FreeCinema

Follow us

ΣΚΟΤΕΙΝΟΙ ΔΟΛΟΦΟΝΟΙ (1957)

(SWEET SMELL OF SUCCESS)

  • ΕΙΔΟΣ: Δράμα
  • ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ: Αλεξάντερ Μακέντρικ
  • ΚΑΣΤ: Μπερτ Λάνκαστερ, Τόνι Κέρτις, Σούζαν Χάρισον, Μάρτι Μίλνερ, Τζεφ Ντόνελ, Σαμ Λεβίν, Τζο Φρίσκο, Μπάρμπαρα Νίκολς
  • ΔΙΑΡΚΕΙΑ: 96'
  • ΔΙΑΝΟΜΗ: SUMMER CLASSICS

Παντοδύναμος αρθρογράφος που ανεβάζει και κατεβάζει καριέρες στο Broadway μέσω της ημερήσιας στήλης του σε εφημερίδα, χρησιμοποιεί αδίστακτο εκπρόσωπο Τύπου για να εμποδίσει την αδελφή του να παντρευτεί έναν ανερχόμενο κιθαρίστα της jazz.

Σε κατάσταση απόγνωσης και οικονομική δυσμένεια ύστερα από την πώληση των Ealing Studios στο BBC, το 1954, ο Αλεξάντερ Μακέντρικ αρχίζει να δέχεται προτάσεις από το Χόλιγουντ, για να καταλήξει να σκηνοθετήσει την κινηματογραφική μεταφορά της novellette του Έρνεστ Λίμαν «Sweet Smell of Success», με βάση τις εμπειρίες του ως βοηθού του Έρβινγκ Χόφμαν, ατζέντη και αρθρογράφου στο The Hollywood Reporter. Το project ανήκε ολοκληρωτικά στον Λίμαν, όμως, το studio της United Artists δυσπιστούσε στην προοπτική του να του επιτρέψει να σκηνοθετήσει για πρώτη φορά και κάπου εδώ εισέρχεται ο Μακέντρικ. Το «Σκοτεινοί Δολοφόνοι» (όπως προβλήθηκε το φιλμ στην original διανομή του στην Ελλάδα) είχε μετριότατη υποδοχή στην εποχή του, και από τους κριτικούς και από το κοινό, με τους πρώτους ν’ αλλάζουν γνώμη στο πέρασμα του χρόνου, ώστε σήμερα ν’ αντιμετωπίζεται ως αριστούργημα. Είναι μία άποψη την οποία δεν ενστερνίζομαι. Θα συμφωνήσω, όμως, με τον χαρακτηρισμό του «culturally, historically, or aesthetically significant» της Βιβλιοθήκης του Αμερικανικού Κογκρέσου, που το 1993 επέλεξε να εντάξει το φιλμ στη λίστα των έργων που διαφυλάσσονται ως κληρονομιά της πολιτιστικής κουλτούρας των ΗΠΑ.

Αυτά τα τρία στοιχεία, λοιπόν, είναι και τα σημαντικότερα εδώ, σχεδόν «καπελώνοντας» την υπόλοιπη ταινία, που ναι μεν διαθέτει ευστοχία στον αμοραλισμό των πικρών διαλόγων και στη σκιαγράφηση των δύο κεντρικών χαρακτήρων της, όμως, σαν ιστορία παραπαίει μεταξύ της κοινωνικής κριτικής και του απροκάλυπτου μελοδράματος, λες και διχάζεται από την (πιθανή) υποχρέωση προς το studio για να δοθεί βάρος στο κομμάτι του (μάλλον αδιέξοδου) ρομάντζου της Σούζαν Χανσέκερ (Χάρισον). Αδελφή του πανίσχυρου, απλησίαστου και κυνικότατου Τζέι Τζέι Χανσέκερ (Λάνκαστερ), ο οποίος απαξιώνει ολοκληρωτικά το flirt της με τον ανερχόμενο τζαζίστα Στιβ Ντάλας (Μίλνερ) και δεν τολμά να φανταστεί πως εκείνη επιθυμεί και να τον παντρευτεί από πάνω. Μεσάζοντας στο να τους διαλύσει ακόμη και τη σχέση θα σταθεί ο Σίντνεϊ Φάλκο (Κέρτις), ένα υπόδειγμα χαμερπούς δουλικότητας και δόλου, με μοναδικό στόχο ν’ ανέλθει ως press agent και ν’ αποκτήσει παρόμοια εξουσία, χρήμα και δόξα με το πρότυπό του, τον Τζέι Τζέι.

Παραδόξως, οι «Σκοτεινοί Δολοφόνοι» καταλήγουν να «πνίγονται» μέσα στη μαυρίλα (που ενίοτε παρερμηνεύεται από την κριτική ως «νουαρικό» στοιχείο εδώ) του περιβάλλοντος της νυχτερινής Νέας Υόρκης και της αδιανόητης μαυρόασπρης φωτογραφίας του Τζέιμς Γουόνγκ Χάου που καταγράφει με συγκλονιστικό και σχεδόν ντοκιμαντερίστικο τρόπο την πόλη on location, από τους πηγμένους από κίνηση δρόμους και τα σοκάκια που δεν μπορούν να κρύψουν τη «μυρωδιά» της παρανομίας, μέχρι τα ημιυπόγεια jazz clubs, ώσπου να φτάσουμε στο όχι ακριβώς εξιλεωτικό για όλους ξημέρωμα. Σε αυτόν τον τομέα, το φιλμ του Μακέντρικ αποτελεί ένα κορυφαίο ντοκουμέντο της Αμερικής των ‘50s, μία «τοιχογραφία» εποχής όπου οι άνθρωποι μοιάζουν τόσο ασήμαντοι, σαν κομπάρσοι που σπαταλούν κάτι το οποίο δεν μοιάζει πραγματικά με ζωή, καθώς η ταινία προσπαθεί να εστιάσει σε λιγοστά παραδείγματα τυπολογίας διαφόρων θνητών ειδών που παλεύουν για να επιπλεύσουν μέσα σ’ αυτή τη «ζούγκλα» ή, έστω, να πιαστούν από το πόδι του όποιου survivor, διεκδικώντας τη θέση του σταδιακά.

