ΠΟΤΕ ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΑΡΓΑ ΚΥΡΙΕ ΚΑΘΗΓΗΤΑ (2019)
(THE PROFESSOR)
- ΕΙΔΟΣ: Δραματική Κομεντί
- ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ: Γουέιν Ρόμπερτς
- ΚΑΣΤ: Τζόνι Ντεπ, Ρόουζμαρι ΝτεΓουίτ, Οντέσα Γιανγκ, Ντάνι Χιούστον, Ρον Λίβινγκστον
- ΔΙΑΡΚΕΙΑ: 90'
- ΔΙΑΝΟΜΗ: ODEON
Προφέσορας πανεπιστημίου θα αποφασίσει να ζήσει ωσάν ξέγνοιαστο πουλί και ουχί κορόιδο στο (οικογενειακό) κλουβί για τον ελάχιστο χρόνο που του έχει απομείνει, αφότου διαγνωστεί με καρκίνο.
Βαριά θα μου πεις η υπόθεση της καινούργιας ταινίας του Τζόνι Ντεπ, στην οποία υποδύεται έναν καθηγητή με «δανεικό» χρόνο, ούτε καν θα σου απαντήσω εγώ, μιας που η δεύτερη μεγάλου μήκους δουλειά του σκηνοθέτη Γουέιν Ρόμπερτς περισσότερο θέλει να αποτελέσει μια εναλλακτική κομεντί που βλέπει ακόμα και τα χειρότερα τούτης της ζωής με μια κάποια θετικότητα, παρά με μία μοιρολατρική προσέγγιση της αναπόφευκτης θνητότητάς μας. Αυτά καλό είναι να μη γίνονται…
Αντλώντας ξώφαλτση έμπνευση από το σκηνοθετικό του ντεμπούτο με τίτλο «Katie Says Goodbye», όπου η πρωταγωνίστριά του Κέιτι λέει «άντε γεια!» για εντελώς άλλους λόγους, ο Ρόμπερτς επιχειρεί να κατασκευάσει εδώ μια witty κωμωδία ανάλαφρης ατμόσφαιρας και ντετερμινιστικής ιδεολογίας, κοντράροντας ουσιαστικά τον αποπνικτικά σοβαρό υποθεσιακό της πυρήνα, μόνο για να «φάει» τελικά τα μούτρα του εξαιτίας της εντελώς προκάτ διάθεσης σκηνοθεσίας, σεναρίου και ερμηνειών. Να, αυτά δεν μπορώ.
Ο Ρίτσαρντ (Ντεπ) είναι ένας καθηγητής που από την αρχή κιόλας του φιλμ μαθαίνει πως δεν έχει ακόμη πολύ χρόνο ζωής, αφού ο καρκίνος έχει πλέον εξαπλωθεί σε όλο του το κορμί. Έχοντας ζήσει μια ζωή αυτοσυγκράτησης και παγερής αδιαφορίας για τους πάντες γύρω του, συμπεριλαμβανομένης και της σκύλας συζύγου του Βερόνικα (ΝτεΓουίτ) που τον έχει φλομώσει στο κέρατο με το μισητό αφεντικό του, ο Ρίτσαρντ θα αποφασίσει να χωρέσει όλες τις εμπειρίες που στερήθηκε στους ελάχιστους μήνες που του έχουν απομείνει. Το καθημερινό του πρόγραμμα θα περιλαμβάνει πια μπόλικα ναρκωτικά, σεξ και μαργαριτάρια σοφίας προς τους μαθητές και τη λεσβία κόρη του Ολίβια (Γιανγκ), με τον ίδιο να βιώνει στο έπακρο όλα όσα δεν ενδιαφέρθηκε να γνωρίσει όσο η βαρετή καθημερινότητά του ήταν και η μοναδική πραγματικότητα γι’ αυτόν. Με τον χρόνο να μετράει (κυριολεκτικά) αντίστροφα τώρα, θα καταφέρει άραγε ο Ρίτσαρντ να συμφιλιωθεί με την οικογένειά του αλλά και την ιδέα του δικού του χαμού;
