ΤΣΕΚΟΥΡΙ ΑΠΟ ΚΟΚΚΑΛΟ (2015)
(BONE TOMAHAWK)
- ΕΙΔΟΣ: Γουέστερν Τρόμου
- ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ: Σ. Κρεγκ Ζάλερ
- ΚΑΣΤ: Κερτ Ράσελ, Ρίτσαρντ Τζένκινς, Μάθιου Φοξ, Πάτρικ Γουίλσον, Λίλι Σίμονς, Ντέιβιντ Αρκέτ
- ΔΙΑΡΚΕΙΑ: 132'
- ΔΙΑΝΟΜΗ: WEIRD WAVE
Όταν η γιατρός μιας κοινότητας στην Άγρια Δύση απάγεται από μία μυστηριώδη φυλή τρωγλοδυτών, ο σερίφης και μια ομάδα γενναίων ανδρών ξεκινούν για να την εντοπίσουν και να την επιστρέψουν με ασφάλεια πίσω. Σημαντική λεπτομέρεια: αυτοί οι τρωγλοδύτες έχουν μια ασυνήθιστη αδυναμία στην ανθρώπινη… σάρκα!
Αν και η αρχή της ταινίας δεν κρύβει ακριβώς τη βία του κόσμου της, η ενδιάμεση μιάμιση ώρα πριν την έκρηξη του τελευταίου ημιώρου απαλύνει τις εντυπώσεις για να οδηγηθεί στο τελικό σοκ. Γιατί ο Σ. Κρεγκ Ζάλερ, αν και πρωτάρης τόσο πίσω από την κάμερα όσο και στην πένα, πριν αποδομήσει το φιλμ, καταφέρνει να δημιουργήσει ένα τίμιο και απόλυτα σοβαρό γουέστερν όπου δηλώνουν το «παρών» και οι άμεμπτοι χαρακτήρες, και ο καλοπροαίρετος σερίφης, και η έρημη πόλη, και ο καυτός ήλιος της Άγριας Δύσης και όλα τα στοιχεία ενός τυπικού, παλιομοδίτικου φιλμ του είδους (μαζί με τα καλοδιατηρημένα μουστάκια των πρωταγωνιστών), «κοιτάζοντας» προς την «Αιχμάλωτο της Ερήμου» του Τζον Φορντ, αλλά με μία σημαντική διαφορά. Εδώ δεν έχουμε να κάνουμε με Ινδιάνους αλλά με μία αιμοδιψή φυλή κανιβάλων τρωγλοδυτών, οι οποίοι όχι μόνο είναι κατ’ όνομα τρομακτικοί αλλά βάζουν στόχο να επιβεβαιώσουν τη φήμη τους σε μία τελική πράξη που δεν φείδεται αίματος, gore και ανελέητης βίας (ο Ίλαϊ Ροθ κάπου γνέφει συγκαταβατικά το κεφάλι).
Τι κάνει, ωστόσο, αυτό το συγκέρασμα ειδών να πετυχαίνει; Το γεγονός ότι ο Ζάλερ προσεγγίζει με απόλυτο σεβασμό (αλλά και κατανόηση της υπερβολής τους) και τα δύο genre αλλά και το ότι δεν διστάζει να επενδύσει πραγματικά στους χαρακτήρες του (ίσως λίγο περισσότερο κιόλας από όσο θα χρειαζόταν χρονικά, καθώς η ταινία στα 130 λεπτά της αποδεικνύεται… υπερπλήρης), πριν τους παραδώσει στη βορά των ευρηματικών στους τρόπους εκτέλεσης «κακών» του και στην πλήρη αποκάλυψη των ανατριχιαστικών μεθόδων αυτής της φυλής (η κραυγή τους δεν πρόκειται να μην σας δημιουργήσει μια αρρωστημένη αίσθηση ανατριχίλας).
Ειδικά ο σερίφης του Κερτ Ράσελ δείχνει να αντιλαμβάνεται πλήρως την υφή αυτής της πραγματικότητας, ισορροπώντας ιδανικά ανάμεσα στην αυτοπαρωδία και την ανόθευτη νοσταλγία για την κλασική εποχή του γουέστερν, όσο οι υπόλοιποι ηθοποιοί καλύπτουν ούτε λίγο ούτε πολύ τον στερεοτυπικό τους χώρο (ο μόνιμα κωμικά αφελής Ρίτσαρντ Τζένκινς, ο αυτάρεσκα «λευκός κατακτητής» Μάθιου Φοξ, ο ιδεολόγος και γενναίος Πάτρικ Γουίλσον), δημιουργώντας σταδιακά ένα απόλυτα γνήσιο old-school που θα είχε τη γοητεία του ακόμα και αν δεν είχε την ανατροπή του. Ο Ζάλερ εκμεταλλεύεται τις πιθανές δυναμικές, σοβαρεύει, αλαφραίνει τον τόνο εναλλάξ και αποδεικνύει ότι ξέρει να παίζει με το ύφος ακόμα και πριν την καταλυτική αλλαγή του τόνου προς το τέλος. Για αυτόν ακριβώς τον λόγο, η μεταστροφή σε καθαρές περιοχές τρόμου δεν είναι άκυρη αλλά παρουσιάζεται με τρόπο που βγάζει νόημα και αναζωογονεί (ειρωνικά) τη θέαση μιας ταινίας που όντως κρατάει το καλύτερο για το φινάλε.
Το μόνο που δεν δείχνει να δανείζεται από το κλασικό γουέστερν ο Ζάλερ είναι η αποτύπωση των αχανών οριζόντων, καθώς εδώ η οπτική του παραμένει έντονα προσωποκεντρική και περιορισμένου εύρους, προδίδοντας κατά στιγμές το μάλλον πενιχρό του budget. Παρ΄όλα αυτά, ο Ζάλερ αξιοποιεί ακόμα και το τελευταίο cent για τα ανατριχιαστικά, άκρως αποτελεσματικά οπτικά (και ηχητικά) εφέ, όπως θα διαπιστώσουν με τα ίδια τους τα μάτια οι τολμηροί θεατές, γεγονός που σίγουρα είναι καταλυτικής σημασίας στο τελικό σερβίρισμα της ταινίας. Όταν πέσουν οι τίτλοι τέλους, το «Τσεκούρι από Κόκκαλο» προκύπτει σοβαρό αλλά όχι σοβαροφανές, αστείο αλλά όχι «γελοίο» και πηγή προσφοράς γνήσιου τρόμου χωρίς να ανησυχεί για το αν θα σε κάνει να γελάσεις από αμηχανία (spoiler alert: δεν θα γελάσεις). Αν, δε, ήταν και περισσότερο «συμμαζεμένο» χρονικά στη δεύτερη πράξη, θα μιλούσαμε για ένα σίγουρο μελλοντικό cult classic. Όχι ότι οι πιθανότητες δεν είναι ήδη με το μέρος του…