FreeCinema

Follow us

BAD BOYS FOR LIFE (2020)

  • ΕΙΔΟΣ: Κωμική Περιπέτεια Δράσης
  • ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ: Αντίλ Ελ Αρμπί, Μπιλάλ Φαλάχ
  • ΚΑΣΤ: Γουίλ Σμιθ, Μάρτιν Λόρενς, Βανέσα Χάτζενς, Τζέικομπ Σίπιο, Κέιτ ντελ Καστίγιο, Πάολα Νούνιεζ, Αλεξάντερ Λούντβιγκ, Τσαρλς Μέλτον, Τζο Παντολιάνο
  • ΔΙΑΡΚΕΙΑ: 123'
  • ΔΙΑΝΟΜΗ: FEELGOOD

Ο ντετέκτιβ Μάικ Λάουρι είναι πάντα άνετος κι ωραίος. Ο ντετέκτιβ Μάρκους Μπερνέτ είναι έτοιμος να βγει στη σύνταξη. Όταν ο πρώτος γίνει στόχος αδίστακτου δολοφόνου, ο δεύτερος δεν μπορεί παρά να βάλει τις σκέψεις περί απόσυρσής του στον πάγο. Τα «Κακά Παιδιά» της Αστυνομίας του Μαϊάμι βγαίνουν ξανά στην πιάτσα, έτοιμα για μια τελευταία δουλειά. Αυτή τη φορά, μάλιστα, είναι ζήτημα ζωής και θανάτου.

Δεκαεπτά ολόκληρα χρόνια έχουν περάσει από το «Bad Boys II» (2003), τη δεύτερη ταινία του σχετικού franchise, χάρη στο οποίο ο Μάικλ Μπέι πραγματοποίησε το σκηνοθετικό του ντεμπούτο στο ακόμη πιο μακρινό 1995 με το original φιλμ της σειράς, κερδίζοντας με τη μία (τότε) τον άτυπο τίτλο του βασιλιά του υπερθορυβώδους (και ενίοτε άκρως διασκεδαστικού) μπλοκμπαστερικού θεάματος. Το τελευταίο πράγμα που ίσως κάποιος θα φανταζόταν εν έτει 2020 πια, είναι πως οι ντετέκτιβ Λάουρι και Μπερνέτ θα έβγαιναν από τη ναφθαλίνη, μιας και το «καθήκον» (της στουντιακής μη έμπνευσης για κάτι το καινούργιο) θα τους καλούσε εκ νέου. Γιατί όχι, όμως; Μήπως το ίδιο δεν συνέβη το περσινό καλοκαίρι με τους «Άνδρες με τα Μαύρα» οι οποίοι τα έβαλαν με κοτζάμ «Παγκόσμια Απειλή»; Ή μήπως δεν είδαμε το περασμένο μόλις φθινόπωρο τον Τζον Ράμπο να ξαναπιάνει βέλη και τόξα, αφού εκεί κάτω στο Μέξικο τού μύρισε «Το Τελευταίο Αίμα»;

Όλα γίνονται, λοιπόν, έστω με κάποιες διαφορές. Η πρώτη είναι πως σε τούτο το τρίτο κεφάλαιο των περιπετειών των «Bad Boys» ο Μάικλ Μπέι έχει παραχωρήσει την καρέκλα του σκηνοθέτη στο εκ Βελγίου προερχόμενο δίδυμο των Αντίλ Ελ Αρμπί και Μπιλάλ Φαλάχ (τρέχα γύρευε). Η δεύτερη (και σημαντικότερη) είναι πως, σε αντίθεση με τα δύο πρώτα φιλμ της σειράς που αγκάλιαζαν το θέμα «ψυχαγωγία» με έναν κάποιο σεβασμό (ειδικά το original του 1995, καθώς το sequel κάπου ξεχείλωνε σε διάρκεια), τούτο δεν παλεύεται με τίποτα. Εκτός εάν κάποιος το εκλάβει ως φάρσα, μιας και το twist που περιέχεται και που με έκανε να πέσω στο πάτωμα από τα γέλια (για τους λάθους λόγους, εννοείται), κατευθείαν σε αυτό αποσκοπεί.

