Ο ΓΙΟΣ ΜΟΥ (2017)
(MON GARÇON)
- ΕΙΔΟΣ: Δραματικό Θρίλερ
- ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ: Κριστιάν Καριόν
- ΚΑΣΤ: Γκιγιόμ Κανέ, Μελανί Λοράν, Ολιβιέ ντε Μπενουά
- ΔΙΑΡΚΕΙΑ: 84'
- ΔΙΑΝΟΜΗ: ΣΠΕΝΤΖΟΣ
Ένα αγόρι εξαφανίζεται σε μια εκδρομή, φέρνοντας ξανά κοντά τους χωρισμένους γονείς του. Ο Ζουλιάν, απογοητευμένος από την αστυνομική έρευνα, θα αρχίσει τη δική του αναζήτηση για το παιδί του, η οποία θα οδηγήσει σε βίαια ξεσπάσματα.
Γονείς που μετατρέπονται σε… superheroes σε αποστολή αυτοκτονίας για να ξαναβρούν τα χαμένα τους παιδιά. Δεν χρειάζεται να απαριθμήσουμε το πλήθος των ταινιών που βασίζονται σε αυτόν τον σεναριακό πυρήνα. Μόλις φέτος είδαμε τη Χάλι Μπέρι στην «Απαγωγή», να κάνει πράγματα ανθρωπίνως αδύνατα για να ξαναβρεί σώο τον γιο της. Το ομώνυμο φιλμ με το οποίο ασχολούμαστε εδώ βρίσκεται κοντά, μόνο που επειδή είναι γαλλική παραγωγή έχει έναν παραπάνω τόνο κινηματογραφικής σοβαροφάνειας, πλησιάζοντας κάπου και το «Prisoners», όπου η θεματολογία ήταν αντίστοιχη, όπως και η καταφυγή στη βία. Παρ’ όλα αυτά, δεν έχει ούτε την εντιμότητα της παραδοχής ότι πρόκειται για ένα Β-movie (την οποία διέθετε η πρώτη ταινία), ούτε την ανάπτυξη χαρακτήρων της δεύτερης. Άλλωστε, στα 84 λεπτά τής διάρκειας, πότε το χάσαμε το παιδί, πότε το βρήκαμε. Η ένταση του δράματος έχει ελάχιστη επίδραση στον θεατή.
Τι είναι αυτό που ξεχωρίζει; Η διαδικασία γυρίσματος, που ολοκληρώθηκε σε μόλις έξι ημέρες και η ηθελημένη μυστικοπάθεια απέναντι στον πρωταγωνιστή. Ο Γκιγιόμ Κανέ μπήκε στο γύρισμα γνωρίζοντας τα βασικά στοιχεία της πλοκής, αλλά όχι τις λεπτομέρειες. Μάθαινε τι συμβαίνει παρακάτω στην πορεία, κάτι που τον ανάγκαζε να μπει βαθύτερα στην ψυχολογική κατάσταση του ήρωα που αναζητεί τον χαμένο γιο του. Το αποτέλεσμα είναι μια ερμηνεία με αρκετή ένταση από την πλευρά του Κανέ, αλλά φυσικά αυτό είναι ένα σκηνοθετικό τρικ που δεν αφορά τον θεατή, ο οποίος βλέπει μόνο το ολοκληρωμένο αποτέλεσμα και όχι τη διαδικασία.
Σε αυτό το αποτέλεσμα, λοιπόν, βλέπουμε ένα τυπικό background story. Ζευγάρι που χώρισε επειδή ο σύζυγος ήταν τόσο αφοσιωμένος στη δουλειά του ώστε, ουσιαστικά, είχε εγκαταλείψει την οικογένεια. Η πρώην σύζυγος ξαναέφτιαξε τη ζωή της (με τον επίσης τυπικό μαλάκα δεύτερο σύντροφο). Το παιδί πάει κατασκήνωση και εξαφανίζεται. Ο αφοσιωμένος – στην καριέρα – πατέρας παθαίνει τρέλα, με γυρισμένο το μάτι τα βάζει με τους πάντες και αποφασίζει να βρει μόνος τους απαγωγείς. Αυτό περιλαμβάνει τους απαραίτητους διαλόγους με την πρώην (ποιος φταίει περισσότερο για το πού φτάσαμε;), πλάκωμα στο ξύλο του νυν (μήπως το έβγαλε αυτός από τη μέση;), τσαμπουκάδες με την αστυνομία (εγώ θα σας πω πώς να κάνετε τη δουλειά σας).
Σε έξαλλη κατάσταση, ο Ζουλιάν αρχίζει τη δική του έρευνα, που σύντομα (βλέπε διάρκεια…) θα τον οδηγήσει στα ίχνη των απαγωγέων. Ας μην ασχοληθούμε ιδιαίτερα με την ισχνή εξήγηση που δίνεται γύρω από την απαγωγή. Το βασικό είναι ότι ο Ζουλιάν, με ό,τι σίδερο (και μπαστούνι του golf, ακόμη!) βρει μπροστά του, θα τα βάλει με τους απαγωγείς για να σώσει το παιδί του. Πέραν του τρικ της ερμηνευτικής χειραγώγησης στην οποία ο Καριόν υπέβαλε τον πρωταγωνιστή του, ο Κανέ καταφέρνει να μεταφέρει την ένταση του χαρακτήρα και την αγωνία τού πατέρα. Στα θετικά, επίσης, η atmospherique σκοτεινή κινηματογράφηση σε έρημους και απομονωμένους χώρους, όπου κορυφώνεται η δράση. Από την άλλη πλευρά, ωστόσο, όλο το στιλ της ταινίας, σε κάθε της λεπτομέρεια, δεν έχει καμία απολύτως σχέση με άλλες δουλειές του Καριόν. Αν βάλεις δίπλα-δίπλα τούτο το φιλμ και την πιο γνωστή του δουλειά, τα – υποψήφια και για Όσκαρ – «Καλά Χριστούγεννα», δεν έχεις ιδέα για το ποιος και τι είναι τελικά αυτός ο σκηνοθέτης.