FreeCinema

Follow us

REBECCA (1940)

  • ΕΙΔΟΣ: Δράμα Μυστηρίου
  • ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ: Άλφρεντ Χίτσκοκ
  • ΚΑΣΤ: Τζόαν Φοντέιν, Λόρενς Ολίβιε, Τζούντιθ Άντερσον, Τζορτζ Σάντερς, Φλόρενς Μπέιτς
  • ΔΙΑΡΚΕΙΑ: 130'
  • ΔΙΑΝΟΜΗ: SUMMER CLASSICS

Χήρος αριστοκράτης με αυτοκαταστροφικές τάσεις γνωρίζει νεαρά και άβγαλτη κοπέλα που συνοδεύει πλούσια κυρία για διακοπές στο Μόντε Κάρλο, την φλερτάρει γοητευμένος, εκείνη τον ερωτεύεται και μετά από μια πρόταση γάμου αστραπή, την οδηγεί στην απομονωμένη έπαυλη του Μάντερλεϊ, την οποία στοιχειώνει ακόμα η πρώτη του γυναίκα.

«Last night I dreamt I went to Manderley again…»

Δεν υπάρχει άλλη λέξη για να την περιγράψει. Στοιχειωτική. Από το πρώτο δευτερόλεπτο, με το άκουσμα της μουσικής του Φραντς Γουάξμαν, μέχρι την πρώτη φράση από τη φωνή της Τζόαν Φοντέιν, καθώς το voice-over της «περιδιαβαίνει» το ερειπωμένο τοπίο όπου κάποτε «ζούσε» το Μάντερλεϊ, αφήνοντας μια φευγαλέα υπόνοια ότι κάτι έχει επιζήσει μέσα από το κουφάρι του.

Είναι μόλις η πρώτη ταινία που σκηνοθετεί ο Άλφρεντ Χίτσκοκ στην Αμερική, «παραγγελιά» του παραγωγού Ντέιβιντ Ο. Σέλζνικ, με σενάριο βασισμένο στο ομώνυμο βιβλίο της Ντάφνι Ντι Μοριέ. Ο συνδυασμός όλων αυτών εξηγεί γιατί στη «Rebecca» δε συναντάμε ακόμη τα περισσότερα από τα χαρακτηριστικά μοτίβα και τις αγαπημένες θεματικές του κορυφαίου σκηνοθέτη, ο οποίος ίσως δεν είχε την άνεση να σηκώσει παντιέρα με το «καλημέρα σας» στο Χόλιγουντ. Βλέποντας το τελικό αποτέλεσμα, ένα γοτθικό «παραμύθι» που πατά στα χνάρια της πλοκής ενός ρομάντζου, μα το «σκιάζει» το μυστήριο ενός θανάτου, με το «φάντασμα» της νεκρής πρώην κυρίας ντε Γουίντερ ν’ απέχει ολοκληρωτικά μέσα από το φιλμ, αλλά να διατηρεί τόσο έντονα την «παρουσία» της, λες κι ο θεατής νιώθει τα χνώτα της να τον περικυκλώνουν, δικαιώνεται (και αποθεώνεται) τόσο πρώιμα ένα ταλέντο το οποίο θα μνημονεύεται ως τεράστια επίδραση κάθε ανθρώπου που… στον αιώνα τον άπαντα θα σκέφτεται ν’ ακολουθήσει αυτό το επάγγελμα.

Από την ευχάριστα ρομαντική απλότητα του πρώτου μέρους κιόλας, σ’ ένα κοσμοπολίτικο περιβάλλον όπου οι ταξικές διακρίσεις πρωταγωνιστούν όσο πιο διακριτικά γίνεται, ο Χίτσκοκ αφήνει να αιωρείται το φόβητρο ενός μυστικού από το παρελθόν του κυρίου ντε Γουίντερ, το οποίο τονίζει με τη φευγαλέα χρήση του theremin ο Γουάξμαν. Με την έλευση του νιόπαντρου ζευγαριού στο Μάντερλεϊ, το μυστήριο θα εντείνεται και το σασπένς θα χτίζει κάτι το «γκρανγκινιολικό» σε σχέση με τούτο το βασανιστικό ερώτημα: όντως πνίγηκε πριν από μερικά χρόνια η Ρεβέκκα ή μια κάποια ύπουλη πραγματικότητα κρύβεται ιδανικά μέσα στα χαοτικά σε έκταση δωμάτια της έπαυλης των ντε Γουίντερ;