Το στόρι ακολουθεί τη γνωστή πεπατημένη των buddy movies, όταν αυτά πια έχουν φτάσει σε ένα στάδιο «ωρίμανσης» (όπως το «Φονικό Όπλο 3», ας πούμε). Ο ντετέκτιβ Μάικ Λάουρι (του Γουιλ Σμιθ, που το πέρασμα του χρόνου είναι λες και δεν τον έχει αγγίξει εμφανισιακά) παραμένει σταθερά ο old-school μπάτσος, που για αξιοπρεπή αστυνομική δουλειά εκλαμβάνει μόνο τα πιστολίδια, τα κυνηγητά και τις εκρήξεις. Αντιθέτως, ο έτσι κι αλλιώς πιο μετρημένος συνεργάτης του, Μάρκους Μπερνέτ (του Μάρτιν Λόρενς, που… έχει αγγίξει ο χρόνος), έχει γίνει ακόμα πιο μαλθακός, μιας και βλέπει πως τα ένσημα τα οποία όλα αυτά τα χρόνια έχει κολλήσει του αρκούν για ν’ αράξει επιτέλους σπίτι του. Μυστηριώδης νεαρός Μεξικανός, όμως, ακολουθώντας πιστά τις εντολές της φυλακόβιας κακιασμένης μάνας του, βάζει στο μάτι τον «αλεξίσφαιρο» Μάικ, εκτελώντας συμβόλαια θανάτου και καθαρίζοντας αβέρτα κόσμο και κοσμάκη. Ο Λάουρι σαν από θαύμα… φυσικά και θα του γλυτώσει (με σοβαρά τραύματα, έστω), θα ανακτήσει πάραυτα τις δυνάμεις του, θα ψήσει τον κολλητό του να σηκωθεί επιτέλους από τον καναπέ και, με τη βοήθεια hi-tech ομάδας που τους φορτώνει στον σβέρκο ο διοικητής τους, αφού οι εποχές έχουν πια αλλάξει και τα καουμποϊλίκια (λέει) πια δεν περνάνε, ορμάνε σε Μαϊάμι και Μεξικό ν’ ανακαλύψουν ποιος σκοτώνει δικαστές και εισαγγελείς, αλλά και γιατί ο έξω καρδιά ντετέκτιβ Μάικ αποτελεί και ο ίδιος στόχο δολοφονίας (έλα μου ντε, πού να πάει το μυαλό σε κάτι τόσο…. περίπλοκο;).

Αν υπάρχει ένα πράγμα που αξίζει εδώ χάμω, αυτό είναι μια αυτοκινητική καταδίωξη στις λεωφόρους του νυχτερινού Μαϊάμι (λίγο μετά το μέσον της ταινίας), συνοδεία άφθονων μπαμ-μπουμ και με κατάληξη σε ελικόπτερο που ίπταται της πόλης. Όχι πως δεν έχουμε ξαναδεί κάτι ανάλογο (ή καλύτερο) στο παρελθόν (η αντίστοιχη εναρκτήρια σεκάνς με τους ντετέκτιβ να παίρνουν στο κατόπι Αϊτινούς εμπόρους ναρκωτικών στο «Bad Boys II» είναι απείρως πιο εντυπωσιακή), αλλά μπροστά σε όλο το υπόλοιπο θλιβερό θέαμα, αυτό κάπως διασώζεται. Η πανταχού παρούσα χιουμοριστική διάθεση δεν ξεφεύγει από το όλο κλίμα, αφού είτε έχει να κάνει με αυτο-αναφορές στoν «μύθο» των «Bad Boys» εξετάζοντας το θέμα υπό το πρίσμα μίας… με το στανιό pop κουλτούρας, είτε αφορά τους εξολοκλήρου διαφορετικούς χαρακτήρες των δύο βασικών ηρώων, οι ατάκες που ξεστομίζονται αίφνης φέρνουν τη… Σιβηρία καταμεσής του τροπικού Μαϊάμι. Εν είδει (αποτυχημένης) ανανέωσης του franchise, κοτσάρεται σε τούτο η τετραμελής hi-tech ομάδα μοντέλων (με συγχωρείτε, λάθος, αστυνομικών ήθελα να γράψω), η οποία μην εγκρίνοντας τις μεθόδους του ντετέκτιβ Λάουρι, φαίνεται να προτάσσει το μυαλό έναντι των όπλων, με την κωδική λέξη στα άνωθεν να είναι να το «φαίνεται». Διότι καλά είναι τα χακαρίσματα και οι παρακολουθήσεις, αν όμως ο άλλος καταφθάνει με οπλοπολυβόλα κι ελικόπτερα, τι να σου κάνει κι ένα laptop; Το κερασάκι στην τούρτα έρχεται με το όλο background του κακού της υπόθεσης (γέλιο, γέλιο, γέλιο και «παράθυρο» για sequel του τύπου «ό,τι να ‘ναι»), η μάνα τού οποίου έχει το παρατσούκλι «η μάγισσα», μιας και σαν καλή Μεξικάνα την ψάχνει τη δουλειά με τη Μέρα των Νεκρών κι άλλα τέτοια κόλπα. Τις σχετικές τελετές, μάλιστα, τις πραγματοποιεί φόρα παρτίδα στην υπέροχη ταράτσα του σπιτιού της, κάπου στο κέντρο της πόλης του Μεξικού, ενώ η ίδια είναι υποτίθεται καταζητούμενη, αφού έχει αποδράσει από τη φυλακή, καθαρίζοντας καμία δεκαριά φρουρούς καθώς έβγαινε. Εδώ, όμως, ο μπρατσαράς Αλεξάντερ Λούντβιγκ της προαναφερθείσας τετραμελούς αστυνομικής ομάδας γκρεμίζει κολώνα με συνδυασμό πλονζόν και γροθιάς. Σε κάτι τέτοιες λεπτομέρειες θα κολλήσουμε τώρα;

