ΕΡΧΕΤΑΙ ΤΗ ΝΥΧΤΑ (2017)
(IT COMES AT NIGHT)
- ΕΙΔΟΣ: Δράμα
- ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ: Τρέι Έντουαρντ Σουλτς
- ΚΑΣΤ: Τζόελ Έτζερτον, Κρίστοφερ Άμποτ, Κέλβιν Χάρισον Τζούνιορ, Κάρμεν Ιτζόγκο, Ράιλι Κίου
- ΔΙΑΡΚΕΙΑ: 91'
- ΔΙΑΝΟΜΗ: SEVEN FILMS
Αδιευκρίνιστη απειλή ιού έχει κλειδαμπαρώσει τριμελή οικογένεια σε σπίτι – κρησφύγετο στο δάσος. Ένας άγνωστος άνδρας θα το παραβιάσει, ελπίζοντας να βρει νερό για τους δικούς του. Υπό κοινή στέγη όλοι τους, θα μπορέσουν να αντιμετωπίσουν αυτό που… «έρχεται τη νύχτα»;
Μερικές φορές το (λάθος) marketing μπορεί να «καταστρέψει» μια ταινία. Η ανεξάρτητη A24, μια ραγδαία αναπτυσσόμενη αμερικανική εταιρεία με τολμηρές και πανέξυπνες επιλογές, η οποία συχνά φλερτάρει με το genre των ταινιών τρόμου… with a twist, προτίμησε να προωθήσει τούτο το δεύτερο μεγάλου μήκους φιλμ του Τρέι Έντουαρντ Σουλτς ως ένα από τα μεγαλύτερα… κοψοχολιάσματα της χρονιάς, παίζοντας με απειλητικά teaser posters και ένα trailer που σε έκανε να αγωνιάς για τη στιγμή που, επιτέλους, το «Έρχεται η Νύχτα» θα έφτανε σε μια κινηματογραφική αίθουσα near you. Ατυχώς, το «προϊόν» είναι ένα… σκέτο δράμα (με την κακή έννοια), του οποίου τα μηνύματα έχουμε δει να επαναλαμβάνονται στη μεγάλη οθόνη πολλάκις και, σαφώς, με πιο ενδιαφέρουσες ή προβοκατόρικες προσεγγίσεις.
Σε ένα minimal πλαίσιο post-apocalyptic φοβίας και λιγοστών ελπίδων για τη συνέχιση της ανθρωπότητας σε τούτον τον κόσμο, ένας ηλικιωμένος άνδρας με εμφανή σημάδια από κάποια άγνωστη αρρώστια (;) στο κορμί του οδηγείται στην ερημιά ενός δάσους, δολοφονείται από τον γαμπρό του και αφήνεται στις φλόγες, εντός ανοιχτού «τάφου». Η εισαγωγή είναι δυσοίωνη, αλλά μας βάζει στο κλίμα ενός φρικτού περιβάλλοντος – κατάστασης εκτάκτου ανάγκης, μέσα στην οποία ο άνθρωπος έχει… ξεχάσει να είναι άνθρωπος. Σε παρακείμενο σπίτι, το οποίο χρησιμοποιούν σαν καταφύγιο από αυτό που… «έρχεται τη νύχτα», ζουν τα (υπόλοιπα, πλέον) τρία μέλη μιας οικογένειας που αισθάνεται προσωρινά ασφαλής με τους κανόνες επιβίωσης τους οποίους έχει θέσει ο «πάτερ φαμίλιας», κρατώντας για βασικά όπλα μια καραμπίνα και τα (μοναδικά) κλειδιά της εξώπορτας.
Δεν θα πρέπει να αδικούμε μονάχα το marketing, βέβαια. Ο Σουλτς κινηματογραφεί το σενάριό του με αδιόρατους τόνους σασπένς, διατηρώντας ένα «low profile» επικινδυνότητας εντός τού (επίσης) πολλάκις χρησιμοποιημένου σκηνικού ενός δάσους, το οποίο μπορεί να κρύβει εντός του οτιδήποτε, πόσω μάλλον με τον ερχομό του βαθύτερου σκότους της νύχτας. Στοιχείο «bonus» μεταξύ των πρωταγωνιστών, ένα σκυλί που (όπως είθισται) αισθάνεται πριν από όλους τους άλλους το πλησίασμα από… κάτι το άγνωστο. Τα βραδινά πλάνα, λοιπόν, προσπαθούν (συγκρατημένα, δηλαδή) να εντείνουν το γενικότερο κλίμα δραματουργικής… απραγίας του φιλμ, το οποίο αντί για (λόγου χάρη) εξωγήινους, ζόμπι ή κάποιο είδος μεταλλαγμένων, φέρνει στην πλοκή έναν άνδρα που παραβιάζει την οικία των (θετικής ταύτισης) ηρώων μας, αναζητώντας νερό για τη γυναίκα του και το νήπιο παιδί τους, κοινώς μερικούς νέους χαρακτήρες οι οποίοι βρίσκονται (φαινομενικά) στην ίδια τραγική μοίρα.
Ο άνδρας αυτός αιχμαλωτίζεται, εξευτελίζεται, διαψεύδεται και κινδυνεύει μέχρι και να πεθάνει, ώσπου ο «πάτερ φαμίλιας» να πειστεί ότι μπορεί να επιχειρήσει τη διάσωση της οικογένειας του πρώτου και όλοι μαζί να αλληλο-προστατευτούν υπό την ίδια στέγη. Η αμφισβήτηση και η καχυποψία μπολιάζεται διαρκώς στο σπίτι, με αποκορύφωμα την εξώπορτα που θα βρεθεί ανοιχτή κάποια νύχτα, χωρίς κανείς να ομολογεί ή να εξηγεί πώς συνέβη αυτό. Πλέον, όμως, το έργο έχει σπαταλήσει μια ολόκληρη ώρα από τη διάρκειά του, χωρίς να συμβαίνει κάτι το ουσιαστικό ή να εξελίσσεται μια κάποια ιστορία. Εύλογα, ο θεατής που θα συνειδητοποιήσει ότι απομένει ένα ημίωρο για να μάθει τι είναι αυτό που… «έρχεται τη νύχτα», θα αποκτήσει μια υποψία προδιάθεσης για μεγάλη απογοήτευση, πόσω μάλλον αν μπήκε στην αίθουσα παρακινούμενος από το διαφημιστικό υλικό που υποσχόταν… θρίλερ τρόμου! Λυπάμαι, αλλά αυτό το είδος των θεατών μάλλον θα ξηλώνει καθίσματα!
Απομένει μια «κατακλείδα» δραματικής κορύφωσης που δεν φέρνει τίποτε το καινούργιο στα κινηματογραφικά πράγματα, δηλώνοντας την απανθρωπιά τού είδους μας με μια φαταλιστική σκληρότητα τόσο στερεότυπη που σου προκαλεί ανία (ή και θλίψη για τον χαμένο σου χρόνο…), δίχως την παραμικρή ελπίδα να ξεπεταχτεί, έστω και την τελευταία στιγμή, μια τρελή ανατροπή (έτσι, για να σώσει κάποια προσχήματα). Αν τώρα σε προετοίμασα για ένα κοινωνικό, ψυχολογικό δράμα με ύπουλα φοβικές πινελιές, μπορεί και να το «χωνέψεις» με περισσότερα ελαφρυντικά. Μεταξύ μας, όμως, περισσότερες πιθανότητες σου δίνω να μην θυμάσαι ότι το «Έρχεται τη Νύχτα» υπήρξε ποτέ…