εκείνος δίνει όρκο πίστης στην Τονί, αλλά εξακολουθεί να φροντίζει με παραπάνω από ενοχικό τρόπο και την πρώην.
Το ζευγάρι θα ζει έτσι για μήνες και χρόνια, με σκαμπανεβάσματα που… κανονικοί άνθρωποι, με μυαλό και ισορροπημένο ψυχισμό, δεν θα άντεχαν ούτε για λιγοστές μέρες. Ο μισός χρόνος αυτής της σχέσης θα είναι κάτι το ιδανικό, ο άλλος μισός μια σκέτη παράνοια, ένας διαρκής εξευτελισμός της Τονί, η οποία θα πρέπει να συγχωρεί τις κατ’ εξακολούθηση απιστίες του Τζόρτζιο, να δεχτεί ότι εκείνος θα έχει και το ολοδικό του σπίτι, για τις πιο… «προσωπικές» του κραιπάλες και για να αποφεύγει τη φροντίδα του μωρού που φέρνουν μαζί στον κόσμο. Η Τονί θα θέλει να χωρίσουν το πρωί της μιας μέρας και την επόμενη θα γραπώνεται επάνω του, τρελά ερωτευμένη μαζί του, λες και ο Τζόρτζιο είναι το μόνο «σωσίβιο» για τη σωτηρία της.
Το ότι η Μαϊγουέν καταφέρνει να σε θυμώσει με τη συμπεριφορά της ηρωίδας της είναι σίγουρα μια νίκη δική της και του φιλμ. Ο «Βασιλιάς μου» κουβαλάει τη δυναμική ενός έργου που αναλύει με ασυνήθιστο τρόπο τη σχέση ενός αντρόγυνου, κρίνοντας τα σύνορα της ανοχής στην αγάπη σα σφαλιάρα κατάμουτρη, που πονάει κι αφήνει σχεδόν μόνιμο σημάδι! «Ο πόνος δεν εξυπηρετεί κανένα νόημα», όμως, όπως λέει μια ψυχοθεραπεύτρια στην κλινική όπου η Τονί αγωνίζεται πιο δυνατά από ποτέ για να σταθεί ξανά στα πόδια της, αυτή τη φορά κυριολεκτικά. Το ατύχημά της ήταν ίσως μια (ακόμη) απόπειρα αυτοκτονίας, μια έκκληση για βοήθεια, μια απεγνωσμένη κίνηση για να τραβήξει την προσοχή του Τζόρτζιο, ο οποίος (εύστοχα) είναι απών από την περίοδο της θεραπείας τού ποδιού της Τονί, η οποία λες και είχε ανοσία στον πόνο αυτής της σχέσης, μέχρι που θέλησε πραγματικά εκ προθέσεως (και ουχί από «στραβοπάτημα» με τα ski) να ζήσει αυτή την επώδυνη, μαζοχιστική εμπειρία. Πιο μαζοχιστική και από το να αγαπάς έναν άνθρωπο!
Με τον τρόπο που το μέτρο στη σχέση τής Τονί και του Τζόρτζιο είναι διαρκώς… χαμένο, έτσι και η Μαϊγουέν πέφτει σε ένα μέγα ατόπημα διάρκειας του φιλμ, το οποίο, ενώ χαίρεσαι να βλέπεις, σε εξοργίζει κιόλας με τη φλυαρία του (πραγματικά αδικαιολόγητο το πλήρες δίωρο), πολεμώντας με τη δική σου υπομονή και ψυχολογικά αλλά και χρονικά. Η έλλειψη οικονομίας στην αφήγηση και μια επαναλαμβανόμενη λούπα γεγονότων που βγάζουν πάντοτε τα ίδια συμπεράσματα, σε διχάζουν από το να αποφασίσεις εάν αυτό που παρακολουθείς είναι άξιο θαυμασμού ή… μια από τα ίδια «γαλλικουργιά». Ίσως, στην τελική, και αυτό να μην είναι δίκαιο απέναντι στην υποκειμενική γνώμη του κάθε θεατή, που θα βρει το σωστό ή το άδικο στην ψυχολογία της Τονί, συμπονώντας ή θέλοντας… να την πλακώσει στα χαστούκια για να συνέλθει! Όπως αγαπάει ο καθένας…