FreeCinema

Follow us

ΤΟ ΤΑΛΕΝΤΟ (2017)

(LE BRIO)

  • ΕΙΔΟΣ: Κομεντί
  • ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ: Ιβάν Ατάλ
  • ΚΑΣΤ: Καμελιά Τζορντανά, Ντανιέλ Οτέιγ, Γιασίν Ουισά, Νοζά Χουαντρά
  • ΔΙΑΡΚΕΙΑ: 95'
  • ΔΙΑΝΟΜΗ: ΣΠΕΝΤΖΟΣ

Εμπρηστικών απόψεων και συμπεριφοράς πανεπιστημιακός στην Πόλη του Φωτός κάνει ευφραδώς σκουπίδι beur πρωτοετή απ’ την Κρετέιγ που μπαίνει καθυστερημένη στο αμφιθέατρο της Νομικής και υπό κατακραυγή υποχρεώνεται απ’ τον πρύτανη να την προετοιμάσει για τον πανεθνικό διαγωνισμό ρητορικής. Αυτή θα αυτοεξεταστεί και στο παρακατιανό της υπόβαθρο και σ’ ένα σκίρτημα. Μαζί μπορούν ή θα αρπαχτούν;

Το «Άθικτοι» των campus θετικών διακρίσεων, το «Ο Κύκλος των Χαμένων Ποιητών» του όποιου Γάλλου επίδοξου Κούγια ή κάτι κι απ’ τα δύο με θηλυκή αιχμή, εννοείται; Ό,τι κι αν επεδίωκε ο αντρούλης τής Σαρλότ Γκενσμπούρ, η νέα τοποθέτησή του ως auteur  σφυγμομέτρη του αμφιλεγόμενου απέχει απ’ το να καταστεί μια sine qua non ακροαματική διαδικασία – εκτός κι αν μια αντιγραφή τού «Όλα για το Πτυχίο» à la mode de «Πυγμαλίωνας» του Τζορτζ Μπέρναρντ Σο, στη χώρα όπου η philo(sophie) αποτελεί trending topic στη νεολαία, είναι το μάθημα επιλογής σου.

Κικέρων, Αριστοτέλης, Ραμπελαί, Μπαρτ, Νίτσε και, ως βασικό… διδακτικό εργαλείο τού σπάστη ήρωα και μαζί σκευή της συλλογιστικής, τα 38 στρατηγήματα του Σοπενχάουερ για την επικράτηση της μεθοδ(ολογ)ικά εριστικής σκέψης σε μια λογομαχία είναι όντως καλό σκονάκι, γι’ αυτή τη διατριβή όχι τόσο στην τριβή των γενεών και των κουλτουρών (το «Μια Βόλτα στη Γαλλία» ήταν κοντύτερα σε κάτι τέτοιο) όσο στην πραγματιστική φύση της επιστήμης και του εξ αυτής ακόμη πιο στυγνού επαγγέλματος όπου μετράει το ποια κρίνεται ότι είναι κι όχι ποια όντως είναι η verité, το ποια είναι τα επιχειρήματα κι όχι οι πεποιθήσεις που προβάλλεις. Παίρνοντας με φαινομενική παρρησία θέση και υπέρ του δικαιώματος της ελευθεροστομίας σε καιρούς νεοπουριτανισμού των ιδεών και ποινικοποίησης της γνώμης, και ταυτόχρονα υποβάλλοντας τη βάσιμη ιδέα ότι οι λέξεις, εκτός του ότι σημαίνουν το Είναι μας, είναι όπλο που μπορεί να σώσει ή να σε χαντακώσει, αυτή «Η Τέχνη του να Έχεις Πάντα Δίκιο» στο φραγκομαγκρεμπίνικο πανί πιάνεται στα πράσα ωστόσο και για μεταφορική διγλωσσία, εκτός του ότι είναι crowd-pleasing χωρίς αξιώσεις και… «Χωρίς Μέτρο».

Η διαλεκτική τής αντιπαράθεσης, την οποία, στριμωγμένος υπό την απειλή πειθαρχικών μέτρων κατόπιν διαδικτυακού βούκινου για ρατσισμό, επιχειρεί ανορθόδοξα να μεταδώσει στην αλγερινής καταγωγής étudiante ο προβοκατόρικα οπισθοδρομικός, οδοστρωτήρας της πολιτικής ορθότητας καθηγητής που την τραμπούκισε στην τάξη, γίνεται με τα τεχνάσματά της η βάση της εκπαιδευτικής αγωγής και του θεατή που κατηχείται ευφυώς αλλά μπερδεψιάρικα στην ομωνυμία, την αντιστροφή των όρων, τον εκνευρισμό τού αντιπάλου κ.λπ., αυτά που πρέπει να κάνει κτήμα του το μελαχρινάκι για να αντιμετωπίσει τις προκλήσεις της διοργάνωσης όπου σύρεται εκούσα άκουσα, του γνωστικού αντικειμένου για το οποίο είναι γεννημένη, της ζωής που την περιμένει στα banlieues ή έξω απ’ αυτά.

