ΔΙΔΥΜΟΙ ΘΡΥΛΟΙ (2015)
(LEGEND)
- ΕΙΔΟΣ: Γκανγκστερικό Δράμα
- ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ: Μπράιαν Χέλγκελαντ
- ΚΑΣΤ: Τομ Χάρντι, Έμιλι Μπράουνινγκ, Ντέιβιντ Θιούλις, Κρίστοφερ Έκλστον, Κόλιν Μόργκαν
- ΔΙΑΡΚΕΙΑ: 131'
- ΔΙΑΝΟΜΗ: ΣΠΕΝΤΖΟΣ / SEVEN FILMS
Αρχές των 60’s στο εργατικό ανατολικό Λονδίνο και ο νεαρός (ως τότε μικροκακοποιός) Ρέτζι Κρέι αρχίζει να χτίζει την τοπική αυτοκρατορία του ως gangster. Δυο προσωπικές σχέσεις θα σημαδέψουν τη ζωή και θα καθορίσουν τη μοίρα του: το ρομάντζο και μετέπειτα ο γάμος με τη νεαρή Φράνσις και ο ταραγμένος αλλά μοιραία αναπόσπαστος δεσμός του με τον δίδυμο αδελφό του, Ρόνι, έναν αντικοινωνικό, βίαιο σχιζοφρενή.
Η αληθινή ιστορία των αδελφών Κρέι, που «κυβερνούσαν» το ανατολικό Λονδίνο για αρκετά χρόνια πριν φυλακιστούν για τη σωρεία των εγκλημάτων τους, είναι λίγο-πολύ… πασίγνωστη στη Μεγάλη Βρετανία, με αρκετούς να δυσανασχετούν με το σχεδόν cult status που τους έχει δοθεί τα τελευταία χρόνια, από βιβλία και τηλεταινίες μέχρι pop artworks. Αποκορύφωμα της… γκρίνιας τους τώρα, αυτή η πιο «υψηλού προφίλ» ταινία, βασισμένη στο ομώνυμο βιβλίο του Τζον Πίρσον, γραμμένη και σκηνοθετημένη από τον Αμερικανό Μπράιαν Χέλγκελαντ, ο οποίος έχει γράψει αρκετά κορυφαία σενάρια τις τελευταίες δυο δεκαετίες («Λος Άντζελες: Εμπιστευτικό», «Σκοτεινό Ποτάμι»), όμως ως σκηνοθέτης δεν έχει να επιδείξει κάποια αξιοζήλευτη φιλμογραφία («Ο Θρύλος ενός Ιππότη»…).
Ο Χέλγκελαντ εστιάζει το αφηγηματικό ενδιαφέρον της ταινίας του στον Ρέτζι: ο κινηματογραφικά αρρενωπός και «επαγγελματικά» φιλόδοξος αλλά κοινωνικός νεαρός, ο συνολικά πιο «υγιής» (με διάφορες ερμηνείες της λέξης) από τα δυο αδέλφια, που ξεκινά ως μικροκακοποιός, αποφασίζει για ένα φευγαλέο διάστημα να πάρει τον «καλό δρόμο», όμως ξανακυλά στην παρανομία και γίνεται ο βασιλιάς του λονδρέζικου υποκόσμου. Σε αυτή την πρώτη περίοδο της σταδιακής μετάλλαξής του, γνωρίζει τη γλυκιά, αλλά εύθραυστη Φράνσις και έπειτα από μια ρομαντική (κατά την ταινία τουλάχιστον) σχέση, την παντρεύεται, Ο μήνας του μέλιτος, όμως, δεν κρατά και πολύ… Η σχέση του ζευγαριού γίνεται το επίκεντρο της ταινίας, μάλιστα με την αφηγηματική φωνή της πολύπαθης Φράνσις να κατευθύνει την ιστορία, μέσα από την οποία παρακολουθούμε τον «βίο και πολιτεία» των αδελφών Κρέι.
