ΧΩΡΙΣ ΜΕΤΡΟ (2014)
(WHIPLASH)
- ΕΙΔΟΣ: Δράμα
- ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ: Ντέιμιεν Τσαζέλ
- ΚΑΣΤ: Μάιλς Τέλερ, Τζ. Κ. Σίμονς, Νέιτ Λανγκ, Όστιν Στόγουελ, Μελίσα Μπενόιστ, Πολ Ράιζερ
- ΔΙΑΡΚΕΙΑ: 107’
- ΔΙΑΝΟΜΗ: FEELGOOD
Ο Άντριου Νέιμαν ονειρεύεται να γίνει μεγάλος drummer της jazz. Ο Τέρενς Φλέτσερ είναι ο μέντοράς του, ένας διευθυντής ορχήστρας που δεν γνωρίζει ψυχικά όρια όταν πρόκειται για τους μαθητές του. Ποιος θα «σπάσει» ποιον;
Υπάρχουν άνθρωποι που ήρθαν σε τούτον τον κόσμο γνωρίζοντας το πεπρωμένο τους, από τη στιγμή της γέννησής τους κιόλας. Υπάρχουν και άνθρωποι που σταδιακά ανακάλυψαν μια έφεση και, για το υπόλοιπο της ζωής τους, έδωσαν μια απίστευτα σκληρή μάχη για να πραγματοποιήσουν το όνειρό τους, να γίνουν όλο και καλύτεροι σε αυτό που επέλεξαν να κάνουν. Και οι δύο περιπτώσεις θνητών, επιζητούν μια θέση σε κάποια… αιωνιότητα. Συνήθως. Είναι εγωιστές. Θυσιάζουν έναν και μοναδικό (;) βίο για μια ολοκλήρωση εσωτερική, ψυχική, που δύσκολα χωράει συντρόφους, συνεργάτες, φίλους, αυτό το καθημερινό σύμπαν μιας κανονικότητας που σε γερνάει μέχρι να κλείσεις τα μάτια σου. Το «Χωρίς Μέτρο» είναι μια ταινία γι’ αυτούς τους ανθρώπους.
Από πού να… τολμήσω να ξεκινήσω; Αυτό το έργο είναι σα να σε χτύπησε ρεύμα ηλεκτρικό! Φτάνεις ως το τέλος του βαριανασαίνοντας και δεν μπορείς να σηκωθείς από το κάθισμα ούτε και να βρεις ξανά φυσιολογικό ρυθμό καρδιάς και πίεσης, για κάμποσα λεπτά της ώρας.
Εισαγωγή στον χαρακτήρα του Άντριου Νέιμαν. Είναι μόνος, πάνω από τα κρουστά του. Φαντάζεται τους μεγάλους, θέλει να παίξει όπως ένας Μπάντι Ριτς. Είναι πρωτοετής. Ο Τέρενς Φλέτσερ εμφανίζεται μπροστά του, τον διακόπτει, ο μικρός αισθάνεται ένα κάποιο δέος. Ο άνδρας αυτός δεν του είναι άγνωστος, το «ξέρεις ποιος είμαι εγώ, ρε;» ύφος του τον κάνει να τα χάνει, ακριβώς επειδή ο Άντριου ξέρει με ποιον μιλάει. Τον φόβο και τρόμο μιας αυστηρής, απαιτητικής και πειθαρχημένης μουσικής Ακαδημίας της Νέας Υόρκης στην οποία φοιτά. Ο Τέρενς Φλέτσερ είναι ο δάσκαλος που μπορείς να έχεις μονάχα όταν αξίζει να βρίσκεσαι ανάμεσα στους καλύτερους μαθητές αυτής της Ακαδημίας. Η τάξη του είναι το μεγαλύτερο σχολείο, αν θέλεις να αριστεύσεις, να γίνεις μεγάλος. Ο νεαρός θα τα καταφέρει, να μπει σε αυτή την τάξη. Όχι απαραίτητα επειδή είναι ένας ταλαντούχος και υποσχόμενος μουσικός. Αλλά επειδή σε αυτόν, ο Τέρενς Φλέτσερ βλέπει τη φιλοδοξία, τις προοπτικές μιας εξέλιξης που μπορεί να αγγίξει τη μανία.
