ΕΝΑ ΤΕΛΟΣ ΚΑΙ ΜΙΑ ΑΡΧΗ (2023)
(THE END WE START FROM)
- ΕΙΔΟΣ: Δράμα Δυστοπίας
- ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ: Μαχάλια Μπέλο
- ΚΑΣΤ: Τζόντι Κόμερ, Τζόελ Φράι, Κάθριν Γουότερστον, Μαρκ Στρονγκ, Νίνα Σοσάνια, Τζίνα ΜακΚι, Μπένεντικτ Κάμπερμπατς
- ΔΙΑΡΚΕΙΑ: 102'
- ΔΙΑΝΟΜΗ: THE FILM GROUP
Κατακλυσμιαία βροχή «πνίγει» το Λονδίνο υποχρεώνοντας σε εκκενώσεις και μια απέλπιδα φυγή των κατοίκων προς περιοχές της βρετανικής υπαίθρου οι οποίες αν και δεν έχουν πληγεί, βιώνουν σοβαρά επισιτιστικά προβλήματα. Μ’ ένα νεογέννητο μωρό στην αγκαλιά, μια γυναίκα παλεύει να βρει την ελπίδα για ένα ασφαλές μέλλον.
Ταινία «καταστροφής» δίχως τον τυπικό καταιγισμό οπτικών εφέ, το σκηνοθετικό ντεμπούτο της Μαχάλια Μπέλο κρύβει ουκ ολίγες παράλληλες ερμηνείες αλληγορικού χαρακτήρα στην εξέλιξη της δράσης του, χωρίς να χάνει τον αφηγηματικό του μπούσουλα και αποφεύγοντας διακριτικά να μην δείχνει φτηνό (παρά το εμφανώς χαμηλό κόστος παραγωγής του).
Καθώς… σπάνε τα νερά της, μια Λονδρέζα συνειδητοποιεί πως κάτι παρόμοιο συμβαίνει και στην πόλη της (!), με την αγωνία να φτάνει στο απροχώρητο μέχρι να βρει ασθενοφόρο που θα την μεταφέρει σ’ ένα νοσοκομείο για να γεννήσει. Είναι μία μάλλον γραφική και αφελής καταστασιακή παρομοίωση, που όμως υποστηρίζει καλλιτεχνικά με οπτικά ευρήματα και πλάνα η Μπέλο, έχοντας (και) την τύχη τον πρώτο ρόλο να κρατά η εκφραστικότατη (και εκεί που πρέπει συναισθηματικά… «στεγνή») Τζόντι Κόμερ.
Με προτροπή του συζύγου της, αυτή η νέα οικογένεια θ’ αναζητήσει τη φυγή προς την επαρχία, εκεί όπου κατοικούν οι γονείς εκείνου, προσπερνώντας κάμποσα μπλόκα και απαγορεύσεις κυκλοφορίας, προς αποφυγήν πανικού των Βρετανών πολιτών σε ολόκληρο το νησί, αν όχι και εξαιτίας μια κάποιας απόπειρας ελέγχου της επάρκειας τροφής. Φυσικά, τα πάντα οδεύουν προς το χειρότερο, όταν το ζευγάρι υποχρεώνεται να χωρίσει τους δρόμους του, καθώς το κοντινότερο και ασφαλέστερο καταφύγιο δέχεται μονάχα έναν γονιό με το παιδί του.
Κάπου ανάμεσα στο «28 Μέρες Μετά» (2002) και «Τα Παιδιά των Ανθρώπων» (2006), η Μπέλο στήνει μία εφιαλτική δυστοπία ακόμη πιο κοντά στον ρεαλισμό της κλιματικής κρίσης, μπολιάζοντας τη δράση με παραλληλισμούς που τοποθετούν τον θεατή και στο επίκεντρο του μεταναστευτικού / ανθρωπιστικού προβλήματος το οποίο βιώνουν εμπόλεμες περιοχές στον πλανήτη σήμερα. Χωρίς να εκβιάζει για το συναίσθημα, το «Ένα Τέλος και Μια Αρχή» στέκεται με θάρρος στα πόδια του ως ένα δράμα επιβίωσης για το πιο σκεπτόμενο κοινό, προσθέτοντας και σενάρια μιας «εναλλακτικής», κοινοβιακής ουτοπίας, συμπληρώνοντας κάθε πεδίο πρότασης τρόπου ζωής για το μέλλον.
Βασικά εμπόδια που δεν επιτρέπουν στο φιλμ ν’ απογειωθεί είναι η αίσθηση πως (έστω και κάπως αλλιώς) τα ‘χουμε ξαναδεί όλα αυτά στο σινεμά, οι περιορισμοί που (σαφώς) θέτει το budget της παραγωγής (μία σεκάνς του πλημμυρισμένου Λονδίνου μάλλον δεν είναι αρκετή για να δικαιολογήσει το χάος που έχει προκληθεί στη Μεγάλη Βρετανία…) και η αμηχανία προσανατολισμού προς ένα πιο τολμηρό φινάλε, άσχετα από το εάν θα έπρεπε να είναι αισιόδοξο ή όχι. Σε κάθε περίπτωση, όμως, είναι μία πρώτη ταινία που δεν πρόκειται να σε αφήσει αδιάφορο.