Κι αυτή είναι ίσως η χαμένη ευκαιρία του Χέλγκελαντ να δώσει μια άλλη, πιο πρωτότυπη και σίγουρα πιο ενδιαφέρουσα αφηγηματική σκοπιά από τη standard χολιγουντιανή τού «εστιάζουμε στον πιο όμορφο και καλύτερο (συγκριτικά εδώ) χαρακτήρα». Γιατί ο Ρόνι Κρέι είναι ο αληθινά ενδιαφέρων πρωταγωνιστής της ιστορίας, ο οποίος παραγκωνίζεται σεναριακά για χάρη τού – έστω και ταραγμένου – love story τού ωραίου αδελφού με την όμορφη, πιστή και τραγική ηρωίδα. Ο Ρόνι, με τα χοντρά γυαλιά μυωπίας, που πάσχει από σχιζοφρένεια, μπαινοβγαίνει σε κλινικές, παίρνει ψυχοφάρμακα και, όταν δεν τα παίρνει, γίνεται ανεξέλεγκτα και απότομα βίαιος έως θανάσιμα επικίνδυνος. Ο Ρόνι που, σε μια εποχή στην οποία η ομοφυλοφιλία ήταν ακόμα παράνομη στη Βρετανία (αποποινικοποιήθηκε το 1964), δήλωνε ανοιχτά gay και δεν έκρυβε τους διάφορους ερωτικούς του συντρόφους (φυσικά, δεν υπήρχαν και πολλοί που θα τολμούσαν να τον κοροϊδέψουν ή να τον κατακρίνουν, τουλάχιστον μπροστά του, χωρίς να έχουν αυτοκτονικές τάσεις!), ενώ έχει μια παράξενη σε εκφάνσεις σχέση εξάρτησης με τον δίδυμο αδελφό του. Ακόμα και η άσπονδη σχέση του με τη Φράνσις είναι πιο ενδιαφέρουσα, καθώς πρόκειται για δυο άτομα που τους ενώνει ένας αμίλητος ψυχολογικός δεσμός (και οι δυο με προϊστορία ψυχικής ασθένειας) καθώς και η αγάπη τους για τον Ρέτζι, όμως αυτή η κοινή αγάπη επιφέρει και την αναπόφευκτη ζήλια, ειδικά από πλευράς του Ρόνι. Ωστόσο, όλα αυτά παραμένουν σαν κατακερματισμένη υπο-ιστορία, και ο Ρόνι καταλήγει να είναι δευτεραγωνιστής, σε σημεία ακόμα και καρικατούρα, σε μια ιστορία που, αν μη τι άλλο, τον «διαφημίζει» ως ίσο συμπρωταγωνιστή με τον «poster boy» αδελφό του.
Κατά τα άλλα, η αναπαράσταση του ανατολικού Λονδίνου των 60’s όσον αφορά τα σκηνικά και τα κοστούμια είναι εξαιρετική και οι σκηνές γκανγκστερικού και βίαιου περιεχομένου δυνατές και επιτυχημένες, αν και αρκετά «καλογυαλισμένες»: αυτή δεν αποτελεί μια ωμά ρεαλιστική, ντοκιμαντερίστικου ύφους ταινία. Το συμπρωταγωνιστικό καστ διαμορφώνει ένα ερμηνευτικά άριστο σύνολο, ωστόσο, αν υπάρχουν κάποιοι διθύραμβοι για αυτή την γενικά αξιόλογη παραγωγή, αυτοί ανήκουν αποκλειστικά στον «διπλό» πρωταγωνιστή της, τον Τομ Χάρντι. Από την επικίνδυνη, δυσοίωνη παιδικότητα του Ρόνι με το μάτι να γυαλίζει πίσω από τα χοντρά γυαλιά, στη μεταμόρφωση του Ρέτζι από γοητευτικό μικροεγκληματία σε αδίστακτο gangster, ο Χάρντι αποδεικνύει εδώ, πιο περίτρανα από ποτέ, όχι μόνο πως δεν φοβάται τα ερμηνευτικά ρίσκα αλλά και πως τα φέρνει εις πέρας με εντυπωσιακά αποτελέσματα. Η ομάδα των οπτικών εφέ έχει κάνει άριστη δουλειά στο να φέρει τους δίδυμους αδελφούς μαζί σε αρκετές σκηνές, και οι μακιγιέρ έκαναν οπτικά αισθητή τη φυσική διαφορά τους, όμως είναι η αψεγάδιαστη διπλή ερμηνεία τού Χάρντι που σε κάνει να ξεχνάς πως παρακολουθείς τον ίδιο ηθοποιό στους δυο ρόλους. Και είναι αυτό το ύψιστου επιπέδου ερμηνευτικό κατόρθωμα το οποίο θα μείνει στη μνήμη πολύ περισσότερο από την ίδια την ταινία που έχει την τύχη να το φιλοξενεί.