GHOST DOG: THE WAY OF THE SAMURAI (1999)
- ΕΙΔΟΣ: Δράμα Εγκλήματος
- ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ: Τζιμ Τζάρμους
- ΚΑΣΤ: Φόρεστ Γουίτακερ, Χένρι Σίλβα, Κλιφ Γκόρμαν, Τζον Τόρμεϊ, Καμίλ Γουίνμπους, Ισαάκ Ντε Μπανκολέ
- ΔΙΑΡΚΕΙΑ: 116'
- ΔΙΑΝΟΜΗ: SUMMER CLASSICS
Μοναχικός εκτελεστής με κώδικα τιμής ανάλογο των samurai, γίνεται στόχος της Μαφίας όταν κατόπιν εντολής του «αφέντη» του δολοφονεί ένα μέλος της.
Από το ξεκίνημα της καριέρας του, ο Τζιμ Τζάρμους κουβαλούσε την ταμπέλα του «πιο Ευρωπαίου σκηνοθέτη από την Αμερική». Δεκαπέντε χρόνια μετά την ταινία ορόσημο για τον ανεξάρτητο αμερικανικό κινηματογράφο της δεκαετίας του ’80, το «Πέρα από τον Παράδεισο», έδειξε πως ενδεχομένως αυτό που του ταίριαζε καλύτερα ήταν η αναζήτηση έμπνευσης στην… Άπω Ανατολή. Μπολιάζοντας τις samurai ιστορίες του Ακίρα Κουροσάουα (βασικά το «Γιοζίμπο» του 1961) με τον «Δολοφόνο με το Αγγελικό Πρόσωπο» (1967) του Ζαν-Πιερ Μελβίλ και λαμβάνοντας ισχυρά «δάνεια» από το yakuza cult classic «Koroshi no Rakuin» (1967), ο Τζάρμους τοποθετεί το «Ghost Dog» του σ’ ένα σταυροδρόμι όπου συγκρούονται πολιτισμοί και φιλοσοφίες.
Στο επίκεντρο της σύγκρουσης των ηθικών κωδίκων της Ανατολής και της Δύσης και με φόντο το σύγχρονο αστικό τοπίο βρίσκεται ο πληρωμένος hitman του τίτλου. Ο Ghost Dog είναι ένας δολοφόνος που κατοικεί σε μια… κατεστραμμένη καλύβα μιας ταράτσας της Νιου Τζέρζι, ζει αυστηρά σύμφωνα με τους κανόνες των πολεμιστών της Ιαπωνίας (όπως εκείνοι εκφράζονται στο βιβλίο «Hagakure»), είναι απόλυτα αφοσιωμένος στον μικρομαφιόζο Λούι (ο οποίος του είχε σώσει τη ζωή κάποτε), ενώ στις εκκεντρικές του συνήθειες περιλαμβάνονται η χρήση ταχυδρομικών περιστεριών για οποιαδήποτε μορφή επικοινωνίας με το «αφεντικό» του και η απαίτησή του να πληρώνεται για τις υπηρεσίες του αποκλειστικά την πρώτη μέρα κάθε φθινοπώρου. Η επικερδής και άκρως αποτελεσματική συνεργασία που έχει με τον Λούι φτάνει προς το τέλος της με το που φέρνει εις πέρας μια «δουλειά» η οποία θα ενοχλήσει τα μεγάλα κεφάλια της Μαφίας, μετατρέποντάς τον από κυνηγό σε κυνηγημένο.
Η καθημερινή ευλάβεια του Ghost Dog δίνει στα δρώμενα μια διάσταση ρουτίνας, όμως, αυτή περισσότερο μοιάζει να παρωδεί τις γκανγκστερικές ταινίες, πλησιάζοντας συχνά το ύφος των αδελφών Κοέν (η υποπλοκή με τον γαλλόφωνο κολλητό φίλο του Ghost Dog στέκει ως άκρως χαρακτηριστική), παρά να παίρνει τον εαυτό της στα πολύ σοβαρά. Το παράλογο deadpan χιούμορ της ταινίας εναλλάσσεται με σκηνές βίας που θα ταίριαζαν ακόμα και σε ταινία του Κουέντιν Ταραντίνο (με συμβολισμούς που στην περίπτωση του Ωραίου Φρανκ παραπέμπουν σε τελετουργικό Seppuku), καταφέρνοντας να βρει τη χρυσή τομή ανάμεσα στη ρηχότητα των κινήτρων του συνόλου των ηρώων της και στον βαριά πένθιμο χαρακτήρα του φιλοσοφημένου hitman Ghost Dog. Ο τελευταίος μοιάζει με… hip-hop (καταπληκτικό το score του RZA) κράμα από Τοσίρο Μιφούνε και Αλέν Ντελόν, παραμένοντας σταθερά προσκολλημένος στον haiku φορμαλισμό του. Ο ιδεαλισμός του είναι αδιαπραγμάτευτος, εν τούτοις, ο κόσμος γύρω του αλλάζει, καθιστώντας τα ιδανικά του αταίριαστα με τη σύγχρονη πραγματικότητα.
Τώρα που το σκέφτομαι, βέβαια, η παρατήρηση αυτή ίσως να ταιριάζει γάντι και με τη συνολική φιλμογραφία του Τζιμ Τζάρμους, που σε κάποιες περιπτώσεις της είναι… αλλού γι’ αλλού. Το «The Way of the Samurai» (ευτυχώς) δεν αποτελεί τέτοια περίπτωση.