ΕΠΑΓΓΕΛΜΑ: ΡΕΠΟΡΤΕΡ (1975)
(PROFESSIONE: REPORTER)
- ΕΙΔΟΣ: Υπαρξιακό Δράμα
- ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ: Μικελάντζελο Αντονιόνι
- ΚΑΣΤ: Τζακ Νίκολσον, Μαρία Σνάιντερ, Τζένι Ρουνέικρ, Ίαν Χέντρι, Στίβεν Μπέρκοφ
- ΔΙΑΡΚΕΙΑ: 126'
- ΔΙΑΝΟΜΗ: RIVIERA
Ένας reporter που ερευνά το τοπικό αντάρτικο στην υποσαχάρια Αφρική, εκμεταλλεύεται τον ξαφνικό θάνατο ενός μυστηριώδη άνδρα που διαμένει σε απέναντι δωμάτιο του ξενοδοχείου του και, επιχειρώντας ν’ αποδράσει κυριολεκτικά από τη ζωή του, οικειοποιείται την ταυτότητα του νεκρού, δίχως να φαντάζεται τις συνέπειες της πράξης του.
Αντιλαμβάνομαι τους λόγους για τους οποίους ο Μικελάντζελο Αντονιόνι κατέχει μία υψηλή θέση στο πάνθεον των μεγάλων Ευρωπαίων δημιουργών διαχρονικά, όμως, οφείλω κι εγώ με τη σειρά μου να εξομολογηθώ ότι ποτέ δεν αγάπησα το σινεμά του. Από την διαβόητη «τριλογία της αποξένωσης», με ενδιαφέρει περισσότερο (αν όχι αποκλειστικά) η περίπτωση της «Νύχτας» (1961), κυρίως για τη «συνομιλία» των ανθρώπινων σωμάτων με το αστικό τοπίο, σέβομαι καλλιτεχνικά το αινιγματικό σύμπαν του (κορυφαίου) «Blow–Up» (1966) και βλέπω με σχετική συμπάθεια την αλληγορική τάση «αυτο-καταστροφής» του «Zabriskie Point» (1970). Μέχρι εκεί!
Πέντε χρόνια μετά το φιάσκο του τελευταίου προαναφερθέντος τίτλου, το «Επάγγελμα: Ρεπόρτερ» βρίσκει τον Αντονιόνι σε ακόμη μία φιλμική απόπειρα φυγής από το σώμα της θνητής ύπαρξης, δίπλα στο έτερο προσφιλές θέμα του σκηνοθέτη, το ταξίδι. Το φιλμ ξεκινά από το σε εμφυλιακή κατάσταση Τσαντ (με την έρημο της Αλγερίας να «υποδύεται» το location) και καταλήγει στην ερημιά της ανδαλουσιάνικης επαρχίας, με μικρούς ενδιάμεσους σταθμούς σε Λονδίνο, Μόναχο και Βαρκελώνη. Ο κεντρικός ήρωας έχει «αλλάξει» ταυτότητα, μα και οι «δύο εαυτοί» του καταδιώκονται από ανθρώπους του στενού οικογενειακού και επαγγελματικού του κύκλου (όσον αφορά στον δημοσιογράφο Λοκ), όσο και από συνεργάτες του νεκρού κυρίου Ρόμπερτσον (της νέας του ταυτότητας, δηλαδή), ο οποίος αποκαλύπτεται πως ήταν έμπορος όπλων με εμπλοκή στο τοπικό αντάρτικο.
Ακολουθώντας μια agenda με προγραμματισμένα (επαγγελματικά;) rendezvous του Ρόμπερτσον ανά τον κόσμο, ο Λοκ βιώνει μια ιστορία μυστηρίου που, όμως, ελάχιστα δείχνει ν’ απασχολεί τον Αντονιόνι, ο οποίος προτιμά να «χαθεί» μέσα στα τοπία των κάδρων του Λουτσιάνο Τόβολι, αφήνοντας αναπάντητα τα ερωτήματα που θέτει το φιλμ (και ο σεναριογράφος Μαρκ Πέπλοου) στον Λοκ, με πρώτο και σημαντικότερο εκείνο της αυτοσχέδιας «partner in crime» του road trip του, μιας κοπέλας δίχως καν όνομα (άρα και… ταυτότητα): «Από τι θες να ξεφύγεις;».
Αναμφισβήτητα, το έργο μένει στη μνήμη του θεατή για το θρυλικό επτάλεπτο μονοπλάνο του φινάλε, ένα οπτικό «trick» που «δραπετεύει» μέσα από τα κάγκελα ενός παραθύρου, περιστρέφεται 180 μοίρες γύρω από τον εαυτό του κι επιστρέφει στο τελικό και μεγαλύτερο… «trick» της φιλμικής αφήγησης του Αντονιόνι, έναν παράδοξο επίλογο για έναν άνδρα που… δεν γνώρισε ποτέ κανείς. Από μία άποψη, ένα τίμιο (μη) κλείσιμο για το «Επάγγελμα: Ρεπόρτερ». Δυστυχώς, ουχί πιο ουσιαστικό από εκείνη την παρτίδα tennis του ‘66 που… δεν υπήρχε!