ΜΕΣΙΕ ΣΟΚΟΛΑ (2016)
(CHOCOLAT)
- ΕΙΔΟΣ: Δραματική Βιογραφία
- ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ: Ροσντί Ζεμ
- ΚΑΣΤ: Ομάρ Σι, Τζέιμς Τιερέ, Κλοτίλντ Εσμ, Ολιβιέ Γκουρμέ, Φρεντερίκ Πιερό, Νοεμί Λβοβσκί, Ξαβιέ Μποβουά
- ΔΙΑΡΚΕΙΑ: 110'
- ΔΙΑΝΟΜΗ: ODEON
Παρηκμασμένος clown ανακαλύπτει Κουβανό πρώην σκλάβο σε ρόλο «Τρομάρα» σε επαρχιακό τσίρκο, του προτείνει να κάνουν μαζί ένα νούμερο, φέρνουν ουρές στο ταμείο, προάγονται σε μέγα σουξέ στο Παρίσι, αλλά η πραγματικότητα δεν κάνει καλή παρέα με το happy end…
Τυπική περίπτωση ευρωπαϊκής δραματικής βιογραφίας με βλέψεις προς το ύφος ανάλογων παραγωγών της απέναντι πλευράς του Ατλαντικού, ο «Μεσιέ Σοκολά» ως ιστορία είχε τα φόντα να αναπτυχθεί σε κάτι ουσιαστικό και διασκεδαστικό. Πέφτοντας στα εντελώς λάθος χέρια, όμως, μοιάζει περισσότερο με ένα «μπουλούκι» ατάλαντων, οι οποίοι αφήνονται και στο σκηνοθετικό έλεος του ηθοποιού Ροσντί Ζεμ, που στην τέταρτη απόπειρά του πίσω από τον φακό αποδεικνύεται (ακόμη!) λίγος γι’ αυτή τη δουλειά, πόσω μάλλον για ένα τόσο απαιτητικό δράμα εποχής.
Ο Φουτίτ, αφιερωμένος στη δουλειά του αρτίστας αλλά σε φάση καριέρας στην οποία δεν περνάει η μπογιά του, σκαρφίζεται τη δημιουργία ενός κόντρα duo από clowns με το που βλέπει στη σκηνή ενός επαρχιακού τσίρκου τον Σοκολά, έναν μαύρο γίγαντα που τρομάζει τους θεατές με το χρώμα τού δέρματός του και μόνο. Το ακατέργαστο σώμα τού τελευταίου θα προσπαθήσει να κουμαντάρει δημιουργικά και αστεία ο Φουτίτ, ένας παραγωγός θεαμάτων στο Παρίσι θα αντιληφθεί το σουξέ που αρχίζουν να έχουν περιφερειακά και θα τους ανοίξει τις πόρτες της μεγάλης δόξας, με τον Σοκολά να μετατρέπεται στον πρώτο διάσημο μαύρο καλλιτέχνη στη Γαλλία.
Το θέμα έχει ενδιαφέρον, όμως ο Ζεμ δεν κατέχει τις γνώσεις του χειρισμού και της αφήγησης μιας ιστορίας που (πρέπει να) πατάει πάνω σε σωστές σεναριακές βάσεις. Η επιπολαιότητα της αρχής αφήνει σταδιακά το έργο μετέωρο συναισθημάτων, με κάποια εμβόλιμα flashback του ανήλικου ήρωα στα χρόνια της σκλαβιάς του να προσπαθούν μάταια και πραγματικά αφελώς γραφικά να ενθέσουν ζητήματα φυλετισμού στο φιλμ. Οι προσωπικότητες των δύο χαρακτήρων αφήνονται διαρκώς αδούλευτες, ο Σοκολά μεταμορφώνεται σε ένα αντι-παράδειγμα ήρωα που παρασύρεται από παίγνια, σεξ και εθισμούς προς την κατρακύλα, έχοντας ανόητες συνειδησιακές εκλάμψεις, ενώ ο Φουτίτ περνάει σε δεύτερη μοίρα λες και είναι μονάχα ένας «κομπάρσος» της ιστορίας, με το ζήτημα της σεξουαλικότητάς του να μένει… στην «ντουλάπα» διότι το θέαμα ίσως έπρεπε να πουληθεί στο international market ως απόλυτα «καθαρό» και αθώο…
Τα δραματικώς κρίσιμα σκαμπανεβάσματα της σχέσης αυτού του διδύμου μοιάζουν περισσότερο με απότομη λακκούβα που πέτυχε κάποιο όχημα στην άσφαλτο, με αποκορύφωμα το αδιανόητο κενό στην αφήγηση λίγο πριν το φινάλε, το οποίο μεταπηδά εντελώς αδικαιολόγητα στα τέλη του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου για να «αποτελειώσει» τον κεντρικό ήρωα – και να πάμε κι εμείς στα σπίτια μας! Σε αυτές, τις πιο μελοδραματικές στιγμές της ταινίας (όπως και στη σκηνή του ξυλοκοπήματος ως τιμωρίας για τα χρέη του Σοκολά από τον τζόγο), ο Ομάρ Σι (από τους «Άθικτους») πιστοποιεί το πόσο ατάλαντος είναι ως ηθοποιός, ενώ ο Τζέιμς Τιερέ κάνει φιλότιμες προσπάθειες να πλάσει χαρακτήρα μέσα από τη μοναχική τραγικότητα της (μακιγιαρισμένης κυρίως) φιγούρας του, καταπιεσμένος στη ζωή από… δεν το λέμε, αμυδρά το μαντεύουμε! Οι δεύτεροι ρόλοι περνάνε και φεύγουν χωρίς λόγο ύπαρξης, όπως το σχηματικά τραγελαφικό παράδειγμα του φυλακισμένου Αϊτινού ακτιβιστή, ο οποίος εμφανίζεται μυστηριωδώς και εκτός κελιού κι έτσι, απότομα, μπαρκάρει ξανά για την πατρίδα του. Πόσο θα θέλαμε να μας πάρει μαζί του πριν τελειώσει το φιλμ…