Το «Ξέρω το πεπρωμένο μου. Μια μέρα το όνομά μου θα συνδεθεί με την ανάμνηση από κάτι σπουδαίο», η περίφημη φράση από το «Ίδε ο Άνθρωπος», βουκέντρα επί των ικανοτήτων της μικρής όχι στα χέρια αλλά στα χείλη τού όλο και πιο ελαττούμενα αθέλητου μέντορά της, υπόσχεται ένα girl power «Oh Captain! My Captain!» και επάγει σε μια δημηγορία μέσα σε γεμάτο βαγόνι του metro; Σε στήσιμο αμφότερα στερούνται του ανατατικού αντικτύπου που υπόσχονται και η κατάθεσή τους αποδυναμώνεται περαιτέρω όταν δευτερολογούν στην πλοκή. Ο πρώτος γύρος του τουρνουά λογομαχίας βάζει με esprit και bons mots στο εδώλιο εκτός από τον φυλετισμό και τον ταξισμό; Καθώς η natural που ξεκίνησε ως loser κερδίζει (βεβαίως, παρότι όχι πάντα φυσικά) τις εικονικές υποθέσεις της τη μία μετά την άλλη εν είδει outsider, το ότι η μοναδική φίλη που είχαμε πάρει μάτι σ’ ένα άραγμα εξαφανίζεται δια παντός κι ένα άξαφνο mea culpa στον παιδί-του-λαού γκόμενο (που δεν καταλαβαίνεις και τι του έχει βρει tout d’abord, είναι «σπαθί» λέει…), επειδή τον είχε φτύσει, σηκώνουν μήνυση κατά του σμικρυντικού μοντάζ για βλάβες στο σώμα τής love-your-hood συνιστώσας και της δραματουργίας γενικότερα. Ένας φόρος τιμής στον διωχθέντα Μπωντλέρ ανακαλεί όμορφα τα άνθη τού κακού της χρηστοήθειας της Θέμιδος; Το συμβούλιο ποινών τού ιδρύματος καθυστερεί εξωφρενικά ένα ολόκληρο σπουδαστικό έτος να συνέλθει για το ζήτημα που πυροδότησε την όλη ίντριγκα και το πράττει ακριβώς όταν (κι επειδή) το θέλει η γραφίδα τού στόρι. Το πνεύμα αντιλογίας που εμφορεί το κεντρικό δίδυμο και την κεντρική ιδέα πιάνει στο στόμα του έξυπνα (αν κι όχι για πολλά γέλια, η επιδιωκόμενη ιλαρότητα εν γένει μόλις που περνάει τη βάση) την «κωλοτρυπίδα της τεχνολογίας», από τα κινητά μέχρι το Uber; Το «Innercity Blues» του Μάρβιν Γκέι που επενδύει τονικά άστοχα τον επίλογο της κωλοπετσωμένης συνηγόρου στα merde της δουλειάς μοιάζει να ακούγεται επειδή ως tube αρέσει στον Ατάλ.

Χωρίς να αποτελούν πταίσματα, τα ανωτέρω δεν ενοχοποιούν το φιλμ τόσο όσο η χαλαρή – και στο υφάκι, στην κατ’ αντιπαράσταση εξέταση (προ)αστι(α)κού ρεαλισμού και chic φοιτητικού διακόσμου που εξισώνονται ισοπεδωτικά… ελαφρυντικά – αθωωτική στάση ενός c’est comme ça, c’est la vie κυνισμού (ιδίου του oeuvre του Ατάλ), που τάχαμου ορκίζεται να είπει την αλήθεια, και αφού έχει βγάλει τους δεκάρικούς του μέσω της περσόνας τού σαρδόνιου αντιδραστικού μέντορα της δίδος, ετυμηγορεί περί της πραγματικότητας σε μια αμοιβαία επωφελή συγκρουσιακή, κάτσε-στο-σκαμνί ανατροπή. Το όλο απαλλάσσεται όχι λόγω βλακείας, αλλά επειδή, πλάι στο βούλευμα των εκτός ή εντός των junior Αρείων Πάγων διαξιφισμών vocabulaire και νοός, ο φακός έχει έφεση στο κελαρυστό γέλιο, στο βραχνό μάσημα των φωνηέντων και στο light αράπικο (sue me like I’m Σώτη Τριανταφύλλου…) μουτράκι της Τζορντανά. Ενώπιόν της, ο προσφατότερος Φραντσέζος Μαρκήσιος ντε Σαντ (για τις αξιοπρόσεκτες αναλογίες ανατρέξτε στο φερώνυμο του Μπενουά Ζακό) κλητεύεται συμπαθώς υπολειπόμενος χωρίς να υποβάλλει ένσταση για παραμέληση ενηλίκου απ’ το κουιντέτο των σεναριογράφων, ακόμη κι όταν αυτοί αποπειρώνται σεσημασμένα να αναλύσουν ψυχολογικά και γονιδιακά τη μετα-μολιερική μισανθρωπία του. Αλλά, αξιότιμε κύριε πρόεδρε, ρηχό το πιθάρι του maître Διογένη, Université Paris II (#diplhs) η φάση, «δεύτερο» εξάμηνο άμα λάχει. Να προσέλθει (ou pas) ο μάρτυς…

