ΥΠΕΡΑΝΩ ΠΑΣΗΣ ΥΠΟΨΙΑΣ (2018)
(THE CATCHER WAS A SPY)
- ΕΙΔΟΣ: Δραματική Περιπέτεια
- ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ: Μπεν Λιούιν
- ΚΑΣΤ: Πολ Ραντ, Σιένα Μίλερ, Μαρκ Στρονγκ, Γκάι Πιρς, Τζεφ Ντάνιελς, Πολ Τζιαμάτι, Τομ Γουίλκινσον, Τζανκάρλο Τζανίνι, Κόνι Νίλσεν
- ΔΙΑΡΚΕΙΑ: 98'
- ΔΙΑΝΟΜΗ: ΣΠΕΝΤΖΟΣ
Ένας βετεράνος παίκτης του baseball αναλαμβάνει κατασκοπευτική δράση στον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, μαζί και την εντολή να σκοτώσει έναν επιστήμονα ο οποίος ετοιμάζει ατομική βόμβα για λογαριασμό των Ναζί.
Η ταινία βασίζεται σε αληθινή ιστορία. Αυτό από μόνο του, σε συνδυασμό με το γεγονός ότι στην ιστορία εμπλέκονται πόλεμος, αθλητισμός και κατασκοπεία, θα μπορούσε να είναι αρκετό για να έχουμε ένα ενδιαφέρον αποτέλεσμα. Το «βασίζεται», όμως, μπαίνει σε πολλά εισαγωγικά, καθώς οι περισσότερες από τις επιμέρους λεπτομέρειες του σεναρίου ελέγχονται για την ακρίβειά τους και τη σχέση τους με την πραγματικότητα. Κι αυτό αυτομάτως κάνει προβληματικά και το σενάριο και την ταινία συνολικά.
Ο Μο Μπεργκ είναι ένας από τους παίκτες του πρωταθλήματος baseball με μακροβιότατη καριέρα. Χωρίς να είναι ιδιαίτερα σπουδαίος παίκτης, έχει καταφέρει να παίζει σε σχετικά μεγάλη ηλικία. Είναι επίσης εξαιρετικά μορφωμένος, σπουδασμένος στο Πρίνστον (κάτι που του έχει δώσει τον τίτλο του «Καθηγητή») και μιλά πολλές γλώσσες. Έχει μια σχέση με την Εστέλα, αλλά δεν την παρουσιάζει πουθενά και πριν να γυρίσει στο σπίτι περνάει από gay bar. Είναι επίσης ιδιαίτερα περίεργος άνθρωπος. Σε ένα ταξίδι της αμερικανικής ομάδας baseball στην Ιαπωνία, πριν οι δύο χώρες εμπλακούν στον πόλεμο, ο Μο γνωρίζει έναν Ιάπωνα καθηγητή Ιστορίας, αλλά παράλληλα γυρίζει και ένα φιλμάκι στο οποίο καταγράφει εγκαταστάσεις του Ναυτικού. Μετά την επίθεση στο Περλ Χάρμπορ, θα προσεγγίσει γνωστούς του που έχουν σχέση με τις μυστικές υπηρεσίες και θα καταφέρει να πάρει κι αυτός μια θέση σ’ αυτές, πρώτα ως αναλυτής, ενώ στη συνέχεια θα του ανατεθεί μια «κανονική» αποστολή.
Αυτό που θα πρέπει να κάνει, είναι να εντοπίσει και να σκοτώσει τον Βέρνερ Χάιζενμπεργκ, επιστήμονα που έχει αναλάβει να δημιουργήσει μια ατομική βόμβα για λογαριασμό των Γερμανών. Μαζί με μια μικρή ομάδα θα ταξιδέψει στην Ιταλία και στη συνέχεια στην Ελβετία, προκειμένου να τον βρει και να τον δολοφονήσει. Είναι πραγματικά παράξενο πώς με τόσους καλούς ηθοποιούς στο καστ έχει προκύψει μια τόσο αδιάφορη ταινία. Μπορεί επειδή το είδος του θρίλερ κατασκοπείας δεν είναι το δυνατό σημείο του Μπεν Λιούιν, του οποίου η πιο γνωστή δουλειά είναι το δράμα δωματίου «Μαθήματα Ενηλικίωσης». Ή επειδή το σενάριο ανοίγει διάφορα μέτωπα χωρίς στην πραγματικότητα να δίνει πειστικές απαντήσεις για κανένα. Ποια είναι η πηγή της περιέργειας του Μπεργκ; Τι είδους προσωπικότητα συνδυάζει αυτόν τον πλούτο σπουδών και την εμμονή να μην εγκαταλείπει το πρωτάθλημα baseball; Ποια ήταν η σεξουαλικότητά του, που εδώ υπονοείται σαφώς, αλλά δεν ονοματίζεται («Είμαι κάποιος που μπορεί να κρατάει μυστικά», λέει όταν τον ρωτούν ευθέως). Τι από όλα αυτά ισχύει και τι όχι στην πραγματικότητα, αμφισβητείται έντονα.
Όλα τα άνωθεν σχηματίζουν έναν αδύναμο χαρακτήρα, παρά την εμφανή προσπάθεια και το πρωταγωνιστικό χάρισμα του Πολ Ραντ, που είναι ο μόνος ο οποίος κουβαλάει πάνω του ό,τι αντέχει σε αυτό το χαλαρό σύνολο. Οι υπόλοιποι ηθοποιοί, είτε δεν έχουν με τι να δουλέψουν, είτε παρουσιάζονται για ελάχιστο χρόνο ώστε να μπορέσουν να αφήσουν το οποιοδήποτε στίγμα στην ταινία. Όσον αφορά τα υπόλοιπα, θα δεις ό,τι φαντάζεσαι σε ένα τυπικό δράμα κατασκοπείας Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου: νυχτερινά πλάνα με βρεγμένους δρόμους και βλέμματα κάτω από καπέλα. Μαζί, όμως, με μερικές εντυπωσιακά αδέξιες σκηνές δράσης.