SING STREET (2016)
- ΕΙΔΟΣ: Νεανικό Μουσικό Ρομάντζο
- ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ: Τζον Κάρνεϊ
- ΚΑΣΤ: Φέρντια Γουόλς-Πίλο, Λούσι Μπόιντον, Κέλι Θόρντον, Τζακ Ρέινορ, Έινταν Γκίλεν, Μαρία Ντόιλ Κένεντι
- ΔΙΑΡΚΕΙΑ: 106'
- ΔΙΑΝΟΜΗ: ΣΠΕΝΤΖΟΣ
Ο 14χρονος Κόνορ ελπίζει να «ρίξει» τη μυστηριώδη και πανέμορφη Ραφίνα, προσκαλώντας τη να παίξει στο music video της μπάντας του. Αλλά πρώτα… πρέπει να φτιάξει αυτό το συγκρότημα, επιλέγοντας τα μέλη του ανάμεσα στους άχρηστους μαθητές ενός καθολικού σχολείου στο Δουβλίνο των 80’s.
Ο δημιουργός τού «Once» και του «Παρ’ το από την Αρχή», Τζον Κάρνεϊ, επιστρέφει στα πάτρια εδάφη, πάντα μετά μουσικής, και βρίσκει ξανά την καλή του φόρμα, με ένα νεανικό ρομάντζο πασπαλισμένο με bubblegum pop από τη δεκαετία του ’80. Η ανασύσταση της εποχής είναι πετυχημένη και ενίοτε συγκινεί, και το φιλμ λειτουργεί ως ένα καλοσυνάτο εφηβικό εργάκι, είδος που σπανίζει, γενικά. Αν όχι και οι θεατές του…
Ο ήρωάς μας, ο 14χρονος Κόνορ, αλλάζει σχολείο για οικονομικούς λόγους και βρίσκεται σε ένα αφιλόξενο σύμπαν κατώτερων προσδοκιών και του προφανούς bullying (κυρίως από έναν ανεύθυνο σκινά που τρομοκρατεί τους πάντες). Στο σπίτι, τα πράγματα πάνε από το κακό στο χειρότερο, με τους γονείς να οδεύουν προς το διαζύγιο, τον μεγαλύτερο αδελφό να μαραζώνει έχοντας παρατήσει το κολέγιο και την αδελφή του να νοιάζεται μόνο για την πάρτη της. Μοναδική ευκαιρία φυγής από εκεί μέσα, η εβδομαδιαία μετάδοση του… «Top of the Pops» από την τηλεόραση! Τα αγόρια «καρφώνονται» στο γυαλί με τα music videos της περιόδου, οι Duran Duran τραγουδούν το «Rio» και ο Κόνορ διακρίνει τη funky διάθεση στο μπάσο του Τζον Τέιλορ.
Ακολουθεί αυτό που διάβασες στην αρχική σύνοψη και το «casting» για τη σύσταση της μπάντας προχωρά χωρίς να γελοιοποιεί τους χαρακτήρες, που αν και δεν γεμίζουν το μάτι κανενός, φυσικά, προκύπτουν να είναι ταλεντάρες και γράφουν τα δικά τους pop τραγουδάκια, σκηνοθετώντας και ερασιτεχνικά music videos, έτσι ώστε να κάνει «το κομμάτι του» και ο Κόνορ, που δίνει στη Ραφίνα την ευκαιρία να ξεφύγει από τα δικά της προβλήματα ή τα αδιέξοδα που την εμποδίζουν να πάρει το πλοίο για το Ηνωμένο Βασίλειο κι ένα καλύτερο αύριο.
Οι προθέσεις τού Κάρνεϊ είναι ταπεινές, γι’ αυτό και το «Sing Street» δεν τρώει ποτέ τα μούτρα του. Σεναριακά, πάντως, δεν φροντίζονται σωστά όλα τα μέλη της οικογένειας του Κόνορ, κι όταν η εξέλιξη της ιστορίας κάνει τις μικροκοιλιές της, ένα ακόμη τραγουδάκι της μπάντας του ήρωά μας εμφανίζεται ως το… ευχάριστο «μουσικό διάλειμμα» της ΥΕΝΕΔ. Ευτυχώς, υπάρχουν άπειρες αναφορές στη δισκογραφία της εποχής και η σεκάνς της πρόβας για τον σχολικό χορό, στον οποίο το συγκρότημα θα κάνει την παρθενική του live εμφάνιση, που σταδιακά μετατρέπεται σε μουσικοχορευτική υπερπαραγωγή (αν ξέρεις από «Back to the Future», θα αγαπήσεις ακόμη περισσότερο), απογειώνει το feelgood.
Η κατάληξη έχει κάτι το αφελές κι ονειροπόλο, έως που φέρνει στο νου και κάτι το… φελινικό (!), οδηγεί σε μια ελαφρώς αβέβαιη λύτρωση, όμως οι αντίστοιχης ηλικίας θεατές θα έχουν λάβει τη γλύκα του όλου project και οι παλιότεροι θα ολοκληρώσουν (#diplhs) με μια κανονική εφόρμηση στα βινύλια εκείνης της εποχής, πριν τους πιάσει εκείνη η βαθύτερη… χαρμολύπη της αναπόλησης.