Πέραν της «ευνουχιστικής» μνήμης της ύπαρξης της ομώνυμης ηρωίδας, που στέκει ανάμεσα στην ερωτική ολοκλήρωση (και απελευθέρωση) του πρωταγωνιστικού ζεύγους (ουσιαστικά, πρόκειται για ένα άτυπο, μα τόσο σαδιστικά σχεδιασμένο ερωτικό «τρίγωνο»), υπάρχει κι ένα τέταρτο πρόσωπο που προσθέτει το στοιχείο του «νοσηρού» κι απαγορευμένου. Η οικονόμος του Μάντερλεϊ, η κυρία Ντάνβερς, παντοτινά κι αρρωστημένα προσηλωμένη στην πρώην αφεντικίνα της, δεν κρύβει όχι μόνο την φετιχιστική σχέση που είχε μαζί της, αλλά και μία ομοφυλοφιλική έλξη που εξιδανικεύει αναντικατάστατα τη Ρεβέκκα και οδηγεί την (ανάξια από κάθε άποψη) διάδοχό της στα όρια της τρέλας. Η σεκάνς της ξενάγησης της νεόκοπης κυρίας ντε Γουίντερ από την κυρία Ντάνβερς στην κρεβατοκάμαρα της εκλιπούσας είναι μία ερωτική εξομολόγηση άνευ προηγουμένου, ένας κανονικός ψυχολογικός πόλεμος εξουσίας και διεκδίκησης παραμονής σ’ ένα «όραμα» ερωτικής φαντασίωσης που εκτινάσσει την φετιχοποίηση του αντικείμενου του πόθου σε πρωτόγνωρα ύψη (πόσω μάλλον και λόγω του – σαφέστατου – λεσβιακού υπονοούμενου). Είναι ίσως ότι πιο μυθικό σε εντάσεις διαθέτει τούτη η ταινία και παρά το γεγονός ότι μιλάμε για μια παραγωγή του 1940, δεν έχει χάσει ίχνος από την τολμηρότητα και τη διαχρονικότητά της.

Διόλου τυχαία, ο Χίτσκοκ έχει ρίξει όλο το βάρος της σκηνοθετικής του καθοδήγησης στις ερμηνείες αυτών των δύο γυναικείων χαρακτήρων. Η Τζόαν Φοντέιν δίνει ένα πραγματικό récital ερμηνείας και σταδιακών «μεταμορφώσεων», από την ανώριμη «παιδούλα» που υπηρετεί με παθητική δουλικότητα μια σπάταλη «μεγαλοκοπέλα» που διακοπάρει εις τας Ευρώπας, μέχρι το μοιραίο θηλυκό που επιζητά την ανδρική προσοχή, έναν κάποιο σεβασμό και το σεξουαλικό ενδιαφέρον, ακόμη κι αν στο τέλος δεν είναι τίποτε περισσότερο από ένα «τρόπαιο» το οποίο κατακτήθηκε και ως φύλο και ως τάξη. Δίπλα της, η εφιαλτική εξωστρέφεια της Τζούντιθ Άντερσον σαρώνει ολόκληρο το φιλμ, με την ακαλαίσθητα «ανδρόγυνη» παρουσία της και τη μόνιμη έφεση στην εκδικητικότητα, ίσως επειδή η μοίρα της στέρησε κάθε δικαίωμα στην ευτυχία και την ολοκλήρωση του ρόλου της, να μείνει παντοτινά υποταγμένη στο ερωτικό της ίνδαλμα.

