FreeCinema

Follow us

OVERDRIVE (2017)

  • ΕΙΔΟΣ: Περιπέτεια
  • ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ: Αντόνιο Νεγκρέτ
  • ΚΑΣΤ: Σκοτ Ίστγουντ, Φρέντι Θορπ, Άνα ντε Άρμας, Σιμόν Αμπκαριάν, Κλέμενς Σικ, Γκάια Βάις
  • ΔΙΑΡΚΕΙΑ: 96'
  • ΔΙΑΝΟΜΗ: TANWEER

Δύο αδέλφια που ειδικεύονται στις κλοπές πολυτελών αυτοκινήτων αναλαμβάνουν μια σχετική δουλειά στη Νότιο Γαλλία. Τα καταφέρνουν, πλην όμως δεν γνωρίζουν πως το θύμα τους είναι τοπικός μαφιόζος, ο οποίος δεν δείχνει να είναι ιδιαίτερα συμπονετικός όταν τους πιάνει στα χέρια του. Για να την βγάλουν καθαρή, θα πρέπει να φέρουν εις πέρας επικίνδυνη αποστολή που τους αναθέτει εκείνος και που έχει να κάνει με τη μοναδική Ferrari του μισητού του αντιπάλου.

Υπάρχουν δύο σκηνές σε τούτη την ταινία, στις οποίες γίνεται φανερό πως οι αληθινοί πρωταγωνιστές της δεν είναι αυτοί που διαβάζετε στο καστ, αλλά κάποια… υπερπολυτελή αυτοκίνητα αντίκες. Οι δύο κακοί της υπόθεσης ανοίγουν τα garage των εντυπωσιακών επαύλεών τους και τα ετεροθαλή αδέλφια, που σκοπεύουν να κλέψουν τον έναν από αυτούς, μένουν έκθαμβα μπροστά στο θέαμα, απαριθμώντας με χαρακτηριστική ευκολία το κάθε μοντέλο, δίνοντας και επιπλέον πληροφορίες, μάλιστα, σχετικά με το έτος κυκλοφορίας ή τις νίκες του σε αγώνες Grand Prix. Δεν τα βλέπουμε και τόσο στον φυσικό τους χώρο, βέβαια, εκτός από μια σεκάνς στα corniches της Κυανής Ακτής, αλλά ετούτοι οι stars είναι πανάκριβοι και σπάνιοι. Μεγάλο το ρίσκο να πάθουν κάποιο ατύχημα, κάτι που το ευρισκόμενο στα όρια ενός Β-movie budget της παραγωγής μάλλον δεν θα μπορούσε να σηκώσει.

Παρόλο που διαβάζοντας την υπόθεση το μυαλό σου πηγαίνει αμέσως στο franchise του «Fast & Furious», το φιλμ έχει περισσότερα κοινά με την «Ληστεία αλά Ιταλικά» (1969) μιας κι εκεί παραπέμπει ο συνδυασμός heist movie – κλασικών αυτοκινήτων, με μια ιδέα από τη σειρά ταινιών «Transporter», ειδικά την πρώτη εξ αυτών, με την οποία μοιράζονται και τον κοινό τόπο δράσης. Σε σχέση με την πρώτη, βέβαια, απουσιάζουν… σχεδόν τα πάντα από εδώ, ενώ σε σχέση με τη δεύτερη λείπουν τα stunts του Τζέισον Στέιθαμ και οι φαρμακερές, κυνικές ατάκες στις οποίες ειδικεύεται, καθώς (με εξαίρεση την εξαιρετική εναρκτήρια σκηνή και ένα κυνηγητό μετά πιστολιδίου στους δρόμους της Μασσαλίας) η απουσία αυτού που αποκαλούμε «καταιγιστική δράση» είναι κάτι παραπάνω από φανερή, ενώ για χιούμορ ούτε λόγος να γίνεται, από τη στιγμή που ο Φρέντι Θορπ (ο οποίος έχει αναλάβει να ξεστομίσει τις ανάλογες ατάκες) είναι ένας από τους πιο ατάλαντους ηθοποιούς που έχουμε δει τελευταία, όπως τουλάχιστον εμφανίζεται εδώ.

Αυτός υποδύεται τον έναν εκ των δύο αδελφών, τον πολυλογά και αυθόρμητα ενθουσιώδη Γκάρετ, ο οποίος δεν μοιάζει σχεδόν σε τίποτα με τον μετρημένα συγκρατημένο Άντριου (ο Σκοτ Ίστγουντ, που σε προφίλ είναι φτυστός ο πατέρας του). Μοιράζονται, ασφαλώς, το κοινό πάθος για τα αυτοκίνητα, δεν λένε όχι στις ισχυρές δόσεις αδρεναλίνης, ενώ το τρίπτυχο της επιτυχίας τους συμπληρώνουν οι όμορφες γυναίκες που δύσκολα αντιστέκονται στη γοητεία τους (προς Θεού!). Θα μπλέξουν άσχημα όταν κλέψουν τον λάθος άνθρωπο και θα πρέπει να εκπονήσουν σχέδιο τέλειας κλοπής μέσα σε μία μόλις εβδομάδα, με τις ζωές τους να κινδυνεύουν σε περίπτωση αποτυχίας, αλλά δείχνουν ικανοί να ξεπερνάνε κάθε σκόπελο. Μαζεύουν την έμπιστη ομάδα που θα τους βοηθήσει σε χρόνο ρεκόρ, καταστρώνουν τα πλάνα τους, έρχονται αντιμέτωποι με μια-δυο αναποδιές, έχουν όμως κρατήσει και μερικούς άσσους στο μανίκι για παν ενδεχόμενο.