ΕΙΝΑΙ ΓΙΑ ΜΕΝΑ;

Ο ΔΣΑ θα το υπερασπιστεί… δίκαια και η Νομική Αθηνών τρέχει πάραυτα να γραφτεί στο σεμινάριο. Το Συμβούλιο της Επικρατείας των θερινών έχει δει πολύ μεγαλύτερα εγκλήματα. Αν ενστερνίζεται το «ουδείς μωρότερος των ιατρών εάν δεν υπήρχαν οι δικηγόροι», το ηλικιακό group του «Εκπαιδεύοντας τη Ρίτα» μπορεί να σπάσει στην ανάκριση απ’ την ορολογία – εκείνο του «Ωραία μου Κυρία» ακόμη περισσότερο. Το fan club του Οτέιγ θα επικροτήσει αλλά ο monsieur δείχνει κάπως υπό κράτηση, όχι τόσο στην τήβεννο όσο ως δευτεραγωνιστής. Οι πιτσιρικάδες των multiplex χωρίς μορφωτικά ενδιαφέροντα, αν τους υποχρεώσεις να το δουν ολόκληρο, θα προσαχθούν για προσβολή έδρας. «Γαμώ την καταδίκη μου!» περίπτωση αν δεν αντέχεις (ή ελέω της ντόπιας διανομής έχεις γκώσει απ’) τα tricolore.


MORE REVIEWS

LONGLEGS

Ντετέκτιβ του FBI που παρουσιάζει «παράξενα» δείγματα ενσυναίσθησης σε σχέση με τη δράση ενός επί σειρά δεκαετιών ασύλληπτου serial killer, εντοπίζει σταδιακά τα στοιχεία ενός εκκεντρικού puzzle του οποίου ίσως και η ίδια αποτελεί κομμάτι (από το παρελθόν).

FLY ME TO THE MOON

Καπάτσα δημοσιοσχετίστρια καταφθάνει στη Φλόριντα φορτωμένη με ιδέες χίλιες, ώστε να προσδώσει στη δύσκαμπτη NASA έναν σύγχρονο… pop αέρα! Οι πάλιουρες της υπηρεσίας δεν την παίρνουν με καθόλου καλό μάτι, όμως, εκείνη έχει στα χέρια της το ελευθέρας από δεξί χέρι του Προέδρου, αλλά και εναλλακτικό σχέδιο... τηλεσκηνοθετημένης προσομοίωσης της επικείμενης, κρίσιμης αποστολής του Apollo 11 στη Σελήνη!

ALL THAT JAZZ

«Bye-bye, life. Bye-bye, happiness. Hello, loneliness. I think I'm gonna die.»

ΑΝΕΞΙΧΝΙΑΣΤΟΙ ΦΟΝΟΙ

Όταν οι σκελετοί έντεκα γυναικών και κοριτσιών ανακαλύπτονται σε μια έρημο του Νέου Μεξικού, ξεκινά η εξονυχιστική έρευνα για την εντόπιση του ιθύνοντα νου πίσω από το ειδεχθές έγκλημα, κάτι που οδηγεί σε επιπλοκές και συγκρούσεις μεταξύ του αρχηγού της Αστυνομίας, Κάρτερ, του ντετέκτιβ Ορτέγκα και του πράκτορα Πέτροβικ, τριών ανθρώπων με τελείως διαφορετική μεθοδολογία και agenda.

ΠΑΝΤΑ ΥΠΑΡΧΕΙ ΤΟ ΑΥΡΙΟ

Στη μεταπολεμική Ρώμη, παντρεμένη γυναίκα με τρία παιδιά ονειρεύεται ένα καλύτερο αύριο, ασφυκτιώντας στα αυστηρά δεσμά του πατριαρχικού περιβάλλοντος της εποχής.