ΜΗΝ ΕΝΟΧΛΕΙΤΕ, ΠΑΡΑΚΑΛΩ! (2014)
(UNE HEURE DE TRANQUILLITE)
- ΕΙΔΟΣ: Κομεντί
- ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ: Πατρίς Λεκόντ
- ΚΑΣΤ: Κριστιάν Κλαβιέ, Καρόλ Μπουκέ, Βαλερί Μποντόν, Ρόσι ντε Πάλμα
- ΔΙΑΡΚΕΙΑ: 79'
- ΔΙΑΝΟΜΗ: FEELGOOD / ROSEBUD.21
Λάτρης της jazz εντοπίζει σπάνιο βινύλιο, καταφθάνει περιχαρής σπίτι του για να το απολαύσει, η βελόνα ακουμπά τον δίσκο και… η γυναίκα του τον διακόπτει για να του πει κάτι σοβαρό. Και δεν θα είναι η μόνη…
Εκείνοι που γνωρίζουν καλύτερα τη φιλμογραφία τού Πατρίς Λεκόντ (και δεν τον έμαθαν με τον «Εραστή της Κομμώτριας» και τα μετέπειτα… φεστιβαλικά του), θα έχουν την ίδια απορία με εμένα: είναι ο ίδιος άνθρωπος που σκηνοθέτησε μια σειρά από κωμικές… μπαλαφάρες του εμπορικού γαλλικού κυκλώματος, από τη δεκαετία του ’70 έως και τα τέλη του ’80; Και γιατί σήμερα επιστρέφει σε αυτές τις ταινίες;
Εδώ, βέβαια, δεν έχουμε να κάνουμε με ένα εντελώς λαϊκίστικο προϊόν, αφού η βάση τού «Μην Ενοχλείτε, Παρακαλώ!» είναι ένα θεατρικό έργο, κάτι που αντιλαμβάνεσαι σχετικά γρήγορα και από το φιλμ. Είναι Σάββατο μεσημέρι, ο Μισέλ θέλει να χαρεί το εύρημά του και να χαλαρώσει ακούγοντας το αγαπημένο του «Me, Myself and I» (ο τίτλος θα αποκτήσει συμβολική σημασία σταδιακά), παιγμένο από τον… φανταστικό κλαρινετίστα του ’50, Νιλ Γιουάρτ. Οι απανωτές διακοπές και παρενοχλήσεις που θα δέχεται καθ’ όλη τη διάρκεια του φιλμ, από την οικογένειά του, από γείτονες της πολυκατοικίας, από έναν υδραυλικό (μάντεψε το κλισέ της ζημιάς που θα προκαλέσει…), μια σχέση απιστίας ή τη θορυβώδη υπηρέτρια, θα του «ανάψουν τα λαμπάκια» και θα τον φέρουν αντιμέτωπο με τον αθεράπευτο εγωισμό του.
Το έργο δεν έχει κάτι το ιδιαίτερο να πει, είναι μια θεατρική φαρσοκωμωδία από αυτές που θα περίμενες να δεις σε αθηναϊκή σκηνή με τον Βασίλη Τσιβιλίκα άλλοτε (φαντάσου το target group της ταινίας, δηλαδή…). Περιέχει κάτι ηθικά διδάγματα που «διαβάζεις» και με κλειστά τα μάτια, κάποια μυστικά και ανατροπές που ο Λεκόντ χειρίζεται εντελώς μονότονα, πάντα στο ίδιο μήκος κύματος και δίχως φιλοδοξίες να δημιουργήσει κάτι σαν κωμικό timing, αφήνοντας τον Κριστιάν Κλαβιέ να «σολάρει» σε μια αντιπαθή και νευρωτική σκιαγράφηση του κεντρικού ήρωα με τον οποίο δύσκολα ταυτίζεσαι ή συνερίζεσαι.
Σε μια απεγνωσμένη προσπάθεια να δώσει ζωή σε τούτο το κατασκεύασμα, ο Λεκόντ υιοθετεί ξανά τη σπασμώδη κίνηση της κάμερας που λέγαμε και για το «Μια Υπόσχεση» πρόσφατα (κι όμως, δεν πρόκειται για τον ίδιο διευθυντή φωτογραφίας!), η οποία μονάχα… τσιτώνει χειρότερα τα νεύρα του θεατή. Υπάρχουν και κάποιες χιουμοριστικές νύξεις για τους μετανάστες που μπαινοβγαίνουν στην οικία του Μισέλ, οι οποίες ή παγώνουν το χαμόγελο (η πολωνική ή πορτογαλική ταυτότητα του υδραυλικού, ειλικρινά, πόσο να μας νοιάζει;) ή προκαλούν μια άκομψη αμηχανία (η πτωχή οικογένεια των Ασιατών που ανεβοκατεβαίνουν διαμερίσματα με όλα τα μπαγκάζια τους). Εν ολίγοις, αν η αποστολή αυτής της ταινίας ήταν να σε φέρει στα όρια της υστερίας, όπως συμβαίνει και με τον ήρωα, σχεδόν τα καταφέρνει (ας όψεται η μικρή της διάρκεια)…