ΕΙΝΑΙ ΓΙΑ ΜΕΝΑ;

Ούτε νοσταλγία για τους σαραντάρηδες (και βάλε, πλέον), που εικοσιπέντε χρόνια πριν πρωτοσυστήθηκαν ως ντετέκτιβ Λάουρι και Μπερνέτ, ούτε ανανέωση προς άγραν νέας πελατείας. Ακόμα ένας ξεθυμασμένος αχταρμάς χολιγουντιανού blockbuster, που έρχεται εκ νέου να υπογραμμίσει την κατάντια ενός είδους το οποίο επί σειρά ετών κατάφερνε να προσφέρει έντιμη ψυχαγωγία. «Bad Boys for Life»; «Bad Boys: Run for Your Life» θα ήταν απείρως δικαιότερο.


MORE REVIEWS

WICKED

Η καλή μάγισσα Γκλίντα ανακοινώνει στους κατοίκους της Μάντσκινλαντ πως η κακιά μάγισσα της Δύσης ηττήθηκε και πέθανε. Εκείνοι της ζητούν εξηγήσεις σχετικά με τη φιλική σχέση που είχαν στο παρελθόν και η Γκλίντα αναπολεί την εποχή όπου πρωτογνώρισε την αθώα Έλφαμπα.

MARIA

Στα τέλη της δεκαετίας του ’70, στο Παρίσι, η Μαρία Κάλλας περνά τις τελευταίες μέρες της ζωής της, φαντασιώνοντας την παρουσία ενός συνεργείου που την ακολουθεί για μια μακρά συνέντευξη.

ΤΟ ΒΡΑΔΥ ΠΟΥ Ο ΜΠΑΜΠΑΣ ΕΣΩΣΕ ΤΑ ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΑ

Μικροαπατεώνας καταφερτζής δέχεται πρόταση από τον… τραυματία Άγιο Βασίλη, να τον αντικαταστήσει στη διανομή των χριστουγεννιάτικων δώρων. Αρχικά αρνείται, μέχρι που αντιλαμβάνεται πως πρόκειται για μοναδική ευκαιρία ώστε να κερδίσει ξανά την εμπιστοσύνη του γιου του και της πρώην γυναίκας του.

48 ΩΡΕΣ ΣΤΗΝ ΤΑΪΒΑΝ

Αμερικανός πράκτορας της Δίωξης Ναρκωτικών μεταβαίνει «σκαστός» στην Ταϊβάν προκειμένου να πάρει στα χέρια του ενοχοποιητικό σημειωματάριο μεγαλέμπορου ηρωίνης, με τον οποίο έχει ανοιχτές παρτίδες από το παρελθόν. Οι εκκρεμείς λογαριασμοί του, όμως, δεν περιορίζονται στο αμιγώς εγκληματικό πεδίο, αλλά επεκτείνονται και στο αισθηματικό.

NO CAP: 2 YEARS OF LIGHT

Το ταξίδι ζωής και η καριέρα του Light, του πλέον διάσημου Έλληνα rapper, μέσα από βιώματα έντονων κοινωνικοπολιτικών αλλαγών που διαμόρφωσαν την καθημερινότητα της χώρας στις τελευταίες δεκαετίες.