ΣΤΑΧΤΟΠΟΥΤΑ (2015)
(CINDERELLA)
- ΕΙΔΟΣ: Ρομαντικό Παραμύθι
- ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ: Κένεθ Μπράνα
- ΚΑΣΤ: Λίλι Τζέιμς, Κέιτ Μπλάνσετ, Ρίτσαρντ Μάντεν, Έλενα Μπόναμ Κάρτερ, Στέλαν Σκάρσγκαρντ
- ΔΙΑΡΚΕΙΑ: 112’
- ΔΙΑΝΟΜΗ: FEELGOOD
Όταν η άρρωστη μητέρα της αποδημεί, ο πατέρας φέρνει στο σπιτικό τους χήρα με δύο κόρες που θα θρονιαστούν εκεί ως αφέντρες, καθώς εκείνος κάνει εμπορικά ταξίδια ανά τον κόσμο. Η μοίρα θα τη χτυπήσει με ορφάνια, στήριγμα κανένα δεν θα βρει από τη μητριά της, αλλά ένας όμορφος πρίγκιπας ίσως φέρνει μαζί του την ευτυχία. Αν ταιριάξει το γοβάκι…
Η πιο πρόσφατη από τις παραγωγές της Disney, στο πλαίσιο των live action μεταφορών του animated library του studio, καταπιάνεται με ακόμη ένα κλασικό και πασίγνωστο παραμύθι, τη «Σταχτοπούτα». Η πατέντα είναι επίσης γνωστή. Το φιλμικό προϊόν πρέπει να είναι παιδικό (το πολύ οικογενειακό…), σαφώς πιο κοριτσίστικο (ρίξε μια ματιά στο box-office του είδους) και φαντεζί (είπαμε, για κορίτσια!). Και φαντάσου ότι το 2010 ειρωνευόμασταν τον Τιμ Μπέρτον για την «Αλίκη στη Χώρα των Θαυμάτων»…
Όχι ότι κάνει πάντοτε κάποια διαφορά, αλλά σκηνοθέτης της «Σταχτοπούτας» είναι ο Κένεθ Μπράνα, ο κάποτε λαμπρός «διάδοχος» του Ολίβιε, ο οποίος σήμερα εκτελεί παντός τύπου στουντιακές «παραγγελιές», για λόγους που η ανθρωπότητα αδυνατεί να κατανοήσει. Έτσι και με τη «Σταχτοπούτα», έχουμε ένα φιλμ το οποίο ζωντανεύει ένα πολύχρωμο σύμπαν παραμυθιού με τον πλέον campy τρόπο, δίπλα στα καλοσυνάτα μηνύματα θάρρους που ανάγουν τη… μαρτυρική ηρωίδα – δουλικό σε σύμβολο… φεμινιστικού αγώνα και επαγρύπνησης για τα ίσα δικαιώματα στην εργασία; Βασικά, όποιος «δει» τέτοια πράγματα σε αυτό εδώ το φιλμ, τότε μπορεί να μιλήσει και για… αντικαπιταλιστικό ύμνο και… στο τέλος ζήσαν αυτοί καλά κι εμείς «καήκαμε» περισσότερο!
Το μέγα ατού της παραγωγής είναι ο extravagant διάκοσμος και τα κοστούμια, έτσι ώστε να δικαιολογηθεί ένα κάποιο δέλεαρ «μεγαλείου» και οπτικής εμπειρίας. Ο Ντάντε Φερέτι και η Σάντι Πάουελ, αντίστοιχα, έχουν ανεβάσει το volume της γκλαμουριάς όσο πιο… «φωνακλάδικα» γίνεται, έτσι ώστε πλασαριστεί καλύτερα το παραμύθι, ενώ τα οπτικά εφέ των μεταμορφώσεων της άμαξας και των συνοδών της Έλλα / Σταχτοπούτας χαρίζουν στιγμές ευθυμίας, κάτι που δεν θα έλεγα ότι συμβαίνει με το υπόλοιπο έργο, το οποίο σέρνεται νυσταλέα και δίχως ρυθμό, πόσω μάλλον εάν γνωρίζεις… απ’ έξω κι ανακατωτά το παραμύθι του Περό.
Από το καστ, η μόνη που θα άξιζε το περίφημο γοβάκι είναι η Κέιτ Μπλάνσετ, αν και της είναι τόσο προφανώς εύκολο να υποδύεται καλά την… κακιά, που νομίζεις πως αν της βγάλεις το μακιγιάζ και τα λουσάτα φορέματα, θα τη δεις να βολτάρει αγκαζέ με την πλήξη. Γενικά, είναι πρόβλημα να βλέπεις μια ηθοποιό της κλάσης της να καταφεύγει σε μια σνομπίστικη προφορά και όλα τα στερεότυπα των κινηματογραφικών (και over the top) gay icons. Η Έλενα Μπόναμ Κάρτερ, από την άλλη, είναι πιο πρωτότυπη στον ρόλο της νεραϊδονονάς, επειδή και δεν δείχνει να βαριέται ακριβώς και δεν παίρνει στα σοβαρά την παρουσία της, παίζοντας με την υπερβατικότητα της μαγείας της.
Αρκετά άβολη θα έλεγα πως είναι εδώ η ένθεση του μαύρου στοιχείου, ενώ ένας κάποιος τονισμός στον… καβάλο των αρρένων ηθοποιών και κομπάρσων προκαλεί τις εύλογες απορίες! Αλλά, και πάλι, το target group της «Σταχτοπούτας» του Μπράνα (ή… της Disney, πιο σωστά) δεν πρόκειται να παρατηρήσει τίποτε από όλα αυτά. Μη σου πω ότι είναι και πολύ «τρυφερό» για να διαβάσει την παραμικρή κριτική…