FreeCinema

Follow us

ΑΣΕ ΤΟ ΚΑΚΟ ΝΑ ΜΠΕΙ (2010)

(LET ME IN)

  • ΕΙΔΟΣ: Τρόμου
  • ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ: Ματ Ριβς
  • ΚΑΣΤ: Κόντι Σμιτ-ΜακΦι, Κλόι Γκρέις Μορέτς, Ρίτσαρντ Τζένκινς, Κάρα Μπουόνο, Ελάιας Κοτέας
  • ΔΙΑΡΚΕΙΑ: 116'
  • ΔΙΑΝΟΜΗ: AUDIO VISUAL

Ασεξουαλικό αγοράκι ερωτεύεται άφυλο βαμπίρ. Θα χυθεί… αίμα;

Στο πλαίσιο της τραγικής μόδας των αμερικανικών remake, το προ διετίας αριστουργηματικό «Άσε το Κακό να Μπει» του Τόμας Άλφρεντσον δε μιλά πια σουηδικά και ελάχιστα απέχει οπτικά, εικαστικά και υφολογικά από το πρωτότυπο. Έτσι, για όσους αγάπησαν εκείνο, εκπλήξεις δεν παραμονεύουν πουθενά, παρά μόνο η περιέργεια για το πως εξαμερικανίστηκε μία από τις πλέον κορυφαίες ταινίες της βαμπιρικής κινηματογραφικής μυθολογίας. Παραδόξως, η ετυμηγορία είναι θετική!

Η Αμερική της περιόδου Ρέιγκαν σαν σκηνικό θυμίζει την «Παγοθύελλα» του Ανγκ Λι, στο ψυχρό συναίσθημα και τη σύγχυση στις διαπροσωπικές σχέσεις, χωρίς όμως να δηλώνει κάτι πιο ουσιαστικό και να μας απαντά στο γιατί ο Ματ Ριβς (του «Cloverfield»!) παρέμεινε στις αρχές της δεκαετίας του ’80, όπως και το σουηδικό «Άσε το Κακό να Μπει», αντί να το τοποθετήσει σε μια οποιαδήποτε άλλη χρονική φάση (όχι απαραίτητα πιο σύγχρονη…). Πέραν αυτού του μικρού φάουλ, οι σεναριακές διαφορές και οι ψυχολογικές αποχρώσεις του φιλμ χαρακτηρίζονται από μια τόλμη που δε συναντάς εύκολα στο mainstream αμερικανικό σινεμά (εξ ου και η εμπορική του καταδίκη εκεί…). Η πατρική φιγούρα έχει διαγραφεί από τη ζωή του αγοριού, το πρόσωπο της μητέρας δεν εμφανίζεται ποτέ στην οθόνη και ο περίγυρος της γειτονιάς περιορίζεται σ’ ένα ανώνυμο background, σαν αντικείμενο οφθαλμολαγνείας ή αξιοπερίεργο μοντέλο ζωής που μελετά με το… τηλεσκόπιό του ο νεαρός Όουεν. Η επιλογή του Ριβς να επικεντρώσει απόλυτα στη σχέση του αγοριού με τη μικρή Άμπι είναι όχι απλά σοφή, αλλά και ανατρεπτική, αφού αυτή τη φορά το παιχνίδι των φύλων κάνει διαφορετικό contrast. Ο Όουεν είναι το θηλυπρεπές αγόρι και η Άμπι το αγοροκόριτσο, που μοιράζονται συναισθήματα ακόμη πιο νοσηρά από τα μπερδεμένα χρωμοσώματά τους. Διόλου τυχαία, στο πρώτο τους date, η μουσική υπόκρουση είναι δύο τραγούδια των Culture Club…

Το ύφος του φιλμ παραπέμπει περισσότερο σε ταινία τρόμου. Οι συνθέσεις του Μάικλ Τζιακίνο δεν έχουν καμία ρομαντική ή λυρική διάθεση, η φωτογραφία του Γκρέιγκ Φρέιζερ βυθίζει το λυκόφως σε σχεδόν αρρωστημένους τόνους που απέχουν σαν τη μέρα με τη νύχτα από τη μελαγχολική καθαρότητα του σκανδιναβικού τοπίου, οι όποιες δόσεις χιούμορ έχουν αντικατασταθεί από τη σκληρότητα και το αποτρόπαιο.

Από σεβασμό στο πρωτότυπο, ο Ματ Ριβς δεν τολμά να αναμετρηθεί με τη σεκάνς ανθολογίας του Άλφρεντσον (η υποβρύχια κορύφωση στην πισίνα), αλλά δημιουργεί μια ξεκάθαρα δική του, με την επίθεση του προστάτη της Άμπι (ακόμη πιο τραγική φιγούρα εδώ, χάρη στην εξαιρετικά εύθραυστη παρουσία του Ρίτσαρντ Τζένκινς) από το πίσω κάθισμα ενός αυτοκινήτου. Σκηνή που καταλήγει σε ένα μονοπλάνο μοναδικής τεχνικής αρτιότητας.

