FreeCinema

Follow us

BARBIE (2023)

  • ΕΙΔΟΣ: Κοινωνική Σάτιρα
  • ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ: Γκρέτα Γκέργουιγκ
  • ΚΑΣΤ: Μάργκο Ρόμπι, Ράιαν Γκόσλινγκ, Σίμου Λιού, Μάικλ Σέρα, Έμμα Μακί, Κίνγκσλεϊ Μπεν-Αντίρ, Κέιτ ΜακΚίνον, Γουίλ Φέρελ, Αμέρικα Φερέρα, Αριάνα Γκρίνμπλατ, Ρία Πέρλμαν, Σάρον Ρούνεϊ, Σκοτ Έβανς, Κόνορ Σουίντελς, Έμεραλντ Φένελ, Ντούα Λίπα, Τζον Σένα
  • ΔΙΑΡΚΕΙΑ: 114'
  • ΔΙΑΝΟΜΗ: TANWEER

Μια ωραία πρωία, στο χαρωπό σύμπαν της Barbieland, η στερεοτυπική Barbie παθαίνει… υπαρξιακή κρίση, για την οποία μάλλον ευθύνονται τα vibes της ανήλικης ιδιοκτήτριάς της στον πραγματικό κόσμο (μας)! Μια Οδύσσεια με προορισμό τον γήινο κόσμο της πατριαρχίας ξεκινά…

Με μια αριστουργηματική opening σεκάνς σινεφιλικού κανιβαλισμού που ούτε καν ο Μελ Μπρουκς δεν θα τολμούσε ποτέ να σκαρφιστεί, η «Barbie» της Γκρέτα Γκέργουιγκ δηλώνει εξαρχής κάτι που θα ξαφνιάσει εντελώς το «λαϊκό» και μάλλον απροετοίμαστο κοινό (ή έστω εκείνους που θα μπουν με αφέλεια στο σινεμά, για να παρακολουθήσουν μια «σαχλαμάρα»): έχει μυαλό!

Αναλύοντας την επανάσταση που έφερε η διαβόητη κούκλα της Mattel, όταν αντικατέστησε τα πλαστικά μωρά τα οποία προορίζονταν για ανήλικα κοριτσάκια, έτσι ώστε να «μαθαίνουν» από νωρίς τον επερχόμενο μητρικό τους ρόλο (διότι αυτό υπαγόρευε η κοινωνία και τα στερεότυπά της), με τη φωνή της αφηγήτριας Έλεν Μίρεν, παρακολουθούμε την εξέλιξη της Barbie σε αμέτρητα «μοντέλα» ρόλων κι εμφανίσεων, που επέτρεπαν στο target group της να φαντασιώνει μελλοντικές επαγγελματικές καριέρες και πρότυπα στυλ, δημιουργώντας μια ψευδαίσθηση όπου το θηλυκό θα κατείχε εξουσίες και ευκαιρίες επιλογής. Η Γκέργουιγκ ειρωνεύεται υποδόρια όλη αυτή τη λογική, διότι αντιλαμβάνεται το… ανέκδοτο της πειθούς ενός εμπορεύματος το οποίο έκανε (ή παρίστανε) τα πάντα ώστε να καταναλωθεί.

Η δράση της ταινίας εξελίσσεται σε μια μαγική Barbieland, μια τρισδιάστατη μεγέθυνση των αμέτρητων props που έχουν πουληθεί σαν «σετάκι» με την κούκλα, σε ρεαλιστικότατα σκηνικά (το production design της Σάρα Γκρίνγουντ έχει «κλειδώσει» από τώρα την οσκαρική υποψηφιότητα, αν όχι και το βραβείο τούτης της κατηγορίας!), με ενίοτε ψευδή προοπτική στους χώρους, σαν ένα παιχνίδι που μόλις έβγαλες από το κουτί του και δεν παύεις να χαζεύεις και να θαυμάζεις. Η αλήθεια είναι πως οπτικά το φιλμ της Γκέργουιγκ αποτελεί έναν κανονικότατο βομβαρδισμό pop αισθητικής και πληροφορίας, με «κρυμμένες» αναφορές οι οποίες απαιτούν παραπάνω από μία απλή θέαση του έργου! Αν συμπληρώσουμε και το… υπαρξιακό και κοινωνικό background που έχουν ενθέσει στο σενάριο η δημιουργός και ο συνάδελφος / σύντροφός της, Νόα Μπάουμπακ, χρειάζεται να κρατάτε και σημειώσεις, ώστε να κάνετε εποικοδομητικό διάλογο μετά το τέλος της προβολής!

