ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ ΤΗΣ ΖΟΥΓΚΛΑΣ (2016)
(THE JUNGLE BOOK)
- ΕΙΔΟΣ: Οικογενειακή Περιπέτεια
- ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ: Τζον Φαβρό
- ΚΑΣΤ: Νίιλ Σέτι
- ΔΙΑΡΚΕΙΑ: 105'
- ΔΙΑΝΟΜΗ: FEELGOOD
Ο Μόγλης, το μικρό (ανθρώπινο) αγόρι που μεγάλωσε με μια αγέλη λύκων για οικογένεια μέσα στη ζούγκλα που αποκαλεί σπίτι του, αναγκάζεται να έρθει αντιμέτωπο με τον ορκισμένο του εχθρό: τον τίγρη Σιρ Χαν. Εκτός από ορκισμένους εχθρούς, όμως, έχει και πιστούς φίλους…
Η Disney διασκευάζει… Disney, σχεδόν μισό αιώνα μετά το κλασικό κι αγαπημένο animation του Βόλφγκανγκ Ράιδερμαν. Εν έτει 2016, τη σκηνοθετική σκυτάλη παίρνει ο καρατερίστας ηθοποιός που μετατράπηκε σε – σχεδόν – πρωτοκλασάτο χολιγουντιανό σκηνοθέτη, Τζον Φαβρό («Elf», «Iron Man»), προσφέροντάς μας την πολυαγαπημένη ιστορία του Ράντγιαρντ Κίπλινγκ στην εξελιγμένη εκδοχή τού animation, το CGI. Η ζούγκλα, ο Μπαλού, ο Σιρ Χαν, η αγέλη των λύκων και όλα τα υπόλοιπα πλάσματα δημιουργήθηκαν εξ ολοκλήρου από τους υπερ-εξελιγμένους υπολογιστές τής Disney, με μοναχικό «αληθινό» χαρακτήρα τον μικρό Μόγλη, ιδανικά ενσαρκωμένο από τον Ινδοαμερικανό πρωτοεμφανιζόμενο πιτσιρικά, Νίιλ Σέτι.
Υπήρχε λόγος ύπαρξης αυτής της διασκευής; Μάλλον ναι. Όσο λατρεμένη κι αν είναι η ταινία του 1967, η σημερινή τεχνολογία (και πολύ καλώς, τουλάχιστον στην προκειμένη περίπτωση) δίνει την ευκαιρία να δούμε μια πιο «ενήλικη», ως θέαμα, εκδοχή μιας έτσι κι αλλιώς συναρπαστικής ιστορίας με, θέλοντας ή μη, κοινωνικο-ιστορικές αποχρώσεις (γράφτηκε άλλωστε στην ακμή της βρετανικής αποικιοκρατίας στις Ινδίες, μακροχρόνια δεύτερη πατρίδα του Κίπλινγκ). Ασφαλώς, η Disney αποφεύγει διπλωματικά (βλέπε: «είναι οικογενειακή ταινία») και πάλι να εισχωρήσει σε αυτές τις αποχρώσεις, ωστόσο ο αντίκτυπος γίνεται αναπόφευκτα πιο αισθητός όταν οι χαρακτήρες ζωντανεύουν μπροστά σου, έστω και εικονικά. Όσο για το ίδιο το τεχνολογικό κατόρθωμα, αυτό είναι αναμενόμενα υψηλού επιπέδου, αν και σε κάποιες σκηνές το έμπειρο πια μάτι του θεατή που έχει δει τόσο πολύ CGI στις αίθουσες των τελευταίων χρόνων, θα σποτάρει το πού σταματά το green screen και πού ξεκινά η «πραγματικότητα» του νεαρού πρωταγωνιστή.
Είναι άρα καλύτερη από την πρωτότυπη ταινία; Όχι απαραίτητα. Η σχεδόν ολοκληρωτική χρήση του CGI, χωρίς να αποτελεί κάτι το μεμπτό σε μια ταινία σαν κι αυτή, δεν καταφέρνει να αποκτήσει αυτή τη συναισθηματική αμεσότητα του παλιού animation, ενώ τα τόσο αληθοφανή ζώα, που ανοιγοκλείνουν το στόμα τους «μιλώντας» τον ανθρώπινο διάλογο, θυμίζουν ανά στιγμές straight-to-video ταινίες της «μαμάς Disney» παλαιότερων εποχών. Παρ’ όλ’ αυτά, η πιο σκοτεινή, τρισδιάστατη και αφηγηματικά καλογραμμένη νέα εκδοχή της ιστορίας κατά καιρούς συναρπάζει, συγκινεί και προσφέρει αβίαστο χιούμορ. Κάποιες στιγμές δράσης και κινδύνου προκάλεσαν αληθινό τρόμο στα πολύ μικρά παιδάκια που βρίσκονταν στην αίθουσα και ομολογουμένως το φιλμ δεν προτείνεται για ηλικίες κάτω των 5 – 6 ετών, όμως τα μεγαλύτερα «παιδιά» και η πλειοψηφία των ενηλίκων θα διασκεδάσει πραγματικά με μια τόσο προσεγμένη παραγωγή που, χωρίς να είναι η καλύτερη του studio, πετυχαίνει απόλυτα τους εμπορικούς κατά βάση αλλά, εν τέλει, και καλλιτεχνικούς της στόχους.