Ο μέντορας θα καλωσορίσει τον μαθητή του σε μια τάξη όπου οι υπόλοιποι μουσικοί σχεδόν δεν ανταλλάσσουν ούτε μια «καλημέρα», για λίγο θα αισθανθεί αντάξιος μιας σοβαρής προόδου, αν όχι ήδη προικισμένος για μια αντίστοιχη καριέρα. Σχεδόν αμέσως, όμως, θα βιώσει έναν παραδειγματικό εξευτελισμό και μια αποβολή από την τάξη, λίγο προτού έρθει κι η δική του η σειρά. «Αν μου σαμποτάρεις τη μπάντα σκοπίμως, θα σε γαμήσω σα να ήσουν ένα γουρούνι!», είναι μια από τις ατάκες που θα ακούσει από τον δάσκαλό του ο Άντριου Νέιμαν. Είναι σαφές πως πρόκειται να γίνουμε μάρτυρες μιας σαδομαζοχιστικής σχέσης.
Το συγκρουσιακό χτίσιμο των δύο χαρακτήρων πατάει ολοκληρωτικά πάνω στη δεξιότητα του καθενός από αυτούς, στο tempo που ορίζει μονάχα η παρτιτούρα και ουχί ένα καλοσχεδιασμένο σενάριο που τους αναλύει μέσα από τον κοινωνικό τους περίγυρο. Ο Μάιλς Τέλερ και ο Τζ. Κ. Σίμονς είναι δύο μουσικά όργανα υπό την επίβλεψη ενός διευθυντή ορχήστρας, του σκηνοθέτη Ντέιμιεν Τσαζέλ που δίνει ένα απίστευτο ρεσιτάλ κινηματογραφικής κατασκευής – σύνθεσης, προορισμένο να μείνει κλασικό στην ιστορία τού σινεμά. Πέραν από την εξαιρετική τύχη που είχε να δουλέψει με αυτούς τους δύο ηθοποιούς (το ηφαίστειο που ακούει στο όνομα Σίμονς πάει ολοταχώς για το Όσκαρ δεύτερου ανδρικού ρόλου), τους οποίους αισθάνεσαι ότι εξωθεί σε ερμηνείες νεύρου που ολισθαίνουν προς την καταστροφή (ή την αυτοκαταστροφή ενίοτε), ο Τσαζέλ δεν χάνει την παραμικρή νότα σε πλανοθεσία, κίνηση κάμερας, μοντάζ και μιξάζ, ειδικά επάνω στα μουσικά μέρη. Προσοχή, δεν έχουμε να κάνουμε με ένα βιντεοκλιπίστικο ύφος, αλλά με συντονισμό και γνώση επάνω στις συνθέσεις τις οποίες εκτελεί η μπάντα του μέντορα Φλέτσερ. Τα cuts ματώνουν με το beat, ξεκάθαρα μαεστρικά. Ακόμη και εκείνοι οι θεατές που έχουν σπουδάσει μουσική, θα νιώσουν την αναπνοή τους να κόβεται σε πολλά σημεία του φιλμ!
Όπως και ο κεντρικός ήρωάς του, ο Τσαζέλ ήξερε τι ήθελε κάνοντας το «Χωρίς Μέτρο». Και το έκανε! Στα 29 του χρόνια, με τη δεύτερη μεγάλου μήκους ταινία του. Μάλλον γεννήθηκε με αυτό το ταλέντο. Από την άλλη, εγώ αισθάνθηκα τυχερός που γεννήθηκα για να βρίσκομαι από την άλλη πλευρά της οθόνης και να παρακολουθώ την καλύτερη (μέχρι στιγμής, και δύσκολα «τρωτής») ταινία της φετινής σεζόν. Μπροστά σε τέτοια φιλμ δεν επιδεικνύω τον εγωισμό μου. Υποδείχνω στον θεατή αυτό που πρέπει να κάνει κι εκείνος με τη σειρά του…