FreeCinema

Follow us

Ο ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΟΔΟΤΗΣ (2006)

(THE DEPARTED)

  • ΕΙΔΟΣ: Αστυνομικό Θρίλερ
  • ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ: Μάρτιν Σκορσέζε
  • ΚΑΣΤ: Λεονάρντο ΝτιΚάπριο, Ματ Ντέιμον, Τζακ Νίκολσον, Μαρκ Γουόλμπεργκ, Μάρτιν Σιν, Ρέι Γουίνστον, Βέρα Φαρμίγκα, Άντονι Άντερσον, Άλεκ Μπόλντουιν, Κέβιν Κόριγκαν
  • ΔΙΑΡΚΕΙΑ: 151'
  • ΔΙΑΝΟΜΗ: VILLAGE FILMS

Ένας undercover ντετέκτιβ κι ένα «καρφί» του οργανωμένου εγκλήματος διεισδύουν σε μια ιρλανδική συμμορία της Νότιας Βοστώνης και στο τοπικό Αστυνομικό Σώμα, αντίστοιχα. Ποιος θα αναγνωρίσει και θα φανερώσει τον άλλον πρώτος;

Εκτός από τρωκτικό, ένα rat μπορεί να μεταφράζεται και ως «καρφί», άνθρωπος που προδίδει ή δίνει πληροφορίες για τους συνεργάτες του. Θ’ ακούσετε πολλές φορές αυτή τη λέξη στη νέα ταινία (remake ενός cult αστυνομικού θρίλερ του 2002 από το Χονγκ Κονγκ, το «Infernal Affairs») του Μάρτιν Σκορσέζε. Και στο τελευταίο καρέ του φιλμ θα παρατηρήσετε κάτι αφόρητα προφανές: ένα ποντίκι. Αλληγορικό κλείσιμο του ματιού προς τον θεατή; Αστειάκι; Και στις δύο περιπτώσεις, δεν το βρήκα πνευματώδες. Απλά, θα το αποκαλούσα πολύ… αμερικάνικο.

Ο σκελετός του πρωτότυπου φιλμ παραμένει απαράλλαχτος και η σεναριακή διασκευή του Γουίλιαμ Μόναχαν προσπαθεί να φλερτάρει με τον λεκτικό πλούτο ενός Ντέιβιντ Μάμετ (αν θέλετε να βρείτε μια πιθανή αντιστοιχία στο είδος). Πιθανή πολυτέλεια, απαντά ο γράφων ως «δικηγόρος του διαβόλου». Ίσως επειδή δε βγάζει ζουμί το μεδούλι της ιστορίας και τα στερεότυπα της πλοκής μονάχα με ένα γνήσιο εμπορικό κατασκεύασμα μπορούν να ταυτιστούν. Σε μια ιρλανδέζικη γειτονιά της Βοστόνης, ο νεαρός Μπίλι Κόστιγκαν εισχωρεί στη συμμορία του Φρανκ Κοστέλο με σκοπό να την εξαρθρώσει. Ο δεύτερος προστατεύεται από τον Κόλιν Σάλιβαν, ανερχόμενο αστυνομικό πράκτορα που λειτουργεί ως «καρφί» στο Σώμα, αλλά δε γνωρίζει τίποτα για την ταυτότητα του Μπίλι. Καθώς η ψυχολογική πίεση που υφίστανται οι δύο ήρωες εντείνεται, κορυφώνεται και το σασπένς της αποκάλυψης του διπλού τους ρόλου και του ποιος θα πιαστεί πρώτος σε τούτη την… ποντικοπαγίδα.

Πιο χαλαρωμένος όσον αφορά στα αφηγηματικά του τερτίπια και την επιδειξιομανία υπεροχής του, ο Σκορσέζε παρουσιάζει ένα φιλμ που χωνεύεται εύκολα και από τους λάτρεις του και από το κοινό των multiplex. Μαγκιά του να φέρνει ένα έργο «παραγγελιά» στα μέτρα του, πλέον εξυπηρετικό να έχει στη διάθεσή του ένα τέτοιο βαρύ πυροβολικό πρωταγωνιστών στο καστ και δε χωρά αμφισβήτηση ότι το αποτέλεσμα δελεάζει την απόλαυση. Από κάτω, όμως, χορεύουν τα ποντίκια όταν λείπει η γάτα! Κάπου αισθάνεσαι πως ο δημιουργός αυτής της ταινίας είναι έξω απ’ τα νερά του, πως ο αυτόματος πιλότος είναι που μπήκε σε λειτουργία και όχι αυτή η ηδονή ενός φακού που αντιμετωπίζει το έγκλημα σαν λατρεία αντρίκιας έκφρασης. Κάθε σκηνή έχει τη θέση της, διατηρεί τη χάρη της και οι σεκάνς του Σκορσέζε τέμνονται με σιγουριά που ελάχιστοι σκηνοθέτες θα μπορούσαν να επιδείξουν σήμερα. Αλλά λείπει εκείνη η τρέλα, η σκοτεινιά, ο σαρκασμός, αυτή η άλλη άποψη της ηθικής που σε κάνει να παίρνεις το μέρος των κακών, αναγνωρίζοντας την ανθρώπινη υπόστασή τους, τις αδυναμίες τους, κάνοντάς σε να τα ζηλεύεις όλα αυτά στο φινάλε. Είπαμε, το θέαμα εδώ πρέπει να χωνευτεί δίχως… στομαχικές διαταραχές. Με λίγα λόγια, τα «Καλά Παιδιά» (1990) που ήξερες να τα ξεχάσεις. Μόνο κατάλοιπο του τότε, η χρήση των τραγουδιών στο soundtrack, που εδώ υπερβάλλει άστοχα, λες και κάποιος είχε γεμίσει με κέρματα ένα jukebox και το δόλιο μηχάνημα δε βάζει ποτέ φρένο.