Η τελευταία πράξη της «Rebecca» επιφυλάσσει στοιχεία καθαρόαιμου θρίλερ, με την επίλυση του μυστηρίου γύρω από τα αίτια του θανάτου της ηρωίδας και την λύτρωση που θα επέλθει από την τιμωρία του «αφύσικου», ώστε οι ήρωες να βρουν τη γαλήνη ενός ιδανικού happy end. Και το παγκόσμιο σινεμά να βιώσει το πρώτο μεγάλο αριστούργημα του Άλφρεντ Χίτσκοκ. Θα ακολουθήσουν πολλά ακόμη…

ΕΙΝΑΙ ΓΙΑ ΜΕΝΑ;

Το goth classic της Ντάφνι Ντι Μοριέ, το οποίο εκδόθηκε το 1938, ήταν ήδη ένα κοσμαγάπητο bestseller, πριν το πάρει στα χέρια του ο Άλφρεντ Χίτσκοκ και το μετατρέψει σε ένα φιλμικό αριστούργημα, που τιμήθηκε με το Όσκαρ καλύτερης ταινίας το 1941. Στο πέρασμα του χρόνου, η χιτσκοκική «Rebecca» παρέμεινε ένα έργο που αποσπά τον απόλυτο σεβασμό, δεν ξεπεράστηκε ποτέ κι ο τίτλος της και μόνο συνοδεύεται από δέος θαυμασμού. Για πρώτη σας ή πολλοστή φορά, καλώς ορίσατε στο Μάντερλεϊ. Είναι σκέτη μαγεία στη μεγάλη οθόνη! Αν έχετε δει μονάχα την τηλεοπτική διασκευή του Netflix από το 2020, κάντε ένα τρισάγιο, μπας και φύγει το κακό!


MORE REVIEWS

ΜΗΝ ΑΝΟΙΓΕΙΣ ΤΗΝ ΠΟΡΤΑ

Άνδρας που ζει μοναχικά σε ορεινή περιοχή, ανοίγει την πόρτα του σπιτιού του σε άγνωστη κοπέλα που, εν εξάλλω καταστάσει, του ζητά βοήθεια μέσα στη νύχτα, επικαλούμενη επίθεση πλάσματος (;) αγνώστου ταυτότητας και στοιχείων προς την ερευνητική ομάδα βιολόγων στην οποία ανήκει και είχε κατασκηνώσει στο παρακείμενο δάσος.

ΣΟΥΠΕΡ ΜΑΓΚΙ

H ζωή έχει γίνει λίγο πολύ απαιτητική για τη Σούπερ Μάγκι. Καθώς η εγκληματικότητα στην πόλη είναι σε ύφεση, περνά τον χρόνο της βοηθώντας στην απόφραξη αποχετεύσεων και στην υποβολή φορολογικών δηλώσεων, αντί να σώζει τον κόσμο. Σίγουρα δεν είχε επιλέξει κάτι τέτοιο! Όταν μια μοχθηρή ιδιοφυΐα της τεχνολογίας απειλεί να παγιδεύσει ολόκληρη την πόλη σε μια «τέλεια» προσομοίωση metaverse, η Μάγκι και ο Σουίτι πρέπει να συνεργαστούν για να σώσουν την κατάσταση για άλλη μια φορά. Μήπως είναι και η τελευταία περιπέτεια του δυναμικού ντουέτου;

Ο ΤΕΛΕΥΤΑΙΟΣ ΗΡΩΑΣ

Γερμανική πολυεθνική που επιθυμεί ν’ ανοίξει supermarket σε χωριό της Σλοβενίας στέλνει επιτόπου εκπρόσωπό της για αυτοψία. Εκείνη, όμως, πέφτει πάνω σε κάτι φευγάτους τύπους που για hobby τους έχουν… την αναπαράσταση μαχών του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου και ούτε ζωγραφιστούς δεν θέλουν να βλέπουν τους Γερμανούς!

ΟΙ ΑΝΤΙΠΑΛΟΙ

Ο Αρτ και ο Πάτρικ καψουρεύονται την Τάσι. Και οι τρεις τους παίζουν tennis επαγγελματικά. Και θέλουν να κερδίζουν. Αλλά στο… κρεβάτι τρίτος δε χωρεί.

ΖΩΝΤΑΝΟ ΠΝΕΥΜΑ

Κατά τη διάρκεια των καλοκαιρινών της διακοπών, η μικρή Σαλομέ βιώνει τον θάνατο της αγαπημένης της γιαγιάς. Εν μέσω οικογενειακών φιλονικιών περί των διαδικαστικών της κηδείας, το πνεύμα της μακαρίτισσας «στοιχειώνει» την αθώα πιτσιρίκα.