Το δεύτερο μεγάλο ατού του φιλμ είναι ο τρόπος που έχει καθοδηγήσει τις ερμηνείες των δύο πρωταγωνιστών του ο Μακέντρικ. Ο Λάνκαστερ σχεδόν δεν αναγνωρίζεται από την ψυχρότητα του «προσωπείου» του, διατηρώντας μία αποστασιοποιημένη από κάθε συναίσθημα στάση, αγέρωχος και «χαμένος» σ’ ένα βλέμμα που δεν «κατοικεί» ανάμεσά μας, ενώ ο Κέρτις είναι εξαιρετικός μέσα από τη σιχαμένη απλότητά του, υποδυόμενος ένα ασυνείδητο αρπαχτικό που μπορεί να σκαρφιστεί το όποιο ψέμα στο δευτερόλεπτο και δεν έχει γνωρίσει ποτέ του τη σημασία της ηθικής αναστολής.

Ατυχώς, η καριέρα του Μακέντρικ θα σβήσει άδοξα στη συνέχεια, με μόλις πέντε σκηνοθετικές απόπειρες, εκ των οποίων οι δύο ήταν uncredited. Για εκείνους που ενδιαφέρονται πραγματικά για το έργο τούτου του Βρετανού δημιουργού, θα συνιστούσα τα δύο πρώτα κινηματογραφικά του έργα, το «Ουίσκι Δίχως Δελτίο» (1949) και τον «Άνθρωπο με το Άσπρο Κοστούμι» (1951).

ΕΙΝΑΙ ΓΙΑ ΜΕΝΑ;

Ασυνήθιστη επανέκδοση για ένα έργο που είχε να εμφανιστεί… «αιώνες» παλιά από την ελληνική διανομή! Διατηρεί την αξία του ως σπουδαία καταγραφή της ζωής στη Νέα Υόρκη του ’50 και υποστηρίζεται από δύο έξοχες κεντρικές ερμηνείες, οι οποίες φέρουν την υπογραφή ενός παραγνωρισμένου (και δίχως μεγάλη σε όγκο δουλειάς, δυστυχώς) σκηνοθέτη, από τους πρωτεργάτες της βρετανικής κωμωδίας στην περίοδο των Ealing Studios. Επειδή για το συγκεκριμένο φιλμ έχουν γραφτεί και υπερβολές, μπείτε μεν άφοβα, αλλά όχι με τις υψηλότερες των προσδοκιών.


MORE REVIEWS

STRANGE DARLING

Σ’ αυτό το one-night stand υπάρχει σίγουρα ένας… serial killer! Αλλά ας… μην πάρουμε τα πράγματα με τη σειρά τους!

ΜΙΚΡΗ ΙΣΤΟΡΙΑ ΓΙΑ ΕΝΑΝ ΕΡΩΤΑ

Ο 19χρονος ορφανός Τόμεκ παρακολουθεί εμμονικά μέσα από ένα τηλεσκόπιο τη Μάγκντα, μία μεγαλύτερή του σε ηλικία γυναίκα που κατοικεί στο απέναντι διαμέρισμα. Παράλληλα, εκμεταλλευόμενος τη θέση του στο Ταχυδρομείο, οργανώνει συναντήσεις μαζί της, στέλνοντάς της ψεύτικες ειδοποιήσεις. Όταν ομολογεί τις πράξεις του και δηλώνει την αγάπη του, η Μάγκντα αντιμετωπίζει κυνικά τον έρωτά του, οδηγώντας τον σε μία καθοριστική απόφαση.

Ο ΚΟΜΗΣ ΜΟΝΤΕ ΚΡΙΣΤΟ

Προδομένος από τους φίλους του, ο Εντμόντ Νταντές συλλαμβάνεται ανήμερα του γάμου του, υπομένοντας άδικη φυλάκιση δεκατεσσάρων ετών. Όταν καταφέρνει ν’ αποδράσει, υιοθετεί το όνομα και τα πλούτη του μυστηριώδους Κόμη του Μόντε Κρίστο, απεργαζόμενος την τέλεια εκδίκηση.

ΥΠΟΘΕΣΗ ΓΚΟΛΝΤΜΑΝ

Γαλλία, 1976. Ο αριστερός ακτιβιστής Πιερ Γκολντμάν, έπειτα από πενταετή εγκλεισμό στη φυλακή, δικάζεται για δεύτερη φορά, κατηγορούμενος για υποθέσεις ένοπλων ληστειών και δολοφονιών. Έχει αποδεχθεί την πρώτη κατηγορία, όμως, αρνείται σθεναρά τη δεύτερη. Βασισμένο σε αληθινά γεγονότα.

ΜΑΓΙΚΗ ΠΟΛΙΣ

Στο Δουργούτι του ’50, ένας φτωχοδιάβολος και η παρέα του υποκύπτουν στο να μεταφέρουν παράνομο φορτίο για λογαριασμό συμμορίας, μπας κι ο πρώτος καταφέρει και ξεχρεώσει το φορτηγό του, που αντιστοιχεί με όλο του το βιός.