Ερμηνευτικά, όπως θα φαντάζεστε, η παράσταση κλέβεται από τον Τζακ Νίκολσον, ο οποίος ξεστομίζει σοφίες του γήρατος με ιδανικό ναρκισσισμό αλλά και μοιρολατρία που προφητεύει ένα φινάλε ελεγειακό. Λεονάρντο ΝτιΚάπριο και Ματ Ντέιμον πλαισιώνουν ικανοποιητικά, αν και ακόμη διωκόμενοι από το babyface look τους, ενώ από τους δεύτερους ρόλους ο Ρέι Γουίνστον είναι ο ικανότερος στο να στήσει χαρακτήρα και να τον απογειώσει χωρίς να νοιάζεται για το χρόνο παρουσίας του μπροστά από το φακό. Φανταστείτε πως ακόμη και ατάκα του στιλ… «I smell a rat!», εκείνου θα του τη δικαιολογούσα. Του Σκορσέζε, πάλι, όχι.

ΕΙΝΑΙ ΓΙΑ ΜΕΝΑ;

Το άνωθεν κείμενο είναι η κριτική που έγραψα για το φιλμ το 2006, όταν αυτό διανεμήθηκε για πρώτη φορά στους ελληνικούς κινηματογράφους. Έμελλα να είναι η ταινία που θα χάριζε το πολυπόθητο Όσκαρ καλύτερης σκηνοθεσίας στον Μάρτιν Σκορσέζε. Και; Τι έγινε; Η πρώτη φορά ήταν που το δώσανε για τα… «χρωστούμενα»; Για Όσκαρ καλύτερης ταινίας του 2007, μην το συζητάμε…


MORE REVIEWS

ΟΙ ΝΑΥΑΓΟΙ

Παντρεμένο ζευγάρι που ταξιδεύει με σκάφος στον Ειρηνικό Ωκεανό, ξεμένει σε ακατοίκητο νησάκι στ’ ανοιχτά της Γης του Πυρός. Δίχως να περιμένει βοήθεια από κανέναν και χωρίς μέσο διαφυγής, ο Μπεν και η Λορά οφείλουν να επιβιώσουν μόνοι τους εκεί, στην «άκρη του κόσμου».

PACIFICTION

Ο Ύπατος Αρμοστής της Γαλλίας σε κτήση της Πολυνησίας πληροφορείται από ντόπια χείλη τη φήμη που θέλει τη μαμά πατρίδα να επιχειρεί ξανά πυρηνικές δοκιμές στον Νότιο Ειρηνικό. Η εμφάνιση ενός υποβρυχίου στην ευρύτερη περιοχή εντείνει τη σχετική φημολογία, παρά την καθησυχαστική δράση του αξιωματούχου.

ΕΓΩ Ο ΑΠΑΙΣΙΟΤΑΤΟΣ 4

Η οικογένεια του Γκρου μεγαλώνει, πια, κι εκείνος εξελίσσεται ως πράκτορας της Anti-Villain League, αντιμετωπίζοντας έναν παλιό και άσπονδο συνέταιρο στο έγκλημα, τον Μαξίμ Λε Μαλ, ο οποίος εκμεταλλεύεται τη δύναμη που του προσφέρει τεχνολογικό επίτευγμα, μετατρέποντας τους αντιπάλους του σε… έντομα!

ΒΡΕΧΕΙ ΑΝΤΡΕΣ

Παντρεμένη γυναίκα που για χρόνια τον έρωτα αγνοεί, σε app γνωριμιών το σεξ ζητά να βρει. Τον σύζυγό της κατά βάθος θέλει, όμως, για πόσο η δόλια θα τον περιμένει;

ΤΟ ΓΥΡΙΣΜΑ

Τα γυρίσματα ενός φιλόδοξου δράματος, εμπνευσμένου από τον αγώνα εργατών για την αυτοδιαχείριση του απειλούμενου με λουκέτο εργοστασίου όπου εργάζονται, μετατρέπονται σε εφιάλτη για τον έμπειρο σκηνοθέτη Σιμόν: οι παραγωγοί του τον εγκαταλείπουν, ο προϋπολογισμός δεν φτάνει, το συνεργείο οδηγείται στα όριά του. Ίσως το… «Making Of» της παραγωγής, το οποίο αναθέτει σε φιλόδοξο βοηθό του, να έχει μεγαλύτερο λόγο ύπαρξης από την κανονική ταινία!