ΣΚΙΕΣ ΚΑΙ ΣΙΩΠΗ (1962)
(TO KILL A MOCKINGBIRD)
- ΕΙΔΟΣ: Κοινωνικό Δράμα
- ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ: Ρόμπερτ Μάλιγκαν
- ΚΑΣΤ: Γκρέγκορι Πεκ, Μέρι Μπάνταμ, Φίλιπ Άλφορντ, Μπροκ Πίτερς, Κόλιν Γουίλκοξ, Τζέιμς Άντερσον, Ρόμπερτ Ντιβάλ
- ΔΙΑΡΚΕΙΑ: 129'
- ΔΙΑΝΟΜΗ: DANAOS FILMS
Ακριβοδίκαιος δικηγόρος στον αμερικάνικο Νότο του οικονομικού κραχ του ’30 αναλαμβάνει την υπεράσπιση ενός μαύρου ο οποίος κατηγορείται για τον βιασμό ενός λευκού κοριτσιού. Τα δύο ανήλικα παιδιά τού δικηγόρου θα γίνουν το εξιλαστήριο θύμα της ρατσιστικής κοινωνίας της πόλης.
Πολλές φορές ακούμε τη λέξη «αριστούργημα», όταν τα ντόπια γραφεία διανομής αποφασίζουν να σερβίρουν (δίχως ίχνος πολιτικής και… λογικής προγραμματισμού) επανέκδοση από το παρελθόν. Σε τούτη την περίπτωση, ο χαρακτηρισμός του αριστουργήματος ταιριάζει απόλυτα και, προσωπικά, με χαροποιεί ιδιαίτερα η επιστροφή του «Σκιές και Σιωπή» στις μεγάλες οθόνες των αθηναϊκών κινηματογράφων. Πρόκειται για ένα φιλμ που είχα εντάξει στις προβολές και του ΞΑΦΝΙΚΑ ΦΕΤΟΣ ΤΟ ΚΑΛΟΚΑΙΡΙ αλλά και του Park Your Cinema προ ετών, με την ελπίδα να αναγνωρίσουν την αξία του και νεότερες γενιές θεατών που ενδεχομένως έχουν ακουστά μονάχα το βραβευμένο με Pulitzer ομώνυμο μυθιστόρημα της Χάρπερ Λι, ειδικά σε μια περίοδο κατά την οποία η οικονομική κρίση και ο ρατσισμός επιστρέφουν επιθετικά στις κοινωνίες ολόκληρου του πλανήτη, υπενθυμίζοντας με τον χειρότερο τρόπο τα διαχρονικά μηνύματα του έργου για την ανθρώπινη συμπεριφορά και τις προκαταλήψεις.
Απλότητα και ευγένεια. Ακαταμάχητα στοιχεία μιας ταινίας που δεν έχει ανάγκη από καμία σκηνοθετική υπερβολή για να αναδείξει το μεγαλείο του σεναριακού της περιεχομένου, το οποίο υποστηρίζεται από ερμηνείες εξαιρετικής φυσικότητας, με ηγετική μορφή εκείνη του Γκρέγκορι Πεκ στον ρόλο του δικηγόρου Άτικους Φιντς. Μιλάμε για διδασκαλία υποκριτικής, με την 9λεπτη τελική του αγόρευση να στέκει ως σαφής αιτιολόγηση για τη βράβευσή του με το Όσκαρ καλύτερης ανδρικής ερμηνείας, το 1963. Ο Πεκ είναι η ήρεμη δύναμη του φιλμ, η φιγούρα που εμπνέει σεβασμό και μεταδίδει στη συνείδηση του θεατή τη σημασία της πάλης του δικαίου απέναντι στον παραλογισμό της αμάθειας και του όχλου. Είναι ο άνθρωπος που θα συνεχίσει να παλεύει, ακόμη και μετά από μια ήττα, διότι (πάντοτε θα) παραμένει συνεπής στις Αρχές του. Γι’ αυτό και στο άκουσμα της πλέον κλασικής ατάκας «Δεσποινίς Τζιν Λουίζ, σηκωθείτε όρθια. Περνά ο πατέρας σας» το ρίγος της συγκίνησης διαπερνά όλο σου το κορμί.
Το «Σκιές και Σιωπή» αποτελεί μια σχεδόν ρεαλιστικής γνησιότητας καταγραφή του κοινωνικού μωσαϊκού που έχει διαμορφώσει το οικονομικό κραχ του ’30, σε μια επαρχιακή πόλη του Νότου που μαστίζεται από τη φτώχεια αλλά και τη φυλετική μισαλλοδοξία των κατοίκων της. Η αφήγηση μοιράζεται ανάμεσα στο δικαστικό δράμα και τους εφιάλτες που μπορεί να συνοδεύουν την παιδική ηλικία, με τα ανήλικα τέκνα του Άτικους Φιντς να θυμίζουν αμυδρά τα αδελφάκια της «Νύχτας του Κυνηγού» (1955). Πρωταγωνιστούν, άλλωστε, και στο κρεσέντο του φιλμ, την περίφημη νυχτερινή σκηνή του δάσους, την οποία ανυψώνει με λυρικούς τόνους η μουσική του Έλμερ Μπέρνσταϊν. Αποφεύγοντας τα κλισέ περί «αθωότητας που χάνεται», ο Ρόμπερτ Μάλιγκαν βυθίζει αυτές τις παιδικές ψυχές στα έγκατα μιας ερεβώδους κοινωνίας, τα μετατρέπει σε μάρτυρες κάθε εγκληματικής πράξης και απειλής θανάτου, δεν τους κλείνει ποτέ τα μάτια μπροστά στην ασχήμια του κόσμου, μα τα προετοιμάζει για ένα πιο λαμπερό και ελπιδοφόρο μέλλον, αυτό δηλαδή που υπόσχονταν στην Αμερική των αρχών των 60’s και ο Πρόεδρος Κένεντι και ο Μάρτιν Λούθερ Κινγκ Τζούνιορ… πριν δολοφονηθούν.
Ο τρόπος με τον οποίο η Ιστορία ανακυκλώνει τους χειρότερους σταθμούς της και οι συσχετισμοί με τα παθήματα της ανθρωπότητας που γίνονται ξανά τόσο επικίνδυνα επίκαιροι στην παρούσα εποχή, μετατρέπουν τούτο το φιλμ σε υποχρέωση θέασης και αφορμή για σκέψεις ουσίας που μπορεί και να σε… τρομάξουν! Αλλά έτσι είναι η ζωή. Στο κάθε της ξημέρωμα. Πρέπει να ζήσεις, για να μάθεις τι θα φέρει το αύριο. Καλώς ή κακώς.