Στα καλά καθούμενα, η Barbie τρώει… σαβούρδες, τα πόδια της πατάνε κανονικά στο έδαφος (δίχως τη μόνιμη κλίση που της έχει αφήσει το ψηλοτάκουνο!), εμφανίζει κυτταρίτιδα στα μπούτια και σκέφτεται τον θάνατο! Όλες οι υπόλοιπες Barbie (από μία… μαύρη Πρόεδρο της Barbieland μέχρι το καταργημένο μοντέλο της εγκυμονούσας με φουσκωμένη κοιλιά!) θα την προτρέψουν να πάρει συμβουλές από τη σοφή μα… διαταραγμένη Barbie, η οποία ζει σε μια απομονωμένη βίλα κυβιστικού «εκτροχιασμού» που θα ζήλευε κι ο Τιμ Μπέρτον (του «Σκαθαροζούμη»). Εκείνη θα την κατευθύνει προς τη λύση του «μυστηρίου»: ένα ταξίδι στον πραγματικό πολιτισμό των θνητών, με πιθανότερη εξήγηση τα εσωτερικά, ψυχολογικά προβλήματα ενός ανήλικου κοριτσιού που πρέπει να έχει στην κατοχή του την στερεοτυπική Barbie και της «μεταδίδει» μεταφυσικά τις νευρώσεις της! «Λαθρεπιβάτης» στο ταξίδι της θα γίνει ο Ken, το κλασικό ταίρι της, που όμως ποτέ δεν «ολοκληρώνει» μαζί της, διότι εκτός από πλήρη άγνοια της σεξουαλικής πράξης, κι οι δυο τους δεν έχουν (you know)… όργανα!

Φτάνοντας στην Καλιφόρνια, η Barbie και ο Ken επιδίδονται σε σειρά… «εγκλημάτων» και παρανομιών (καθώς δεν έχουν και δεκάρα τσακιστή επάνω τους!), συλλαμβάνονται διαρκώς από την Αστυνομία και γίνονται θέμα στις ειδήσεις, με τον CEO της Mattel να βρίσκεται σε κατάσταση πανικού, όταν συνειδητοποιεί πως οι δραπέτες – «κούκλες» μπορεί να γίνουν viral για τους λάθος λόγους και να προκαλέσουν ζημιά στις πωλήσεις του προϊόντος. Εν τω μεταξύ, ο Ken ανακαλύπτει στον πραγματικό (και ανδροκρατούμενο) κόσμο η πατριαρχία είναι αυτή που ορίζει τη λειτουργία του συστήματος και σε κατάσταση έκστασης παίρνει «μαθήματα» που θα θελήσει να εφαρμόσει με την επιστροφή του στην Barbieland, δίπλα σε μια Barbie που της λείπει όλο και περισσότερο το να αισθανθεί… γυναίκα. Ολοκληρωμένη γυναίκα.

Πέρα από… αστείο (προφανώς), το φιλμ αποτελεί ό,τι πιο ταιριαστό για μια εποχή τόσο μπερδεμένη, σε βαθμό να (αυτο)παγιδεύεται μέσα στην αδιανόητη σύγχυση των καιρών μας και η ίδια η Γκέργουιγκ, δημιουργώντας μια σύγκρουση πολιτισμικού βάθους σκέψης που θέτει πολλαπλά debates σε σχέση με την ισορροπία (ή μη) συνύπαρξης των δύο φύλων, το «φυσικό» απέναντι στο «πολιτικώς ορθό» και το… «What Was I Made For?», όπως λέει και το ομώνυμο τραγούδι (άλλο Όσκαρ εδώ…) της Μπίλι Άιλις. Αν και στην αρχή το έργο μοιάζει περισσότερο με φεμινιστικό manifesto, στην πορεία εξέλιξής του γίνεται όλο και πιο σύνθετο, για να καταλήξει σ’ ένα… αδιέξοδο ουσιαστικής πρότασης και μηνύματος, που στερεί από την «Barbie» την ύπαρξη ενός… «στα μούτρα σου» αποφασιστικού punchline. Να το πω κάπως πιο «μεταφορικά»; Αντί ν’ ακούς το πασίγνωστο «Barbie Girl» των Aqua στο φινάλε, η Νίκι Μινάζ του αλλάζει τα φώτα «trap-ο-ειδώς», θυμίζοντάς μας ότι ζούμε σ’ έναν κόσμο κατεστραμμένα αποπροσανατολισμένο. Ίσως γι’ αυτό και η Γκέργουιγκ επιλέγει το «μοντέλο» της… normal Barbie! Πρόκειται για μία υπερ-απλουστευμένη αντίληψη που μπορεί να χαρακτηριστεί και αφελής ή εκ του ασφαλούς «αθώα», πόσω μάλλον όταν τα όσα έχουν προηγηθεί στο φιλμ σου έχουν… «κάψει» τον εγκέφαλο!

