Η ΑΦΙΞΗ (2016)
(ARRIVAL)
- ΕΙΔΟΣ: Δράμα Φαντασίας
- ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ: Ντενί Βιλνέβ
- ΚΑΣΤ: Έιμι Άνταμς, Τζέρεμι Ρένερ, Φόρεστ Γουίτακερ, Μάικλ Στούλμπαργκ
- ΔΙΑΡΚΕΙΑ: 116'
- ΔΙΑΝΟΜΗ: ΣΠΕΝΤΖΟΣ
Μια γλωσσολόγος καλείται από τον αμερικανικό στρατό να βοηθήσει στην αποκωδικοποίηση και την επικοινωνία με δείγματα ζωής από άλλο πλανήτη, τα οποία προσγειώθηκαν με τα πελώρια διαστημόπλοιά τους σε δώδεκα διαφορετικές τοποθεσίες της Γης, με απροσδιόριστες προθέσεις.
Ο κόσμος, ο πλανήτης στον οποίο κατοικούμε, είναι ένα κέλυφος. Ο ανθρώπινος οργανισμός ζει μέσα σε ένα «κέλυφος», επίσης. Και τα δύο αυτά «σώματα» αποτελούν ένα μυστήριο, όσος χρόνος κι αν πέρασε από πάνω τους. Μέσα στο γήινο (και ακόμη παραπέρα…) σύμπαν, το μόνο πράγμα που γνωρίζουμε με σιγουριά για την ύπαρξή μας σε αυτό είναι… μια αρχή και ένα τέλος. Ερχόμαστε και φεύγουμε. Με αυτό το «κέλυφος». Σε τούτο το κέλυφος.
Η Λουίζ Μπανκς ξεκινά την αφήγηση της «Άφιξης» με μια αναχώρηση. Μέσα από ένα παράξενο παιχνίδι της μνήμης, παρακολουθούμε την αρχή και το τέλος της ιστορίας ενός ανθρώπου. Της κόρης που έχασε. Αυτός ο άγνωστος συμπαντικός κανόνας της ζωής είχε (προ)αποφασίσει το διάστημα της ύπαρξης αυτού του κοριτσιού. Το «κέλυφός» της παύει να είναι οργανικό στο νεκροκρέβατο μιας κλινικής. Και ένα άλλο, πελώριο κέλυφος εμφανίζεται να αιωρείται στον ουρανό. Η ειδησεογραφία ενημερώνει τους πολίτες για την παρουσία δώδεκα ίδιων, σε διαφορετικούς τόπους επάνω στη Γη. Είναι μια εξωγήινη επίθεση εν εξελίξει; Είναι ειρηνικός ο σκοπός της επίσκεψής τους; Πώς μπορούμε να επικοινωνήσουμε μαζί τους, πέρα από το δικό τους… κέλυφος;
Η Λουίζ Μπανκς τυγχάνει γλωσσολόγος και αναγνωρισμένη πανεπιστημιακός. Ο αμερικανικός στρατός ζητά τη βοήθειά της. Θα τους ακολουθήσει στις εγκαταστάσεις που δημιουργούνται άρον-άρον στη Μοντάνα και θα εισέλθει στο διαστημόπλοιο των εξωγήινων επισκεπτών, επιχειρώντας μια επαφή μαζί τους, την κατανόηση ενός «κώδικα» επικοινωνίας, προτού η ανθρωπότητα αποτολμήσει να θέσει τα πιο ουσιαστικά της ερωτήματα. Ο πλανήτης μας θα βρεθεί σε μια σταδιακά κλιμακούμενη εμπόλεμη κατάσταση, με κάποιους λαούς να στρέφουν τα όπλα τους ενάντια στο κέλυφος από τον… έξω κόσμο.
Επειδή (και εγώ) πήγα να παρακολουθήσω την «Άφιξη» ως ένα καινούργιο «Στενές Επαφές Τρίτου Τύπου» που συναντά την «Επαφή» με προσέγγιση τύπου… «Solaris» (!) και βρέθηκα αντιμέτωπος με μια… άλλη ταινία που δεν φανταζόμουν, θα προτιμούσα να αποφύγω περαιτέρω αναφορές στην εξέλιξη του φιλμ του Ντενί Βιλνέβ, ο οποίος ωριμάζει σε κάτι πραγματικά θαρραλέο δημιουργικά, εκμεταλλευόμενος με ιδιοφυή και πολύ προσωπικό τρόπο τη σύνδεσή του με τα ήδη γνωστά και υπάρχοντα φιλμικά είδη. Η «Άφιξη» δεν είναι μια sci-fi ταινία αλλά ένα δράμα που προσεγγίζει το φανταστικό μέσα από το άγνωστο της ανθρώπινης ύπαρξης, αναζητώντας εσωτερικά την έμπνευσή του. Το… κέλυφος που μελετά έχει συναισθήματα. Αγαπά, μισεί, βιώνει, πενθεί, δεν βρίσκεται πια κοντά μας. Και ο Βιλνέβ δεν δίνει καν σημασία στην αρχή και το τέλος της κινηματογραφικής αφήγησης!
Είναι τόσο συγκλονιστικό το σκεπτικό και το περιεχόμενο αυτού του φιλμ, που δυσκολεύτηκα να σηκωθώ από το κάθισμα. Ο εγκέφαλος ήταν κι αυτός μουδιασμένος. Με δυσκολία έδινε εντολές στο σώμα. Το δικό μου κέλυφος. Με το (πλέον κλασικό) μουσικό θέμα του Μαξ Ρίχτερ, το «On the Nature of Daylight», να δίνει μια παλινδρομική σημασία στην αφήγηση και το όνομα Άννα (της νεκρής κόρης) να δηλώνει καίρια τον καρκινικό του ρόλο, η «Άφιξη» μετατρέπεται από κάτι το προσδοκόμενα προφανές ή ψυχαγωγικό για το είδος τού φανταστικού σινεμά σε μια ταινία για την οδύνη του κύκλου της ζωής.
Ναι, υπάρχει κάτι το μοιρολατρικά εγωιστικό στη διαιώνιση του ανθρώπινου είδους. Γνωρίζουμε ότι θα «φύγουμε» στο τέλος. Όλοι μας. Το ήξεραν οι γονείς μας, το γνωρίζουμε κι εμείς. Κι όμως, το ξανακάνουμε αυτό το «ταξίδι». Αυτό το λάθος που λέγεται… ζωή. Ξανά από εκεί που αρχίσαμε. Από εκεί που η μνήμη μας λέει ότι ξεκινήσαμε.