Τι θα συνέβαινε εάν το «Άσε το Κακό να Μπει» του Ριβς είχε προηγηθεί της ταινίας του 2008; Θα είχε αντιστραφεί η προτίμηση μου προς το φιλμ που έχει υπογράψει ο Άλφρεντσον; Είναι ένα καθαρά προσωπικό point of view και μαζί το τέλειο δίλημμα που θα βιώσει κάθε θεατής που θα μπει στον – ευχάριστο – κόπο να δει και τις δύο ταινίες. Το μυστικό της απάντησης ίσως να βρίσκεται στην τελευταία σκηνή: το μέλλον του Όσκαρ επιφυλάσσει περισσότερη αγάπη, ενώ το μέλλον του Όουεν κάτι ακόμη πιο σκοτεινό κι από την αγάπη.

ΕΙΝΑΙ ΓΙΑ ΜΕΝΑ;

Το άνωθεν κείμενο είναι η κριτική που έγραψα το 2011, όταν το φιλμ διανεμήθηκε για πρώτη φορά στους ελληνικούς κινηματογράφους. Πανέμορφη ταινία τρόμου που αδικήθηκε από τη σύγκριση με το σουηδικό original, κυρίως εξαιτίας της απίστευτα μικρής χρονολογικής απόστασης παραγωγής που χωρίζουν και τις δύο. Είναι τίμιο να έχετε παρακολουθήσει αμφότερα τα φιλμ, το συνιστώ.


MORE REVIEWS

SPIDER-MAN: ΑΚΡΟΒΑΤΩΝΤΑΣ ΣΤΟ ΑΡΑΧΝΟ-ΣΥΜΠΑΝ

Η Γκουέν Στέισι και ο Μάιλς Μοράλες εισέρχονται σ’ ένα σπαϊντερμανο-verse με άπειρες «εναλλακτικές» versions του ηρωικού alter ego τους και παλεύουν με «κάτι» κακό (αν όχι τις… κατσάδες από τα σπίτια τους!).

Ο ΜΕΓΑΛΟΔΟΝΤΑΣ

Ο Πολ ταξιδεύει με την οικογένειά του στο Μεξικό, με απώτερο σκοπό την επιθεώρηση και αδειοδότηση (ή όχι) της λειτουργίας μιας εξέδρας πετρελαίου που είχε βοηθήσει να στηθεί στο παρελθόν. Σήμερα, η ευρύτερη περιοχή εμφανίζει σημάδια εγκατάλειψης, με τους ντόπιους που έχουν απομείνει να πιστεύουν στην ύπαρξη ενός μυθικού μεγαλόδοντα, ο οποίο μοιάζει να επιζητά μια ύστατη θυσία για την οικολογική καταστροφή του ωκεανού.

ΑΓΑΠΗ ΚΑΙ ΜΙΣΟΣ

Επιτυχημένη ηθοποιός του θεάτρου μισεί θανάσιμα τον επίσης επιτυχημένο συγγραφέα αδελφό της και τούμπαλιν. Το πολύ σοβαρό τροχαίο ατύχημα των γονιών τους, ίσως μπορέσει ν’ ανοίξει το παράθυρο της επανασύνδεσης. Εκείνοι, όμως, μισιούνται. Σταθερά.

ΤΟ ΕΓΚΛΗΜΑ ΜΟΥ

Στο Παρίσι της δεκαετίας του ’30, πτωχή πλην τίμια ηθοποιός κατηγορείται για τον φόνο μεγαλοπαραγωγού. Η καλύτερή της φίλη, μία άνεργη δικηγόρος, θα αναλάβει την υπεράσπισή της, βασιζόμενη στο σενάριο της άμυνας απέναντι σε βίαιη απόπειρα κακοποίησης. Ο Τύπος θα μετατρέψει την κατηγορούμενη σε star και σύμβολο φεμινισμού, όμως, είμαστε σίγουροι πως η αλήθεια θα λάμψει;

ΕΥΤΥΧΙΣΜΕΝΟΙ ΜΑΖΙ

Η Ζόε, μία ντοκιμαντερίστρια που ζει στο Λονδίνο, αποφασίζει να βουτήξει στα βαθιά νερά των συνοικεσίων που διέπουν την πακιστανική κοινότητα, με σκοπό να κινηματογραφήσει αυτό το «ταξίδι». Αρωγός και κεντρικό πρόσωπο σε τούτη την προσπάθεια θα σταθεί ο καλύτερός της φίλος, Καζ, ο οποίος έχει έναν τέτοιο γάμο στα σκαριά.