ΣΚΗΝΟΘΕΤΩΝΤΑΣ ΤΗΝ ΚΟΛΑΣΗ (2011)
- ΕΙΔΟΣ: Ντοκιμαντέρ
- ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ: Χρήστος Χουλιάρας
- ΔΙΑΡΚΕΙΑ: 79'
- ΔΙΑΝΟΜΗ: ΑΝΕΞΑΡΤΗΤΗ
Από τι ήταν φτιαγμένος ο κινηματογραφικός κόσμος του Νίκου Νικολαΐδη; Ποια κατάρα φόρτιζε τους ήρωές του, οδηγώντας τους πάντοτε σε ένα άναρχο και απαισιόδοξο τέλος; «Άκου πτώμα, να μαθαίνεις»!
Speak of the devil. Πριν από μερικές εβδομάδες, με αφορμή την έξοδο του ντοκιμαντέρ για την Κατερίνα Γώγου, μνημόνευσα τούτο εδώ το φιλμ, το οποίο καταπιάνεται με έναν από τους ελάχιστους μεγάλους κινηματογραφιστές που πέρασαν από το ελληνικό σινεμά. Εάν αγαπάς τον κόσμο των εικόνων, οφείλεις να σέβεσαι τη φιλμογραφία του Νίκου Νικολαΐδη, που κι αυτός λατρεύτηκε από το περιθώριο, στοίχειωσε τις δουλειές του, σε σελιλόζη και χαρτί, με την κατάρα του rock φευγιού. Κανονικά έζησε κι έφυγε ο Νικολαΐδης, βέβαια. Αλλά δεν ήταν έτσι μέσα του. Κι αυτό το μαρτυρούν οι ίδιες οι ταινίες του. Μέσω των δημιουργιών του, λοιπόν, ο Χρήστος Χουλιάρας, βοηθός σκηνοθέτη στα τελευταία του φιλμ, επιχειρεί να αποδώσει το πορτρέτο του Νικολαΐδη, επιλέγοντας μια σχετικά αντισυμβατική αντίστροφη μέτρηση μέσα στο χρόνο.
Αν και η γραμμικότητα δεν αποφεύγεται, ο Χουλιάρας μας παρουσιάζει το σινεμά του Νικολαΐδη… «από την ανάποδη», δηλαδή, από το «The Zero Years» (2005) μέχρι τις μικρού μήκους των αρχών της δεκαετίας του ’60. Κίνηση που θα ξένιζε λιγότερο αν πρόσεχε τις ισορροπίες στη διάρκεια του υλικού του, αφήνοντας μια αίσθηση πλατειασμού σε σχέση με τις τελευταίες ταινίες του και τις συνεντεύξεις που τις διανθίζουν.
Καθώς πλησιάζουμε προς την περίοδο κατά την οποία μεγαλύτερη μερίδα θεατών ταυτίστηκε με το σινεμά του Νικολαΐδη (χωρίς εκείνος ν’ αλλάξει ποτέ «τροπάρι» σε θεματική και ιδεολογία), στα χρόνια της «Γλυκιάς Συμμορίας» (1983) και των «Κουρελιών» (1979), δηλαδή, ο συγκινησιακός τόνος αγκαλιάζει τη μνήμη και το ντοκιμαντέρ του Χουλιάρα ρουφιέται με μια ανάγκη να δεις, να μάθεις και ν’ ανακαλύψεις ακόμη περισσότερα γύρω από εκείνες τις ταινίες. Περιέργως, και παρά τη συμμετοχή της οικογένειας του εκλιπόντος στην παραγωγή του φιλμ, τίποτε περισσότερο από όσα ήξερες δεν περνά μπροστά από τα μάτια σου στην οθόνη. Η απουσία της έρευνας, επίσης, γίνεται όλο και πιο εμφανής με το πισωγύρισμα του χρόνου, μετατρέποντας το «Σκηνοθετώντας την Κόλαση» σε άλλη μια τυπικά χαμένη ευκαιρία για το είδος του ελληνικού ντοκιμαντέρ.
Αυτό που μένει είναι οι φευγαλέες δηλώσεις από φίλους, συνεργάτες, συναδέλφους του και κριτικούς κινηματογράφου, οι οποίοι επαναλαμβάνουν λόγια βατά και απόψεις προφανείς γύρω από το έργο του Νικολαΐδη, αφήνοντας τη μορφή του ιδίου να στέκει σα φάντασμα οργισμένο πάνω από μια ολόκληρη εποχή αλλαγών στην κοινωνία, το σινεμά, την κουλτούρα και το βόλεμα μιας… νέας Ελλάδας, κομμάτι της οποίας δεν έγινε ποτέ ως δημιουργός.
Μοναδική στιγμή μεγάλης απόλαυσης αλλά και δέους μαζί, το να βλέπεις σήμερα τον Κωνσταντίνο Τζούμα και τον Χρήστο Βαλαβανίδη να συνομιλούν στο σπίτι του Νικολαΐδη, εκεί όπου γυρίστηκαν τα «Κουρέλια Τραγουδάνε Ακόμα». Είναι ένα σπάνιο κομμάτι κινηματογραφικής Ιστορίας για το ελληνικό σινεμά και τις αναμνήσεις των φανατικών οπαδών εκείνου του φιλμ, που θα φορτίσει απίστευτα το αίσθημα της νοσταλγίας μέσα τους. Αν και το υπόλοιπο ντοκιμαντέρ του Χουλιάρα πλησίαζε έστω και λίγο τη δύναμη αυτού του κομματιού, θα μπορούσαμε να κάνουμε τα στραβά μάτια μπροστά στις ατέλειες ή τη συνηθισμένη λογική της βιογραφικής «αγιογραφίας». Ίσως μια άλλη φορά. Ελπίζω.