Βγήκα από την προβολή με τη διάθεση… να θέλω να ξαναδώ την ταινία της Γκέργουιγκ! Αισθάνομαι ότι θα υπάρξουν θεατές που θα βγουν έξαλλοι, άλλοι θα «βυθιστούν» μονάχα στο εξωφρενικό οπτικό θέαμα και θα συγκρατήσουν μονάχα το fun του έργου, ενώ άλλοι θα κάτσουν να το… φιλοσοφήσουν στα σοβαρά. Θα έδινα δίκιο σε όλους! Με την πίστη ότι τούτη η «Barbie» είναι μια ταινία που θα μείνει.

ΕΙΝΑΙ ΓΙΑ ΜΕΝΑ;

Ένας από τους λόγους που αποδεικνύουν πόσο… τρελοκομείο είναι το studio της Warner Bros. (δεν ήταν τυχαία η επιλογή του δωδέκατου ΞΑΦΝΙΚΑ ΦΕΤΟΣ ΤΟ ΚΑΛΟΚΑΙΡΙ), διαχρονικά. Είναι τολμηρό να βγάζεις τέτοιο έργο σαν το μεγάλο σου «χαρτί» για το καλοκαίρι του 2023! Μιλάμε για ντελίριο, στο μάτι και στη σκέψη. Θεωρώ πως απέδωσε, κι ότι άσχετα από το πώς θα πάει στο box-office (όπου φαίνεται να έχει μια δυναμική για να σκίσει παγκοσμίως), είναι ένα φιλμ αναφοράς, στο οποίο θα επανερχόμαστε τακτικά με αναλύσεις στο μέλλον. Όλοι στον γυναικολόγο!


MORE REVIEWS

ΜΗΝ ΑΝΟΙΓΕΙΣ ΤΗΝ ΠΟΡΤΑ

Άνδρας που ζει μοναχικά σε ορεινή περιοχή, ανοίγει την πόρτα του σπιτιού του σε άγνωστη κοπέλα που, εν εξάλλω καταστάσει, του ζητά βοήθεια μέσα στη νύχτα, επικαλούμενη επίθεση πλάσματος (;) αγνώστου ταυτότητας και στοιχείων προς την ερευνητική ομάδα βιολόγων στην οποία ανήκει και είχε κατασκηνώσει στο παρακείμενο δάσος.

ΣΟΥΠΕΡ ΜΑΓΚΙ

H ζωή έχει γίνει λίγο πολύ απαιτητική για τη Σούπερ Μάγκι. Καθώς η εγκληματικότητα στην πόλη είναι σε ύφεση, περνά τον χρόνο της βοηθώντας στην απόφραξη αποχετεύσεων και στην υποβολή φορολογικών δηλώσεων, αντί να σώζει τον κόσμο. Σίγουρα δεν είχε επιλέξει κάτι τέτοιο! Όταν μια μοχθηρή ιδιοφυΐα της τεχνολογίας απειλεί να παγιδεύσει ολόκληρη την πόλη σε μια «τέλεια» προσομοίωση metaverse, η Μάγκι και ο Σουίτι πρέπει να συνεργαστούν για να σώσουν την κατάσταση για άλλη μια φορά. Μήπως είναι και η τελευταία περιπέτεια του δυναμικού ντουέτου;

Ο ΤΕΛΕΥΤΑΙΟΣ ΗΡΩΑΣ

Γερμανική πολυεθνική που επιθυμεί ν’ ανοίξει supermarket σε χωριό της Σλοβενίας στέλνει επιτόπου εκπρόσωπό της για αυτοψία. Εκείνη, όμως, πέφτει πάνω σε κάτι φευγάτους τύπους που για hobby τους έχουν… την αναπαράσταση μαχών του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου και ούτε ζωγραφιστούς δεν θέλουν να βλέπουν τους Γερμανούς!

ΟΙ ΑΝΤΙΠΑΛΟΙ

Ο Αρτ και ο Πάτρικ καψουρεύονται την Τάσι. Και οι τρεις τους παίζουν tennis επαγγελματικά. Και θέλουν να κερδίζουν. Αλλά στο… κρεβάτι τρίτος δε χωρεί.

ΖΩΝΤΑΝΟ ΠΝΕΥΜΑ

Κατά τη διάρκεια των καλοκαιρινών της διακοπών, η μικρή Σαλομέ βιώνει τον θάνατο της αγαπημένης της γιαγιάς. Εν μέσω οικογενειακών φιλονικιών περί των διαδικαστικών της κηδείας, το πνεύμα της μακαρίτισσας «στοιχειώνει» την αθώα πιτσιρίκα.