Ο ΚΟΡΣΙΚΑΝΟΣ (2017)
(UNE VIE VIOLENTE)
- ΕΙΔΟΣ: Δράμα
- ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ: Τιερί ντε Περετί
- ΚΑΣΤ: Ζαν Μισελαντζελί, Ανρί-Νοέλ Ταμπαρί, Σεντρίκ Απιετό, Μαρί-Πιερ Νουβό
- ΔΙΑΡΚΕΙΑ: 107'
- ΔΙΑΝΟΜΗ: WEIRD WAVE
Αφού έχει καταφύγει στο Παρίσι για να γλιτώσει από το βίαιο παρελθόν του, ο Στεφάν επιστρέφει στην πατρίδα του, την Κορσική, για την κηδεία ενός φίλου του, αν και γνωρίζει ότι στο ταξίδι αυτό μπορεί να χάσει τη ζωή του.
Στην αρχή της ταινίας μαθαίνουμε μερικά στοιχεία για το πώς ο ήρωας έχει φτάσει στο σημείο όπου βρίσκεται. Από τη δεκαετία του ’70 στην Κορσική, που πάντα διατηρούσε αποστάσεις από την ηπειρωτική Γαλλία, είχε αρχίσει να αναπτύσσεται ένα αυτονομιστικό κίνημα, το οποίο στη συνέχεια εξελίχθηκε σε βίαιο εθνικιστικό. Στις αρχές της δεκαετίας του ’90 ήρθε μια διάσπαση που έκανε τα πράγματα ακόμη πιο βίαια, ειδικά εξαιτίας της εμπλοκής της Μαφίας.
Σε αυτό το περιβάλλον έχει μεγαλώσει ο Στεφάν, αλλά θα επιστρέψει όταν ένας παλιός του φίλος δολοφονηθεί. Η κηδεία είναι μια αφορμή για να τακτοποιηθούν κάποιες εκκρεμότητες, γι’ αυτό και αποφασίζει να επιστρέψει στην Κορσική, παρά την ανησυχία και τις συμβουλές της μητέρας του. Από εκείνη τη στιγμή θα επιστρέψουμε κι εμείς μαζί του στο παρελθόν, σε ένα εκτεταμένο flashback που εξηγεί (το εξηγεί θα μπορούσε να μπει και σε εισαγωγικά) το βίαιο παρελθόν από το οποίο απομακρύνθηκε.
Παίρνοντας τα πράγματα με τη σειρά, επιστρέφουμε στον 18χρονο Στεφάν, που ασχολείται με την πολιτική, έχει αντιρρήσεις, θυμό, αντίδραση για το πώς οι προηγούμενες γενιές συμπεριφέρθηκαν στο ζήτημα της σχέσης της «παρακατιανής» Κορσικής με τη «μητέρα» Γαλλία. Η αφορμή για την εμπλοκή του στο αυτονομιστικό κίνημα θα έρθει όταν συμφωνήσει να κρύψει μια τσάντα με όπλα. Θα καταλήξει στη φυλακή, όπου θα αναπτύξει σχέση με ένα στέλεχος του κινήματος και θα δεχτεί να ενταχθεί στον αγώνα αυτονόμησης της Κορσικής, ο οποίος παίρνει μία πιο ακραία έκφραση.
Η ιστορία αυτή είναι σχετικά άγνωστη, όμως ο Τιερί ντε Περετί δείχνει να είναι βαθύς γνώστης, με καταγωγή από την Κορσική και ο ίδιος. Ενθέτει σκηνές από πραγματικά επεισόδια μεταξύ των αυτονομιστών και των γαλλικών αρχών, που δίνουν μια αίσθηση ντοκιμαντέρ στη μυθοπλασία. Από την άλλη πλευρά, η ταινία έχει αρκετά προβλήματα. Ο πρωταγωνιστής είναι αρκετά απαθής, με μια ερμηνεία πολύ λιγότερο έντονη σε σχέση με το περιβάλλον στο οποίο κινείται και εξελίσσεται. Παράλληλα, στο σενάριο που έχει συνυπογράψει ο ντε Περετί, υπάρχει πλήθος πληροφοριών και χαρακτήρων. Δεν έχουν όμως τον χρόνο που χρειάζονται για να αναπτυχθούν, για να αποκτήσουν υπόσταση και ουσιαστικό ρόλο μέσα στην ιστορία. Έρχονται και χάνονται, πριν προλάβουμε να ενδιαφερθούμε γι’ αυτούς.
Το πιο ενδιαφέρον στην ανάπτυξη του «Κορσικανού» είναι η αίσθηση της αυθεντικότητας, με τη χρήση της τοπικής διαλέκτου και του footage από τα πραγματικά γεγονότα, παράλληλα με τις αναφορές στη σημερινή αύξηση του εθνικισμού που βλέπουμε σε όλο και περισσότερες περιοχές της Ευρώπης. Έχουμε να κάνουμε με έναν άνθρωπο που γνωρίζει το υλικό του και ξέρει τις λεπτομέρειες. Εκεί που δεν πετυχαίνει, ωστόσο, είναι στο να τις οργανώσει με τέτοιον τρόπο, τόσο σε ό,τι αφορά τον κεντρικό του χαρακτήρα όσο και στο γενικότερο πλαίσιο, ώστε το κοινό που δεν γνωρίζει αναλυτικά τα γεγονότα, να εμπλακεί. Η απόσταση αυτή μένει μακρινή.