Όπως γίνεται αντιληπτό από τα προαναφερθέντα, οι ευκολίες του σεναρίου είναι κάτι παραπάνω από αρκετές. Αυτό δεν θα αποτελούσε και σημαντικό λόγο προβληματισμού, εάν το φιλμ κατάφερνε να μείνει προσηλωμένο στο μπιμουβάδικο ύφος το οποίο αρχικά μοιάζει να πρεσβεύει. Αντ’ αυτού, ο σκηνοθέτης Αντόνιο Νεγκρέτ γεμίζει το στόρι του με αχρείαστα ρομάντζα, άφθονες καρτ-ποσταλικές εικόνες της (πανέμορφης, φυσικά) Νότιας Γαλλίας, αποφεύγοντας να πατήσει τέρμα το γκάζι της δράσης. Κρατάει ένα-δυο twists που μπορεί και να εντυπωσιάσουν τους μη έχοντες γράψει ακόμα αρκετά χιλιόμετρα οδήγησης στο είδος πιτσιρικάδες, ενώ τα καταφέρνει κάπως καλά με τους κακούς της υπόθεσης, οι οποίοι είναι όσο γραφικοί (και ενίοτε υπερβολικοί) χρειάζεται.

ΕΙΝΑΙ ΓΙΑ ΜΕΝΑ;

Λίγη δράση, ανύπαρκτο χιούμορ και μετριότατο καστ, σε ένα φιλμ που θα έπρεπε να τρέχει με χίλια, αλλά αντιθέτως θυμίζει ώρες-ώρες… rally αντίκα. Η heist πλευρά της υπόθεσης είναι σχετικά πιο επιτυχημένη από την αμιγώς περιπετειώδη, η οποία μετά βίας σώζεται. Δεν είναι η απόλυτη καταστροφή τύπου «Need for Speed», μην περιμένετε όμως και τίποτα τρελά πράγματα που μας έχει συνηθίσει η σειρά των (τελευταίων, τουλάχιστον) «Fast & Furious», αν και όσοι έχουν κάψα με τα αυτοκίνητα θα πάρουν ισχυρή δόση (retro, μάλιστα) του πάθους τους με αυτά που θα δουν.


MORE REVIEWS

GODZILLA MINUS ONE

Μετά το τέλος του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου, ο Σικισίμα επιστρέφει σ’ ένα κατεστραμμένο Τόκιο, γεμάτος ενοχές από τη φήμη του kamikaze πιλότου που δεν θυσιάστηκε για πατρίδα του. Θα προστατεύσει μια νεαρή κοπέλα που έχει υιοθετήσει ένα ορφανό μωρό και θα συγκατοικήσουν αναζητώντας τη γαλήνη, καθώς η πόλη αρχίζει να στέκεται ξανά στα πόδια της, ώσπου να εμφανιστεί… ένα γιγάντιο και μεταλλαγμένο από πυρηνικές δοκιμές τέρας.

ΠΕΣΜΕΝΑ ΦΥΛΛΑ

Μεροκαματιάρης εργάτης με «αθώο» πρόβλημα αλκοολισμού γνωρίζει προλετάρια «αδελφή ψυχή» σε karaoke bar, εμφανίζεται το ενδεχόμενο του ρομαντικού σκιρτήματος, μα η κακοτυχία δέρνει και τους δύο, λες κι η μοίρα δεν επιθυμεί την ένωσή τους.

ΣΙΩΠΗΛΗ ΟΡΓΗ

Πατέρας που πενθεί τον θάνατο του γιου του, ορκίζεται να εκδικηθεί τις συμμορίες ναρκωτικών που μεταμόρφωσαν τη ζωή του σε βουβό δράμα. Όταν μιλούν τα πιστόλια, ποιος έχει ανάγκη τα λόγια;

ΠΑΙΧΝΙΔΙΑ ΘΑΝΑΤΟΥ

Στο Σέιλεμ, ομάδα από νεαρά αγόρια και κορίτσια ανακαλύπτει κατά τύχη ένα καταραμένο μαχαίρι. Μέσα από μια σειρά από flashbacks, μαθαίνουμε πως το συγκεκριμένο αντικείμενο υπήρξε η αφορμή για πολλούς θανάτους και καταστροφές στο παρελθόν. Η χρήση του σε δαιμονικά παιχνίδια μεταξύ των παιδιών, αποκαλύπτει μια μικρή λεπτομέρεια: ο κάθε χαμένος, πεθαίνει πραγματικά!

ΦΟΝΙΣΣΑ

Σ’ ένα νησιωτικό χωριό, γύρα στα 1900, η γιαγιά Φραγκογιαννού αποφασίζει να κάνει πράξη αυτό που της δίδαξε η ζωή: απαλλάσσει βρέφη θηλυκά και μικρά κορίτσια από τη μαρτυρική εμπειρία του να μεγαλώσουν και να υποταχθούν σε μια σκληρή κοινωνία ανδροκρατίας, που μόνο βάσανα και δυστυχία μπορεί να τους προσφέρει.