Νομίζω πάει καιρός από τότε που θυμάμαι τον Τζόνι Ντεπ να πρωταγωνιστεί σε μια πραγματικά καλή ταινία και, δυστυχώς, το «Ποτέ δεν Είναι Αργά κύριε Καθηγητά» δεν πρόκειται να μας ξεσυνηθίσει από τούτο το «έθιμο». Το φιλμ του Ρόμπερτς δεν είναι απαραίτητα κακό, είναι όμως ένα έργο με φιλοδοξίες να αποτελέσει κάτι που ξεκάθαρα δεν μπορεί να υποστηρίξει, μια σκεπτόμενα διασκεδαστική κινηματογραφική εμπειρία, δηλαδή. Δεν είναι καθόλου εύκολο όταν ένας δημιουργός αποπειράται να ισορροπήσει το δράμα με την κωμωδία, ιδιαίτερα όταν στο παρασκήνιο «παίζει» η θεματική της επάρατης νόσου (ή, ακόμα πιο απόλυτα, του θανάτου). Εδώ το σενάριο (και πάλι δια χειρός Ρόμπερτς) μοιάζει ανολοκλήρωτο και εντελώς εκτός τόπου και χρόνου, εγκλωβίζοντας ακόμη πιο πολύ τον ήρωά του, την ίδια ακριβώς στιγμή που προσπαθεί να τον φέρνει σε θέση διεκδίκησης της προσωπικής του ελευθερίας. Η λογική πίσω από την ιδέα «θα ζήσω τη ζωή μου όπως γουστάρω στον χρόνο που μου απομένει» έρχεται σε πλήρη αντίθεση με τον αυτο-περιορισμό του ήρωα στο ίδιο ακριβώς περιβάλλον που του «γέννησε» την ανάγκη για διαφυγή, με το ενδιαφέρον της υπόθεσης να ξεκινά ουσιαστικά στο… τέλος της ταινίας!
Αυτή η σεναριακή επιλογή ενδεχομένως να δικαιολογείται από το (όπως όλα δείχνουν) περιορισμένο budget του φιλμ, γεγονός που ίσως και να αποτελεί έναν από τους λόγους για τους οποίους τούτος ο «Καθηγητής» δεν είναι ένα ακόμη «Επιθυμίες… στο Παρά Πέντε» (2007), ενώ ξεκάθαρα θα το ήθελε διακαώς. Επίσης, θα ήθελε να είναι και κομμάτι «American Beauty» (1999), δεν εξηγείται αλλιώς η μεγάλη ομοιότητά του με συγκεκριμένες σκηνές εκείνης της ταινίας (όπως στο οικογενειακό τραπέζι και το motel), με τη σκηνοθεσία και τον χαρακτήρα που υποδύεται ο Ντεπ να θυμίζουν αντίστοιχα τον «προαστιακό» εφιάλτη και τον ήρωα του Κέβιν Σπέισι από το οσκαρικό φιλμ του Σαμ Μέντες. Κατά διαβολική σύμπτωση, πάντως, οι καλές εποχές μοιάζουν να έχουν περάσει ανεπιστρεπτί τόσο για τον Σπέισι, όσο και για τον Ντεπ, αφού πέρα από την εμπλοκή τους σε ποικίλα σκάνδαλα, οι καριέρες τους φαίνεται να ακολουθούν την ίδια πτωτική τάση, με τον Ντεπ εν προκειμένω να μοιάζει παραιτημένος υποκριτικά και σίγουρα όχι αρκετός για τις απαιτήσεις του συγκεκριμένου ρόλου. Κάπου ανάμεσα σε αψυχολόγητες σεναριακές επιλογές (υπάρχει μια άκυρη σκηνή στην οποία ένας μαθητής ρωτά τον Ρίτσαρντ εάν θέλει να του προσφέρει… σεξουαλικές υπηρεσίες!), ατάκες που παραπέμπουν σε εμψυχωτικά τσιτάτα βγαλμένα από εγχειρίδιο αυτοβελτίωσης και μια σκηνοθεσία πιο διεκπεραιωτική κι από εξυπηρέτηση από δημόσιο υπάλληλο του ΙΚΑ, είναι μάλλον απίθανο να ανακαλύψεις κάτι που ν’ αξίζει σε τούτο το φιλμ.